Παρασκευή
15 Νοεμβρίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 5171RSS FEED
Προς ψηφοφόρους και υποψήφιους πολιτικούς
Γράφει ο
Βασίλης Γιαννακόπουλος
Τόσο οι Έλληνες ψηφοφόροι όσο και οι υποψήφιοι πολιτικοί θα πρέπει να γνωρίζουν ορισμένες βασικές έννοιες, προκειμένου να ασκήσουν το δικαίωμα του «εκλέγειν» και «εκλέγεσθαι». Για παράδειγμα, δεν νοείται ένας υποψήφιος πολιτικός να αγνοεί τι είναι η «εθνική ισχύς», ποιοι είναι οι «εθνικοί στόχοι» μιας χώρας και ποιες είναι στην παρούσα φάση οι «μείζονες εθνικές απειλές». Δεν νοείται να αγνοεί ότι «η ασφάλεια και η ευημερία συνιστούν τους εθνικούς στόχους» ή ότι «ο ίδιος και η οικονομία συνιστούν μεταβλητούς παράγοντες της εθνικής ισχύος». Διότι αν αγνοεί αυτές τις βασικές έννοιες, τότε δεν γνωρίζει ποια θα είναι η αποστολή του και συνεπώς δεν έχει θέση στην ελληνική Βουλή.

Συνήθως, ο Έλληνας πολίτης ασκεί το εκλογικό του δικαίωμα επηρεαζόμενος από παράγοντες, που δεν συνάδουν με το εθνικό συμφέρον. Για παράδειγμα, θέτει ως πρώτη προτεραιότητα το προσωπικό ή το στενό οικογενειακό του συμφέρον, την πολιτική του ιδεολογία, το συναίσθημά του, κτλ. Σε αρκετές περιπτώσεις δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει τα βασικά σημεία του προγράμματος των πολιτικών κομμάτων ή έχει πεισθεί για την ορθότητα της πολιτικής του επιλογής από τρίτους ή ακόμη και από τυχαία γεγονότα. Πέρα από το γεγονός αυτό, στη διάρκεια της μεταπολίτευσης ο Έλληνας ψηφοφόρος συμμετείχε ενεργά στη δημιουργία της πελατειακής σχέσης που προώθησαν τα δύο μεγάλα κόμματα της εξουσίας. Επομένως, συνειδητά ή όχι, «συνεργάσθηκε» και «συνευθύνεται» ως ένα βαθμό για την παρούσα κατάσταση της χώρας. 

Σε λίγες βδομάδες, ο ελληνικός λαός θα κληθεί για άλλη μια φορά να επιλέξει ένα πολιτικό κόμμα, προκειμένου να τον «απαλλάξει» από τα μείζονα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Οι επικείμενες εκλογές παρουσιάζουν μια σειρά από ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, σε σχέση με τις προηγούμενες των τελευταίων τριών δεκαετιών. Συγκεκριμένα: 

Η χώρα βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη φάση της νεώτερης ιστορίας της.
  
Η εθνική ισχύς έχει συρρικνωθεί και ιδιαίτερα οι μεταβλητοί παράγοντές της όπως η οικονομία, η ποιότητα της παιδείας, η αποτελεσματικότητα της πολιτικής ηγεσίας, της κρατικής μηχανής, της διπλωματίας, κτλ.
  
Κανένα πολιτικό κόμμα δεν αναμένεται να αποκτήσει αυτοδυναμία. Επομένως, μετά τις εκλογές αναμένεται να προκύψει μια βραχύβια κυβέρνηση συνασπισμού δύο ή περισσότερων κομμάτων, ενώ η έναρξη μιας περιόδου επαναλαμβανόμενων εκλογικών διαδικασιών είναι ορατή.  
   
Τα κόμματα της κεντρο-αριστεράς παρουσιάζονται ιδιαίτερα ενισχυμένα.

Τα πολιτικά κόμματα έχουν κατηγοριοποιηθεί σε «μνημονιακά» και «αντιμνημονιακά», και υποστηρίζουν τις πολιτικές τους επιλογές μέσα από μια «κινδυνολογία άνευ προηγουμένου».

Το ποσοστό των ψηφοφόρων, που προτίθεται να ψηφίσει «αρνητικά» κατά των δύο κομμάτων της εξουσίας, εμφανίζεται ιδιαίτερα αυξημένο και υπολογίζεται σε περίπου 45% του συνολικού αριθμού των ψηφοφόρων.

Η πελατειακή σχέση κομμάτων-ψηφοφόρων τείνει να εξαληφθεί, όχι επειδή ξαφνικά οι πολιτικές δυνάμεις αποφάσισαν να αυτοελεγχθούν ηθικά, αλλά επειδή δεν διαθέτουν πλέον το απαιτούμενο κρατικό χρήμα για να τη συντηρήσουν.

Πριν λοιπόν έρθει η στιγμή να επιλέξουμε ένα ψηφοδέλτιο και να το ρίξουμε στην κάλπη, θα πρέπει να αναλογισθούμε αν γνωρίζουμε όσα απαιτούνται, προκειμένου να ασκήσουμε το συνταγματικά κατοχυρωμένο εκλογικό μας δικαίωμα. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ποιες είναι οι μείζονες εθνικές απειλές, που υποβαθμίζουν την ποιότητα της καθημερινότητάς μας και απειλούν την ασφάλειά μας; Γνωρίζουμε τα προγράμματα των κομμάτων; Ανταποκρίνονται αυτά τα προγράμματα στις εθνικές προκλήσεις; Έχουμε αξιολογήσει την αξιοπιστία των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων και των ηγετικών στελεχών τους;

Η παρούσα ανάλυση δεν επιχειρεί να δώσει απαντήσεις ή να αξιολογήσει τα πολιτικά κόμματα. Ωστόσο, δεν θα ήταν δύσκολο να αναφερθούν οι μείζονες εθνικές προκλήσεις, τις οποίες θα κληθεί να αντιμετωπίσει η επόμενη κυβέρνηση. Ίσως, η ιεράρχησή τους να είναι θέμα προς συζήτηση ή ανάλυση. Παρόλα αυτά, πολύ δύσκολα κάποιος θα μπορούσε να αμφισβητήσει ότι οι τέσσερεις μείζονες εθνικές προκλήσεις στην παρούσα φάση είναι: 

Η δεινή οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα, εξαιτίας της κακοδιαχείρισης των δημοσιοοικονομικών από τα δύο μεγάλα κόμματα που εναλλάσσονταν στην εξουσία.

Η ανεξέλεγκτη μαζική μεταναστευτική ροή κυρίως από την Ασία και την Αφρική προς την Ελλάδα, που συνιστά την κύρια πύλη εισόδου παράνομων μεταναστών και προσφύγων προς τη γηραιά ήπειρο.

Η συνεχής αύξηση της εγκληματικότητας, ως συνέπεια των δύο προηγούμενων εθνικών απειλών.

Η συμβατική απειλή των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και η ασύμμετρη απειλή της εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας, κυρίως στα θέματα που αφορούν το Αιγαίο (οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, casus belli, γκρίζες ζώνες, FIR, κτλ) [1], τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης και το ρόλο της Τουρκίας στο μεταναστευτικό. Μάλιστα, το επόμενο χρονικό διάστημα, λόγω της πρόθεσης της ελληνικής κυβέρνησης να προχωρήσει στην κήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ, είναι πιθανόν η απειλή της Τουρκίας να αυξηθεί ως προς την πιθανότητα εκδήλωσής της.

Έχοντας λοιπόν υπόψη αφενός τα μείζονα εθνικά προβλήματα, που απειλούν την ασφάλεια και την ευημερία του Έλληνα πολίτη, και αφετέρου τα προγράμματα και την αξιοπιστία των κομμάτων, ο μέσος Έλληνας ψηφοφόρος μπορεί να κατανοήσει ευκολότερα την παρούσα κατάσταση και να επιλέξει με μικρότερη πιθανότητα λάθους το καταλληλότερο πολιτικό κόμμα, που θα κληθεί μετεκλογικά να αναλάβει την εκτελεστική εξουσία.

Πέρα απ’ όλα αυτά, θα πρέπει να έχει κατά νου ότι οι μείζονες εθνικές προκλήσεις υφίστανται κυρίως εξαιτίας δύο εσκεμμένων(;) ή ατυχών πολιτικών επιλογών του παρελθόντος: 

Του νόμου περί ευθύνης υπουργών (Ν. 3126/2003) και του Άρθρου 86 του Συντάγματος [2], που αφαίρεσαν μέρος της δικαστικής εξουσίας, δημιούργησαν  δημοκρατικό έλλειμμα, και ουσιαστικά λειτούργησαν καταλυτικά στην εμφάνιση φαινομένων διαφθοράς, τα οποία σε μεγάλο βαθμό ευθύνονται για την παρούσα οικονομική κατάσταση της χώρας, αλλά και για την απώλεια ενός μέρους της εθνικής μας ισχύος. Αναφερόμενοι στη διαφθορά, που μάστιζε τη χώρα για περισσότερα από τριάντα χρόνια και προκάλεσε εθνική φθορά, θα πρέπει να τονίσουμε ότι «σύμφωνα με την οργάνωση Transparency International, η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση της ΕΕ, ως προς το δείκτη αντίληψης της διαφθοράς (Corruption Perceptions Index: 3,4)» [3]. Στην πρώτη θέση της ΕΕ βρίσκεται η Δανία και τελευταία η Βουλγαρία.

Του Κανονισμού Δουβλίνο ΙΙ (2003), ο οποίος αναφέρεται στην παράνομη μετανάστευση και βάσει του οποίου «οι αιτούντες άσυλο πρέπει να υποβάλουν το αίτημα ασύλου στην πρώτη χώρα από την οποία εισήλθαν στην ΕΕ» [4]. Με άλλα λόγια, αφού η Ελλάδα συνιστά την κύρια πύλη εισόδου των μεταναστών προς την Ευρώπη (ακολουθεί η Ιταλία και η Ισπανία), είναι υποχρεωμένη να δεχθεί τον αιτούντα άσυλο ακόμη κι αν αυτός καταφέρει να βρεθεί σε άλλη χώρα-μέλος της ΕΕ.
Είναι προφανές λοιπόν ότι εξαιτίας του Κανονισμού Δουβλίνο ΙΙ, που στο πρόσφατο παρελθόν υπέγραψαν οι πολιτικοί μας, η Ελλάδα έχει καταστεί «παγίδα» των παράνομων μεταναστών, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρούνται οι ίδιοι οι μετανάστες, να επιδεινώνεται η εσωτερική ασφάλεια, η δημόσια υγεία, η οικονομία, αλλά και να μετατρέπεται η ελληνική κοινωνία σε πολυπολιτισμική.


Αν λοιπόν ο Έλληνας ψηφοφόρος είχε τη δυνατότητα να αποτανθεί προς τα πολιτικά κόμματα, θα έπρεπε, πέρα από την ικανότητα και το ήθος των υποψήφιων πολιτικών, να «απαιτήσει» την άρση της βουλευτικής ασυλίας και την τροποποίηση επί της ουσίας του Κανονισμού Δουβλίνο ΙΙ. Δηλαδή, τις δύο πολιτικές επιλογές του παρελθόντος, που αργά αλλά σταθερά προκαλούν φθορά της εθνικής μας ισχύος..


[1] Υπουργείο Εξωτερικών, Εξωτερική Πολιτική, Ειδικά Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής, «Ζητήματα Ελληνοτουρκικών Σχέσεων», 9 Απριλίου 2012

[2] Βουλή των Ελλήνων, Σύνταγμα, «Άρθρο 86: (Δίωξη κατά μελών της Κυβέρνησης, Ειδικό Δικαστήριο)», όπως αναθεωρήθηκε με το Ψήφισμα της 27 Μαΐου 2008 της Η’ Αναθεωρητικής Bουλής των Ελλήνων

[3] Η μέτρηση του μεγέθους του φαινομένου της διαφθοράς μιας χώρας θεωρείται περίπλοκη διαδικασία καθώς χρησιμοποιεί τη στατιστική για την αξιολόγηση 13 (το μέγιστο) ανεξάρτητων ερευνών (Surveys Used), προκειμένου να καταλήξει σε μια απόλυτη τιμή (Corruption Perceptions Index, CPI),  που αντιστοιχεί στην αντίληψη του μεγέθους της διαφθοράς για την εν λόγω χώρα. Το CPI παίρνει τιμές από 0 έως 10 (το 10 αντιστοιχεί σε μηδενική διαφθορά).

Transparency International, Corruption Perceptions Index 2011, “The perceived levels of public-sector corruption in 183 countries/territories around the world”, 2012

[4] Amnesty International, «Πρόσφυγες και Μετανάστες, Κανονισμός Δουβλίνο ΙΙ», 25 Μαΐου 2010