Ο μύθος της γερμανικής ηγεμονίας Γράφει ο
Θανάσης Παντές
ΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ θα πρέπει επίσης να εξετάσει το ενδεχόμενο πολιτικό κόστος από τον αδιάλλακτο δημοσιονομικό συντηρητισμό του: η φήμη της Γερμανίας στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία έχει ήδη επιδεινωθεί, και έχει επίσης αρχίσει να διαβρώνεται κι αλλού. Αν το Βερολίνο συνεχίσει να απαιτεί ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, θα μπορούσε να βλάψει τις διμερείς σχέσεις του με όχι μόνο τις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης, αλλά και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που ευνοούν συνήθως την γερμανικού τύπου αυτοσυγκράτηση. Στον αγώνα για τη σταθεροποίηση του ευρώ, η Γερμανία δεν διαθέτει επαρκή ιδεολογική δύναμη για να επιτύχει μια συναίνεση για τη δημοσιονομική εξυγίανση. Σε όλη την Ευρώπη, η έκκληση της κυβέρνησης Μέρκελ για λιτότητα γίνεται αντιληπτή ως ιδιοτελής λόγος που θα μπορούσε μόνο να καταπνίξει την ανάπτυξη, όχι να την τονώσει. Πιέζοντας αδυσώπητα για μια Ευρώπη που μένει ενωμένη λόγω του οράματός της, η Γερμανία κινδυνεύει να χάσει πολλούς από τους συνεργάτες της και να μετατρέψει τους φίλους της σε σκεπτικιστές.
ΕΠΙΠΛΕΟΝ, οι λύσεις που προτιμά η κυβέρνηση Μέρκελ για το μέλλον της ευρωζώνης θα έχουν οικονομικό και πολιτικό κόστος που τώρα φαίνεται να είναι υποτιμημένο για την ίδια τη Γερμανία, καθιστώντας τους ψηφοφόρους λιγότερο πιθανό να συμπορευτούν με τα σχέδιά της. Μια πολιτική διαπραγμάτευση που επιτρέπει το μεγάλο άλμα προς μια ευρωπαϊκή πολιτική ένωση θα μπορούσε να περιλαμβάνει τον επιμερισμό των ευθυνών για τα χρέη των χωρών, φτιάχνοντας μια ένωση τραπεζών καθώς και μεταβιβάζοντας χρήματα διαμέσου των πολιτικών συνόρων – πράγματα τα οποία θα φορτώσουν με μεγάλα έξοδα και κινδύνους τους Γερμανούς φορολογούμενους.
ΠΡΟΧΩΡΩΝΤΑΣ προς τα εμπρός, οι χώρες της ευρωζώνης είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσουν αυτό που είναι γνωστό ως μια ένωση Παθητικού (σ.σ.: ως αντίθετο του Ενεργητικού σε έναν ισολογισμό), μοιράζοντας την ευθύνη για τα χρέη, είτε τα ιδιωτικά (στον τραπεζικό τομέα) είτε τα δημόσια. Κανένα από αυτά τα αποτελέσματα δεν ταιριάζει με τις προτιμήσεις της Γερμανίας για την ελαχιστοποίηση των συλλογικών κινδύνων. Ακόμα και το σπρώξιμο της Ελλάδας έξω από την ευρωζώνη, έτσι ώστε η Γερμανία να μην υποχρεούται να την υποστηρίζει, πιθανόν να οδηγήσει σε κάποιο είδος κοινής ευθύνης. Εάν η Ελλάδα εγκαταλείψει την ευρωζώνη, ο τραπεζικός πανικός και η μετάδοσή του στην αγορά ομολόγων θα έθετε σε κίνδυνο την υπόλοιπη ευρωζώνη και θα απαιτούσε τεράστια τείχη οικονομικής προστασίας, μια κοινή ανάληψη των χρεών και κάποιο είδος ένωσης στον τραπεζικό τομέα. Αν σπρώξει την Ελλάδα στο χείλος του γκρεμού, η Γερμανία μπορεί να καταλήξει να πρέπει να δεχτεί σημαντική ευθύνη για τα υπόλοιπα δημοσιονομικά και οικονομικά προβλήματα της Ευρώπης. Και θα πρέπει να το πράξει με ανεξέλεγκτο τρόπο, χωρίς να είναι σε θέση να εγγυηθεί οποιονδήποτε περαιτέρω οικονομικό συντονισμό ή ρύθμιση επί των προϋπολογισμών των κρατών - μελών.
ΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ πρέπει να γνωρίζει ότι η σταθεροποίηση του ευρώ και η μεταρρύθμιση της ΕΕ δεν θα οδηγήσουν σε μια γερμανοποιημένη Ευρώπη. Και πράγματι, οι ηγέτες της Γερμανίας έχουν ήδη αρχίσει να συνειδητοποιούν τα όρια της ιδιαίτερης οπτικής τους. Ξέρουν ότι τα μέτρα που ελήφθησαν στο πλαίσιο της ισχυρής γερμανικής επιρροής της περιόδου 2010-11 δεν ήταν επαρκή για να περιορίσουν την κρίση, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της περαιτέρω ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και μεταρρυθμίσεων μετά από μια μακρά διαδικασία διαπραγμάτευσης. Η Γερμανία μόνη της δεν θα είναι σε θέση να ωθήσει τα κράτη μέλη που διστάζουν να παραδώσουν περισσότερη από την εθνική κυριαρχία τους, ούτε θα είναι σε θέση να καθορίσει την έκβαση της διαδικασίας. Αν θελήσει να ασκήσει ισχυρή επιρροή, το Βερολίνο θα πρέπει να αποκαταστήσει στενούς δεσμούς με το Παρίσι και να υποστηρίξει αυτή την συνεργασία, φέρνοντας διάφορες άλλες χώρες μαζί για να υποστηρίξουν μια βαθύτερη ολοκλήρωση. Αυτό το νέο άνοιγμα θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τις χώρες της ευρωζώνης – για να εδραιωθεί το κοινό νόμισμα - καθώς και αουτσάιντερ, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και την Πολωνία, των οποίων η ένταξη είναι αναγκαία για να αναμορφωθούν οι θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Γερμανία πρέπει να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην οικοδόμηση γεφυρών μεταξύ Νότου και Βορρά, μεταξύ αυτών που δίνουν και εκείνων που παίρνουν και μεταξύ αυτών που υποστηρίζουν την λιτότητα και εκείνων που είναι υπέρ της ανάπτυξης.
ΕΝ ΟΛΙΓΟΙΣ, είναι μάλλον απίθανο ότι η Γερμανία θα είναι σε θέση να υπαγορεύσει το πώς η Ευρώπη θα επιλύσει την κρίση του χρέους της ή το πώς θα μεταρρυθμίσει τα θεσμικά της όργανα. Το να προχωρήσει μόνη της δεν είναι δυνατό, διότι ακόμη και ο μεγαλύτερος πληρωτής ή το μεγαλύτερο κράτος - μέλος δεν μπορεί να διαμορφώσει μονομερώς τους κανόνες. Οι απαραίτητοι συνασπισμοί για την αποκατάσταση της οικονομικής και πολιτικής αρχιτεκτονικής της Ευρώπης θα μετριάσουν τα γερμανικά σχέδια. Η πίεση των αγορών στις χώρες της κρίσης μπορεί να επέτρεψε στο Βερολίνο, για κάποιο χρονικό διάστημα, να εφαρμόσει στην ευρωζώνη την δική του προσέγγιση της πολιτικής από την πλευρά της προσφοράς (σ.σ.: ως αντίθετο της ζήτησης στην οικονομία). Αλλά η κρίση δεν θα επιτρέψει στη Γερμανία να περάσει, χωρίς περιορισμό, το δικό της όραμα για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση».
ΟΣΟΝ αφορά το μύθο της γερμανικής ηγεμονίας, ως λαός αρεσκόμεθα σε μύθους αιώνες τώρα.
ΜΗΠΩΣ έφτασε άραγε η στιγμή της απομυθοποίησης;