Παραστάσεις αρχαίου δράματοςΓράφει η
Καίτη Βασιλάκου
Το αρχαίο δράμα (τραγωδία, κωμωδία, σατυρικό δράμα) έχει μια σημαντική θέση στο παγκόσμιο θεατρικό ρεπερτόριο, μολονότι λίγα είναι σχετικά τα έργα που έφτασαν ως εμάς. Αναγνωρίζοντας την υψηλή τους αισθητική αξία και ποιότητα οι σύγχρονοι άνθρωποι του θεάτρου επιχειρούν να τα ανεβάσουν στη σκηνή, να τα ξαναζωντανέψουν και να δώσουν την ευκαιρία και στο ευρύ κοινό να έρθει σε επαφή μαζί τους.
Όμως τι είναι αυτό που βλέπει και ακούει το ευρύ κοινό σήμερα; Οπωσδήποτε δεν βλέπει και δεν ακούει αυτό που έβλεπε και άκουγε το κοινό της αρχαιότητας.
Οι διαφορές είναι πολλές.
Πρώτα-πρώτα οι παραστάσεις κατά την αρχαιότητα δίνονταν σε ανοιχτά θέατρα μια ορισμένη εποχή του χρόνου (άνοιξη) και μια ορισμένη ώρα: πάντα πολύ πρωί. Οι υποκριτές ήταν όλοι άνδρες και υποδύονταν και τους γυναικείους ρόλους. Φορούσαν οπωσδήποτε προσωπεία. Τα θεατρικά κουστούμια τους ήταν εντυπωσιακά και παραγεμισμένα, ώστε να φαντάζουν πελώριοι πάνω στη σκηνή. Για τον ίδιο λόγο φορούσαν στα πόδια τους κοθόρνους, ώστε να δείχνουν πανύψηλοι. Σημαντικό μέρος της παράστασης καταλάμβανε ο Χορός με τα τραγούδια και τους χορούς του. Υπάρχουν κι άλλες πολλές διαφορές, εμείς όμως θα περιοριστούμε σε αυτές.
Σήμερα το κοινό δεν βλέπει κατά κανένα τρόπο μια τέτοια παράσταση. Ακόμα κι αν δίνεται σε ανοιχτό θέατρο, η ώρα είναι πάντα αργά το βράδυ με τους προβολείς να φωτίζουν τη σκηνή. Οι ηθοποιοί δεν φορούν προσωπεία, δεν φορούν κοθόρνους ούτε και παραγεμισμένες στολές για να έχουν διπλάσιο μέγεθος από το κανονικό. Τους ανδρικούς ρόλους τους ερμηνεύουν άνδρες και τους γυναικείους γυναίκες. Ο Χορός υπάρχει, αλλά η θέση του είναι μάλλον δευτερεύουσα πια.
Η μουσική που είχε μια σημαντικότατη θέση στην παράσταση αγνοούμε πώς ακουγόταν. Σήμερα η παράσταση επενδύεται με μουσική σύγχρονων συνθετών και ασφαλώς δεν έχει καμιά σχέση με τη μουσική που άκουγαν οι πρόγονοί μας. Γνωρίζουμε επίσης ότι υπήρχε σκηνογραφία, αλλά δεν μπορούμε να μαντέψουμε πώς ήταν.
Πώς έπαιζαν το ρόλο τους οι υποκριτές; Έπαιζαν υπερβολικά για τα δικά μας γούστα; Έπαιζαν λιτά; Έπαιζαν αλλιώτικα; Το αγνοούμε.
Μια απόπειρα, έστω για ιστορικούς λόγους, να ανεβάσουμε σήμερα ένα έργο όπως παιζόταν στην αρχαιότητα, είναι εκ προοιμίου καταδικασμένη. Δεν μπορούμε δυστυχώς να αναβιώσουμε στη σκηνή το αρχαίο δράμα, όπως ακριβώς παιζόταν αυτό μπροστά στους προγόνους μας.
Από την άλλη, σε τι θα χρησίμευε κάτι τέτοιο; Μπορεί το εγχείρημα να ικανοποιούσε κάποιους λόγιους, όμως το ευρύ κοινό θα παρέμενε αδιάφορο.
Έτσι αυτό που βλέπουμε σήμερα ως παράσταση αρχαίου δράματος είναι κάτι άλλο, είναι μια σύγχρονη απόδοση ενός κειμένου που μας παραδόθηκε στεγνό, χωρίς οδηγίες, χωρίς μουσική, χωρίς χορό, χωρίς τίποτα. Αυτό που βλέπουμε είναι βέβαιο ότι θα ξένιζε μάλλον δυσάρεστα τον δημιουργό του, αν ήταν σε θέση να το παρακολουθήσει.
Και ως εδώ έχει καλώς, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε περισσότερο.
Όμως, ποιος θα μας σώσει από την αυθαιρεσία ορισμένων σκηνοθετών που παίρνουν το κείμενο και το κόβουν και το ράβουν κατά τα γούστα τους;
Όλοι έχουμε δοκιμάσει τη δυσάρεστη εμπειρία να πηγαίνουμε σε μια παράσταση τραγωδίας ή κωμωδίας ή σατυρικού δράματος και αντ’ αυτής να βλέπουμε να εκτυλίσσονται στη σκηνή παλαβά πράγματα, άλλοτε ακατανόητα, άλλοτε κακόγουστα και καμιά φορά και χυδαία.
Ειδικά ο Αριστοφάνης έχει υποστεί κατά καιρούς τέτοια κακοποίηση που πρέπει πια να μιλάμε για σύληση του έργου και ύβρη κατά του δημιουργού.
Ο αντίλογος είναι ότι μια αριστοφανική κωμωδία, αν παιχτεί με απόλυτη προσήλωση στο κείμενο, θα είναι για το κοινό ανιαρή και σε πολλά σημεία ακατάληπτη. Ο αντίλογος σε αυτό τον αντίλογο είναι ότι μπορούμε κάλλιστα να διασκευάσουμε την κωμωδία, αν το θέλουμε, αλλά τότε πρέπει να προειδοποιήσουμε τον κόσμο ότι δεν πρόκειται να δει Αριστοφάνη αλλά μια κωμωδία σύγχρονη που στηρίζεται στον Αριστοφάνη.
Τελευταία οι σκηνοθέτες μας έχουν προχωρήσει ακόμα περισσότερο εμπλουτίζοντας τις στολές των ηθοποιών με τεράστιους φαλλούς που προκαλούν σοκ στους καλλιεργημένους θεατές και ενθουσιασμό στους υπόλοιπους. Έχουν μάλιστα έτοιμο το επιχείρημα: στα κλασικά χρόνια οι φαλλοί στην κωμωδία ήταν αναπόσπαστο μέρος της στολής των υποκριτών. Άρα η σύγχρονη παράσταση παραμένει πιστή στον Αριστοφάνη, αν εμπλουτιστεί με μερικούς τεράστιους φαλλούς.
Η απάντηση σε αυτό το επιχείρημα είναι:
α) Αν προδίδεται γενικώς το πνεύμα της κωμωδίας, οι φαλλοί δεν σώζουν την πιστότητά της.
) Η σημερινή αντίληψη περί φαλλών δεν είναι αυτή που είχαν οι πρόγονοί μας.
Στην αρχαιότητα που οι άνθρωποι ήταν αμόλυντοι από μεταγενέστερες ηθικές-ηθικίστικες επιδράσεις, ομοιώματα φαλλών βρίσκονταν παντού σε δημόσια θέα και κανείς δεν ένιωθε να προσβάλλεται. Σήμερα καλώς ή κακώς έχουμε άλλη αντίληψη για τα γεννητικά όργανα. Παρά την ελευθεριότητα της εποχής μας ο περισσότερος κόσμος ενοχλείται με την απροκάλυπτη θέα ενός φαλλού. Μέχρι να μάθει λοιπόν να μη σοκάρεται με τέτοιες επιδείξεις, καλό είναι να προσέχουν κάτι τέτοιες λεπτομέρειες οι σκηνοθέτες που επαίρονται ότι ανεβάζουν ποιοτικό θέατρο. Αν και κατά τη γνώμη μου αυτό που θέλουν στην πραγματικότητα είναι να τραβήξουν κόσμο στην παράσταση με οποιοδήποτε κόστος.
Το ίδιο ισχύει και με την ελευθεριάζουσα γλώσσα της αριστοφανικής κωμωδίας. Το βάρος της παράστασης σήμερα μετακινείται από την ουσία στα επί μέρους που είναι τα πρόστυχα λογάκια που προκαλούν το κοινό να γελάσει, όπως γελά, όταν ακούει ένα σόκιν ανέκδοτο. Και εδώ ισχύει ό,τι αναφέραμε πιο πάνω, ότι δηλαδή στην κλασική Αθήνα όπου δεν υπήρχαν αναστολές στα σεξουαλικά θέματα τα λογάκια αυτά ακούγονταν πολύ πιο ανάλαφρα από ό,τι τα ακούμε σήμερα εμείς.
Στις κωμωδίες του ο Αριστοφάνης σατίριζε πολλούς Αθηναίους και το κοινό που ήξερε το βίο και την πολιτεία τους γελούσε με την καρδιά του. Αυτό δεν μπορεί να αναβιώσει σήμερα που αγνοούμε αυτά τα πρόσωπα της αρχαίας Αθήνας. Στη θέση τους το σύγχρονο κοινό ακούει να σατιρίζονται σύγχρονοι Έλληνες. Η κωμωδία έτσι αποχτά μια ζωντάνια, από την άλλη όμως δεν είναι πια η κωμωδία που έγραψε ο αρχαίος ποιητής, είναι, όπως είπαμε πιο πάνω, μια διασκευή της.
Ο Αριστοφάνης ήταν ένας συντηρητικός άνθρωπος που δεν του άρεσαν οι καινοτομίες. Στις κωμωδίες του στηλιτεύει όλους εκείνους που αμφισβητούν την παράδοση του τόπου του. Στηλιτεύει επίσης τους έκφυλους, τους κακούς πολιτικούς και τους πάσης φύσεως πονηρούς. Αυτή είναι η ουσία των κωμωδιών του, όμως αυτή την ουσία το σημερινό κοινό δεν την προσέχει παρασυρμένο καθώς είναι από τις βωμολοχίες και τα πρόστυχα σκέρτσα των ηθοποιών. Έτσι βγαίνοντας από το θέατρο ο σημερινός ανυποψίαστος θεατής έχει την εντύπωση ότι ο Αριστοφάνης έγραφε πρόστυχες κωμωδίες με στόχο να κάνει τον κόσμο να γελάσει και τίποτα περισσότερο.
Στην τραγωδία και το σατυρικό δράμα οι παρεμβάσεις είναι λιγότερες. Και εδώ όμως το έργο υφίσταται αλλαγές, διορθώσεις, προσθαφαιρέσεις για να είναι ευχάριστο στο σημερινό θεατή.
Με λίγα λόγια αυτό που εμείς σήμερα βλέπουμε στο θέατρο είναι κάτι που έχει ομοιότητες με το αρχαίο δράμα, άλλοτε περισσότερες άλλοτε λιγότερες, όμως κατά κανένα τρόπο δεν είναι αυτό που έβλεπαν οι πρόγονοί μας. Η εμπειρία τους ήταν τελείως διαφορετική.
«Όταν παρακολουθούμε αρχαία τραγωδία, δεν κλαίμε», μου είπε προ καιρού ένας φίλος, «και ασφαλώς ούτε και οι αρχαίοι έκλαιγαν».
Κι όμως εκείνοι έκλαιγαν με μαύρο δάκρυ.
Αυτό νομίζω τα λέει όλα.
ketivasilakou.blogspot.com
ekaterini77@gmail.com