Η κρίση και η λήθη20/07/2012
Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Τριάντα οχτώ χρόνια μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα και την καταβολή του πιο ακριβού τιμήματος, που ήταν η καταστροφή της Κύπρου, βρισκόμαστε μπροστά στο επόμενο καταστροφικό δίδυμο: Αυτό της κρίσης και της λήθης.
Στην Ελλάδα, η επέτειος καταργήθηκε – κατά τη γνώμη μου όχι λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά επειδή, αν και καταβλήθηκαν αρκετές προσπάθειες και επιχειρήθηκαν διάφοροι πειραματισμοί, δεν στάθηκε δυνατόν να βρεθεί ένας αξιοπρεπής τρόπος για να τιμάται η επέτειος.
Περιορίστηκε σε μια δεξίωση στους κήπους του Προεδρικού, φορτώθηκε με ένα σωρό μπιχλιμπίδια και άθλια ψιμύθια και μετά άρχισαν οι προσθαφαιρέσεις: Έξω οι κοσμικοί, μέσα οι αντιστασιακοί. Έξω οι σολομοί, μέσα οι πορτοκαλάδες. Όχι βράδυ, αλλά πρωί. Χωρίς συζύγους, χωρίς παγωτό, χωρίς ορχήστρα. Όλα τα δοκιμάσαμε, αλλά το μήνυμα δεν έφθασε ποτέ.
Στο τέλος κατάντησε μια θλιβερή εκδήλωση, μια ανιαρή υποχρέωση – και έξω από την πόρτα.
Η αδυναμία να βρεθεί ένας σοβαρός και στιβαρός τρόπος, ώστε κάθε χρόνο να θυμάται ο ελληνικός λαός τους αγώνες κατά της δικτατορίας, την αξία της ελευθερίας και της Δημοκρατίας, τα δεινά που προκαλεί ο εθνικός διχασμός, μοιραία θα οδηγήσει στην απόλυτη λήθη.
Η οικονομική κρίση είναι πρόσχημα – υπάρχουν σίγουρα «φτηνοί» τρόποι για να κρατήσεις ζωντανή τη μνήμη και να διδάξεις τους νεώτερους.
Ας αφήσουμε που πέρσι οι (πραγματικοί) αντιστασιακοί είχαν επιστρέψει τις προσκλήσεις και μάλλον το ίδιο σκόπευαν να πράξουν και φέτος.
Αλλά ακριβώς τώρα, περισσότερο από ποτέ, έχουμε ανάγκη να ανατρέξουμε στο παρελθόν του ζόφου, να πάρει ο λαός δύναμη από τις μνήμες διωγμών, αλλά και ανέχειας, να πληροφορηθεί τι προηγήθηκε της δικτατορίας και τι επακολούθησε.
Ο τρόπος με τον οποίο η Ελλάδα επί 37 χρόνια τίμησε την επέτειο – άλλοτε χλιδάτα και άλλοτε τσιγγούνικα και ενοχικά – αποτελεί έναν από τους λόγους για τους οποίους φτάσαμε ως εδώ. (διαβάστε εδώ:
http://www.elzoni.gr/html/ent/853/ent.11853.asp)
Στο κάτω-κάτω, πόσο κοστίζει να στήσεις μια γιγαντοοθόνη στο Σύνταγμα και στις κεντρικές πλατείες όλης της χώρας και να δείξεις μια ταινία με όσα συνέβησαν στη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας, αλλά και όσα προηγήθηκαν και ακολούθησαν;
Και να προβάλουν την (μικρού μήκους) ταινία, την ίδια ώρα, όλοι οι τηλεοπτικοί σταθμοί;
Για ψύλλου πήδημα στήνονται οι γιγαντοοθόνες! Αρκεί ένας ποδοσφαιρικός αγώνας και γίνεται χαλασμός κόσμου!
Στην Κύπρο πάλι, οργανώνονται κάθε χρόνο οι αντικατοχικές εκδηλώσεις και τα συλλαλητήρια, αλλά κι’ εκεί έχει τρέξει πολύ νερό στις πηγές του Πενταδάκτυλου (όπου, παρεμπιπτόντως, έπιασε φωτιά στο κατεχόμενο τμήμα του, αλλά το ψευδοκράτος δεν δέχθηκε την βοήθεια που πρόσφερε, επισήμως μέσω ΟΗΕ, η Κυπριακή Δημοκρατία).
Σημειώστε ότι η φωτιά ξέσπασε στις 15 Ιουλίου, ανήμερα της επετείου του προδοτικού πραξικοπήματος, τότε που η Τουρκία έκανε τον ψόφιο κοριό, ενώ ετοίμαζε τον Αττίλα 1 της 20ής Ιουλίου 1974 – για να ακολουθήσει ο Αττίλας 2 της 14ης Αυγούστου.
Τριάντα οχτώ χρόνια τώρα αναζητείται λύση και λύση δεν βρίσκεται.
Πάνε κι’ έρχονται τα «σχέδια» - όπως το αλήστου μνήμης Σχέδιο Ανάν - πάνε κι’ έρχονται οι γενικοί γραμματείς του ΟΗΕ, πάνε κι’ έρχονται οι ειδικοί διαμεσολαβητές και διαπραγματευτές, πάμε κι’ ερχόμαστε κι’ εμείς – στην Πράσινη Γραμμή, στην Πλατεία Ελευθερίας στη Λευκωσία, στο οδόφραγμα του Λήδρα Παλλάς με τους συγγενείς των αγνοουμένων.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ – και πάντα θα το λέω και θα το γράφω – πόσο ανήμπορη ένιωσα, εκείνον τον Ιούλιο του 2000, όταν στ’ αυτιά μου έφθασε η φωνή μιας από τις μαυροφόρες:
«Γυναίκες, σηκωθείτε! Μια δημοσιογράφος από τη Μητέρα Πατρίδα».
Μίλησα μαζί τους, τράβηξα φωτογραφίες, χαιρέτισα…
Στην πλάτη μου, άλλη μια φωνή, αυτή της ακούραστης και ηρωικής δασκάλας Ελένης Φωκά: «Μην τους αφήσετε να μας ξεχάσουν»!
Γύρισα και έκανα ένα νεύμα, σα να την καθησύχαζα – έννοια σου, δεν θα τους αφήσω.
Κράτησα την υπόσχεσή μου, αλλά δεν είμαι σίγουρη για το αποτέλεσμα…
Η έλλειψη φαντασίας και πολιτικής βούλησης, είναι ισχυρότερη από την έλλειψη χρημάτων.
Και ως γνωστόν, οι λαοί που δεν γνωρίζουν την Ιστορία τους, είναι καταδικασμένοι να την ξαναζήσουν.
Τώρα, τα φαντάσματα του παρελθόντος γίνονται οι εφιάλτες του μέλλοντος.
Όσο για τον διεθνή (και ευρωπαϊκό) παράγοντα, συνεχίζει να σφυρίζει αδιάφορα.
Όπως τότε, στις 19 Αυγούστου 1974, όταν τα τουρκικά στρατεύματα κατελάμβαναν το ένα κυπριακό χωριό μετά το άλλο και ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ, ερωτηθείς αν σύμφωνα με το Nόμο περί Eξωτερικής Bοηθείας έπρεπε, υπό το φως των εξελίξεων, να διακοπεί η βοήθεια προς την Τουρκία, απάντησε: «Πρέπει να ζητήσω μια νομική άποψη επί του θέματος, κάτι που δεν έχω κάνει».
Κάτι που δεν είχε κάνει!
Μετά βρέθηκαν κι’ άλλοι που δεν έκαναν κάτι. Βρέθηκαν κι’ άλλοι που δεν σκέφθηκαν να θέσουν το πρόβλημα στην πραγματική του βάση: Ότι το Κυπριακό είναι ζήτημα εισβολής και κατοχής.
Έτσι φθάσαμε, το καλοκαίρι του 2000, στον Αττίλα 3, με την εισβολή του τουρκικού στρατού στα Στροβίλια της ελεύθερης Κύπρου – τότε που στην Ελλάδα «ενημερωνόμασταν» για την επίσκεψη της Μις Τουρκία στην Πάργα και παρακολουθούσαμε τον καυγά για την προτομή της Βουγιουκλάκη.
Μετά, ήλθε ο αείμνηστος Τάσσος Παπαδόπουλος, η είσοδος της Κύπρου στην ΕΕ, το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν.
Και οι ιστορικές δηλώσεις του Τάσσου:
«Παρέλαβα κράτος, δεν θα παραδώσω κοινότητα».
«Όλες οι αποφάσεις για το Κυπριακό λαμβάνονται στην Άγκυρα. Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των θέσεων του στρατηγού Οζκιόκ του Ερντογάν και του Ντενκτάς» - άλλο που μετά επιβλήθηκε η κυρίαρχη άποψη περί του «σκληρού» Ντενκτάς, του «διαλλακτικού» Ταλάτ και ξανά του «σκληρού» Έρογλου.
«Όχι στο διαχωρισμό της κυπριακής παιδείας από την ελληνική». (Για την φημολογούμενη τότε αλλαγή των σχολικών βιβλίων στην Κύπρο).
«Η Κύπρος θα καταλάβει και τις έξι θέσεις που δικαιούται». (Για την πονηρή «πρόταση» να αφήσει η Λευκωσία δύο από τις έξι θέσεις που δικαιούτο στην Ευρωβουλή κενές, προκειμένου, μετά την επίλυση του Κυπριακού, να καταληφθούν από Τουρκοκυπρίους).
Μετά, ήλθε η Σύνοδος Κορυφής του Δεκεμβρίου του 2004. Πάλι δεν μάθαμε τι έγινε – ήταν τότε που επιβλήθηκαν στην Τουρκία όροι και μηχανισμοί αναστολής των διαπραγματεύσεων που δεν έχουν εφαρμοστεί σε καμιά άλλη υποψήφια χώρα και μόνιμη απόκλιση από το κοινοτικό κεκτημένο ως προς την ελεύθερη διακίνηση προσώπων.
Σωστά. Διότι τότε μας απασχολούσαν με την… αποφυλάκιση του «δράκου» Παπαχρόνη και μας έδειχναν εικόνες από την θριαμβευτική (για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης) επιστροφή του Ερντογάν στην Άγκυρα.
Στο μεταξύ, το Κυπριακό αφαιρέθηκε από τον ελληνοτουρκικό διάλογο – είχαν υπογραφεί και οι Συμφωνίες της Μαδρίτης το 1997, και του Ελσίνκι, το 1999, εκ των οποίων η πρώτη αναγνώριζε ότι η Τουρκία έχει νόμιμα ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο και η δεύτερη την ύπαρξη «συνοριακών διαφορών με την Τουρκία».
Οπότε, μπορούσε και ο Σολάνα, ο σοσιαλιστής ύπατος αρμοστής τότε της Ε.Ε. για την άμυνα και την εξωτερική πολιτική, να δηλώνει σχετικά με το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν πως «αν το βόρειο τμήμα ψηφίσει “ναι” και το νότιο “όχι”, η ζωή δεν θα είναι πια η ίδια».
Αλλά και σ’ αυτό είχε απαντήσει ο Τάσσος: «Τι δηλαδή; Δεν θα με σερβίρουν στα επίσημα γεύματα;».
Τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια.
Από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας – που θα την ξεχάσουμε κι’ αυτή, μαζί με τη δικτατορία.
Από το προδοτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, τον Αττίλα 1 της 20ής Ιουλίου και τον Αττίλα 2 της 14ης Αυγούστου.
Όλα γύρω μας έχουν αλλάξει – στην αρχή προς το καλύτερο και μετά προς το χειρότερο, στην Ελλάδα και στην Κύπρο.
Όλοι γύρω μας έχουν ξεχάσει.
Άλλωστε, όπως λέει και η Κύπρια συνάδελφος Ανδρούλα Γεωργιάδου, τα νεογέννητα Κυπριόπουλα λένε πρώτα «δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία» κι’ ύστερα «μαμά, μπαμπά»!
Υ.Γ. Τη Δευτέρα, στις 8 το βράδυ, στο Πάρκο Ελευθερίας, εκεί που κάποτε βρισκόταν το κολαστήριο του ΕΑΤ-ΕΣΑ, ο Σύνδεσμος Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967-1974, οργανώνει την καθιερωμένη του τελετή. Διότι η κρίση βαθαίνει με τη λήθη…