Παρασκευή
27 Δεκεμβρίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 5213RSS FEED
ΑΥΞΑΝΕΤΑΙ ΣΤΑΘΕΡΑ Ο ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΕΧΘΡΟΠΡΑΞΙΩΝ ΔΙΕΘΝΩΣ130 ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΕΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΓΗ...
Σύμφωνα με έρευνα που φιλοξενείται στο προσεχές τεύχος της επιθεώρησης Economic History Review, ο πλανήτης μας στιγματίστηκε από αυξανόμενες συγκρούσεις μεταξύ των ετών 1870-2001. Ως βασικές αιτίες αυτού του θλιβερού πορίσματος, θεωρούνται η αυξημένη οικονομική ισχύς, που καθιστά ευκολότερο έναν πόλεμο, καθώς και οι πολλαπλές εδαφικές διαιρέσεις που δημιούργησαν συνεχώς νέους εχθρούς. 

Η έρευνα με επικεφαλής τον καθηγητή Μαρκ Χάρισον του βρετανικού πανεπιστημίου Γουόργουικ και τον καθηγητή Νικολάους Βολφ του γερμανικού πανεπιστημίου Χούμπολτ, βασίστηκε σε ένα πράγματι εντυπωσιακό έργο: κατέγραψε εξονυχιστικά τις διάφορες διακρατικές πολεμικές συγκρούσεις ανά την υφήλιο, για να καταλήξει σε μετρήσιμα πορίσματα.

Στις μετρήσεις συνυπολογίστηκαν κοινωνικοί και πολιτισμικοί παράγοντες, όπως η επίδραση των ιδεών του Διαφωτισμού στην ανθρωπότητα, οι τεχνολογικές κατακτήσεις και η χρηματοοικονομική παγκοσμιοποίηση που κατέστησε δυνατή τη συνέχιση των εμπορικών σχέσεων μεταξύ κρατών, παρά την ταυτόχρονη εμπλοκή τους σε εχθροπραξίες.    

 Η συχνότητα των πολέμων ανάμεσα στα κράτη του πλανήτη μας αυξανόταν σταθερά μεταξύ των ετών 1870 - 2001, με μέσο ετήσιο ρυθμό 2%, σύμφωνα με  τα στοιχεία.

Κατά την περίοδο 1870-1913, κατά μέσο όρο οι ετήσιοι πόλεμοι ανέρχονταν σε 6, ενώ κατά τον Μεσοπόλεμο, ο αριθμός τους ανέβηκε σε 17. Ακολούθως, κατά τον Ψυχρό Πόλεμο (1949-1989), κάθε χρόνο ξεσπούσαν 31 πολεμικές συγκρούσεις, ενώ στη δεκαετία του ’90 – παρά τη διεθνή οικονομική άνθηση - σημειώθηκε νέα αύξηση με τον αριθμό των συγκρούσεων να φτάνει το 36. 

Σημαντικό στοιχείο είναι ότι οι ερευνητές δεν συνυπολόγισαν καθόλου στις μετρήσεις τους τις εμφύλιες συρράξεις, παρά μόνον αυτές μεταξύ διαφορετικών κρατών.

Για την περίοδο που ακολούθησε το 1945, καθοριστικό ρόλο σύμφωνα με την έρευνα έπαιξε η δημιουργία πολλών νεότευκτων κρατών. Χαρακτηριστικά, ενώ το 1870 τα κράτη ήταν 47, το 2001 έφτασαν σε 187. Το στοιχείο αυτό από μόνο του είναι σημαντικό, αφού, όπως τονίζει ο Μαρκ Χάρισον, «υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στους πολέμους και στη δημιουργία κρατών και νέων συνόρων».

Πληροφορία που στηρίζει αυτό το συμπέρασμα είναι το γεγονός ότι η μέση απόσταση που χωρίζει τις αντιμαχόμενες χώρες έχει σταδιακά αλλά σταθερά μειωθεί μετά το 1950, άλλη μια ένδειξη ότι οι πόλεμοι έχουν όλο και περισσότερο τοπικό χαρακτήρα.

Όσο για το ρόλο των ΗΠΑ και τους πολέμους στους οποίους αναμίχθηκαν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι σήμερα, οι ερευνητές γενικά δεν θεωρούν πως είναι ο βασικότερος λόγος της συνολικής αύξησης. «Η διαχρονική τάση αύξησης των πολέμων είναι αμετάβλητη, ακόμη και αν αφαιρεθούν τελείως οι πόλεμοι όπου αναμίχθηκαν οι ΗΠΑ».  

Ο Μαρκ Χάρισον σε παλαιότερη έρευνά του με τίτλο «Ο καπιταλισμός πάει στον Πόλεμο», επιχειρούσε μία εμπεριστατωμένη ιστορική και πολιτική σύνδεση του απόλυτου φιλελευθερισμού με το πνεύμα της σύγκρουσης και του ιμπεριαλισμού.

Η παρούσα έρευνα περιλαμβάνει, ωστόσο, και κάποια «αινίγματα», με κορυφαίο αυτό που θέλει εξίσου «πλούσια» (με βάση το ΑΕΠ ανά κεφαλή τους ) και «φτωχά» κράτη να ξεκινούν πολεμικές συγκρούσεις, χωρίς να υπολογίζουν το βαρύ οικονομικό φορτίο που θα κληθούν να σηκώσουν αργότερα.    
  
Σύμφωνα με τους αναλυτές, όσο πιο πλούσιες, πιο δημοκρατικές και πιο αλληλεξαρτημένες γίνονται οι χώρες, και με βάση την υπερίσχυση των αρχών του Διαφωτισμού στον προηγμένο κόσμο, κανονικά θα έπρεπε να περιορίζεται η ανάμιξή τους σε πολέμους. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν συνάγεται από τα στοιχεία.

Έτσι, τα ειρηνόφιλα ιδανικά των πλουσίων κρατών δεν έχουν αποτελέσει εμπόδιο στο να ξεκινήσουν πολέμους, κάτι το οποίο καθίσταται ευκολότερο λόγω των τεχνολογικών προόδων και επιτευγμάτων στα οποία υπερέχουν.

Συν τοις άλλοις, η ικανότητα ενός ισχυρού κράτους να προκαλέσει μεγάλες καταστροφές σε σύντομο διάστημα στον εχθρό - και με πολύ πιο ελεγχόμενο κόστος από ό,τι στο παρελθόν – έχει οδηγήσει στο να «ανοίγει η ψαλίδα» της ισχύος διαρκώς. 

Όπως γλαφυρά καταλήγουν οι δύο καθηγητές μετά τη συγκέντρωση των στοιχείων τους, «κάνουμε πόλεμο πλέον πιο συχνά, όχι γιατί το θέλουμε – απλώς γιατί μπορούμε…».

Μετά από αυτά, δεν μπορεί παρά να μας έρχεται στο νου η διάσημη αλληλογραφία μεταξύ Φρόυντ και Αϊνστάιν, όταν ο μεγάλος φυσικός ζητούσε απεγνωσμένα τα φώτα του πατέρα της ψυχανάλυσης για το κακό που μαστίζει διαχρονικά την ανθρωπότητα, παρά την πρόοδο των επιστημών και της τεχνολογίας.

«Είναι στην ανθρώπινη φύση να θέλει να καταστρέψει τις ερωτικές της δυνάμεις. Μέσα μας παλεύουν σταθερά οι δυνάμεις της δημιουργίας και της καταστροφής.
Ως εκ τούτου, οι πόλεμοι δεν πρόκειται να εκλείψουν ποτέ. Δικός σας, Σίγκμουντ Φρόυντ», ήταν η απάντηση του Αυστριακού γιατρού.