Ευέλικτες, δυναμικές και ευπροσάρμοστες είναι από τη φύση τους οι οικογενειακές επιχειρήσεις. Ιδιαίτερα οι μεγαλύτερες και μακροβιότερες από αυτές το έχουν επιβεβαιώσει στην πράξη, καθώς επιβιώνουν και αναπτύσσονται σε συνθήκες έντονου ανταγωνισμού.
Κατά συνέπεια, είναι σωστά τοποθετημένες για να αξιοποιήσουν τις δυνάμεις που μετασχηματίζουν σήμερα το επιχειρηματικό τοπίο και την οικονομία γενικότερα και να πρωταγωνιστήσουν στις επερχόμενες αλλαγές. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει από την τελευταία έκδοση της τακτικής έρευνας της ΕΥ, Family Business Survey, η οποία κατέγραψε τις απόψεις στελεχών από 589 οικογενειακές επιχειρήσεις σε 23 μεγάλες διεθνείς αγορές.
Παρά το γεγονός ότι μόνο το 12% των ερωτηθέντων χαρακτηρίζει τις επιχειρήσεις του ως παράγοντες μετασχηματισμού της οικονομίας και της επιχειρηματικότητας (disruptors), οι επιλογές τους, στην πράξη, επιβεβαιώνουν το αντίθετο: 68% θεωρεί ότι οι επιχειρήσεις του διακρίνονται από επιχειρηματικό πνεύμα, 67% ότι αγκαλιάζουν την ευελιξία και τις αλλαγές, ενώ 61% ότι αποδέχονται την αποτυχία στο πλαίσιο της συνεχούς βελτίωσης.
Οι οικογενειακές επιχειρήσεις συμβαδίζουν με τις εξελίξεις, καθώς 68% χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το 65% αξιοποιεί τα big data και το 50% την αυτοματοποίηση ρομποτικών διαδικασιών.
Προσαρμοστική και ευέλικτη εταιρική κουλτούρα Με τον τρόπο αυτό, οι μεγάλες οικογενειακές επιχειρήσεις έχουν καταφέρει να αναπτύξουν μια προσαρμοστική και ευέλικτη εταιρική κουλτούρα, να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον που ενθαρρύνει την ευελιξία, και να ανταμείβουν την καινοτομία. Βρίσκονται, συνεπώς, σε ιδανική θέση για να πρωταγωνιστήσουν στον δημιουργικό μετασχηματισμό της οικονομίας.
Η ευελιξία και προσαρμοστικότητα των οικογενειακών επιχειρήσεων ενισχύεται από την κεφαλαιακή τους διάρθρωση και τη μειωμένη εξάρτηση από ξένα κεφάλαια. Δύο στους τρεις ερωτηθέντες αναφέρουν ότι αναπτύσσονται και καινοτομούν επενδύοντας αποκλειστικά δικά τους κεφάλαια.
Χρηματοδότηση με ίδια κεφάλαια Ενδιαφέρον προκαλεί ότι το 62% δηλώνει ότι δεν προχώρησε ποτέ στην έκδοση νέων μετοχών σε τρίτους, για να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις, ενώ οι υπόλοιποι δηλώνουν ότι προχώρησαν σε αυτό το βήμα μόνο για μικρό χρονικό διάστημα διάρκειας τεσσάρων έως έξι ετών κατά μέσο όρο.
Ο έλεγχος αυτός των κεφαλαιακών τους αναγκών τούς επιτρέπει να αντιδρούν άμεσα, όταν το επιβάλλουν οι συνθήκες. Δεν είναι τυχαίο ότι, σε μια περίοδο όπου το ΔΝΤ προβλέπει ότι το παγκόσμιο ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά μόλις 3,6%, οι οικογενειακές επιχειρήσεις που μετείχαν στην έρευνα στοχεύουν σε μέσο ρυθμό ανάπτυξης 9,1%, επίδοση που πλησιάζει τις εταιρείες της λίστας S&P 500 (10%).
Ο συνδυασμός της ευελιξίας αυτής και της μακροπρόθεσμης θεώρησης οδηγεί τις οικογενειακές επιχειρήσεις να επενδύουν σε τομείς και δραστηριότητες που θα τους επιτρέψουν να αντιμετωπίσουν, ή και να αξιοποιήσουν, τις μετασχηματιστικές δυνάμεις της οικονομίας.
Οι τομείς όπου επικεντρώνουν τα επενδυτικά τους σχέδια για τα επόμενα τρία χρόνια οι οικογενειακές επιχειρήσεις είναι νέα προϊόντα και υπηρεσίες (59%), συστήματα πληροφορικής και ελέγχου (57%), ανθρώπινο κεφάλαιο (53%), και παραγωγική ικανότητα (48%).