Η αλήθεια για τα αιτήματα μιας απεργίας που δεν θα γίνει13/05/2013
Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να υπενθυμίσουμε πως το επίπεδο της εκπαίδευσης δεν εξαρτάται ούτε από τη χρηματοδότηση, ούτε από το μέγεθος της τάξης, ούτε από τον «προοδευτικό» χαρακτήρα των μεταρρυθμίσεων, αλλά αποκλειστικά και μόνο από την ποιότητα του εκπαιδευτικού προσωπικού.
Αυτό έχει προκύψει από όλες τις έρευνες – διεθνείς και εγχώριες.
Σε διαφορετική περίπτωση, η Ελλάδα, με την μεγαλύτερη αναλογία εκπαιδευτικών προς μαθητές στον κόσμο, θα έπρεπε να αριστεύει – ενώ αντίθετα βρίσκεται στον πάτο.
Ούτε χρειάζεται να ξαναπούμε πως οι μισθοί των εκπαιδευτικών είναι χαμηλοί – σήμερα λόγω της κρίσης και χτες λόγω των αθρόων διορισμών, με αποτέλεσμα να μοιράζεται η πίτα σε περισσότερους που αμείβονται με λιγότερα.
Αυτό, όμως, που συμβαίνει σήμερα σχετίζεται με κάτι άλλο, πιο βαθύ, που τείνει να εξελιχθεί σε τρόπο δράσης: Την αμφισβήτηση των ίδιων των νόμων, που ψηφίζονται από δημοκρατικά εκλεγμένη Βουλή – είτε κάποιοι συμφωνούν, είτε όχι.
Οι εκπαιδευτικοί ξεκίνησαν τις κινητοποιήσεις τους με αιχμή του δόρατος την αύξηση κατά δύο ώρες εβδομαδιαίως του διδακτικού τους έργου και, όταν βρέθηκαν αντιμέτωποι με την αντίδραση της κοινωνίας – τους άνεργους, τους γονείς που με χίλιες θυσίες προετοίμασαν τα παιδιά τους για τις Πανελλαδικές, τους γονείς που στέλνουν τα παιδιά τους νηστικά στο σχολείο – άλλαξαν το τροπάρι.
Σε δεύτερο χρόνο, λοιπόν, είπαν πως δεν είναι πρόβλημα οι δύο επιπλέον ώρες, αλλά οι αποσπάσεις, οι μεταθέσεις, η αξιολόγηση, οι συγχωνεύσεις σχολείων και (οπωσδήποτε) τελικά το μνημόνιο.
Εντάξει. Το πρόβλημα είναι, όμως, πως όλα τα αιτήματά τους σχετίζονται με την κατάργηση ήδη ψηφισμένων νόμων.
Μέχρι τώρα, γνωρίζαμε πως οι κινητοποιήσεις γίνονται πριν ψηφιστεί ένας νόμος – για να αποσυρθεί, να βελτιωθεί, να αλλάξει.
Τώρα, σύμφωνα με την ΟΛΜΕ, είναι δυνατόν πρώτα να ψηφίζονται οι νόμοι και μετά, μήνες ακόμη και χρόνια μετά, να επιλέγεται η πιο κρίσιμη στιγμή για μια καθαρά εκβιαστική (προς την κοινωνία) απεργία.
Σύμφωνα με τα αιτήματα, όπως αυτά διατυπώθηκαν από την ΟΛΜΕ, πρέπει να συμβούν τα ακόλουθα:
-Καμιά απόλυση εκπαιδευτικού, διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων μονίμων και αναπληρωτών.
Σύμφωνα με την ΟΛΜΕ, δηλαδή, δεν επαρκούν οι 88.000 περίπου μόνιμοι καθηγητές και πρέπει να μονιμοποιηθούν και οι συμβασιούχοι, τους οποίους εξισώνει με τους μόνιμους.
Αυτοί οι 88.000 καθηγητές αντιστοιχούν σε 640.000 μαθητές, δηλαδή η σχέση είναι ένας εκπαιδευτικός προς οκτώ μαθητές (στη Φινλανδία, που αριστεύει, η σχέση είναι ένας εκπαιδευτικός προς 21 μαθητές).
Ακόμη και λαμβανομένων υπόψη της Νησιωτικότητας και της Ορεινότητας της χώρας μας, η αναλογία παραμένει υψηλή.
Αλλά και τελικά, ούτε οι συμβασιούχοι θα χάσουν τη δουλειά τους, αφού ήδη το υπουργείο Παιδείας έχει φροντίσει για την δεκάμηνη απασχόληση 8.500 αναπληρωτών κατά τη σχολική χρονιά 2013-2014 σε ενισχυτική διδασκαλία και άλλες καινοτόμες δράσεις που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ (το οποίο δεν ξέρω πού θα το έβρισκαν αν η Ελλάδα έφευγε από την ευρωζώνη).
-Άμεση απόσυρση του Προεδρικού Διατάγματος για τις υποχρεωτικές μεταθέσεις.
Αλλά το προεδρικό διάταγμα αφορά μόνο τους υπεράριθμους εκπαιδευτικούς. Και υπεράριθμοι εκπαιδευτικοί είναι αυτοί που διδάσκουν λιγότερες από 12 ώρες την εβδομάδα και με προϋπηρεσία μικρότερη από 12 χρόνια.
Συγγνώμη, αλλά είναι δυνατόν κάποιος – όσο επίπονο και αν είναι το έργο του – να απασχολείται σε αυτό λιγότερες από 12 ώρες την εβδομάδα, αν και έχει προσληφθεί σχετικά πρόσφατα;
Και όμως, συμβαίνει. Την τρέχουσα σχολική χρονιά (2012-2013) 5.500 μόνιμοι εκπαιδευτικοί εργάσθηκαν λιγότερο από 12 ώρες την εβδομάδα, ενώ το (πτωχευμένο) κράτος προσελάμβανε αναπληρωτές, επιβαρύνοντας τους φορολογούμενους με 300 εκ. ευρώ τον χρόνο.
Επιπλέον, δεν πρόκειται για ένα απλό προεδρικό διάταγμα, αλλά για νόμο που έχει ψηφιστεί από το 2010 (ν. 3848) – άρα δεν ισχύει το επιχείρημα περί της άκαιρης επιλογής του χρόνου από την κυβέρνηση.
-Άμεση κατάργηση των νόμων για το νέο Πειθαρχικό Δίκαιο (ν.4093/12 και 4057/12) που έχει θέσει υπό διωγμό τους εκπαιδευτικούς.
Πέραν του ότι δεν μπορεί να είναι αίτημα η κατάργηση νόμου, δεν είναι δυνατόν και να προβάλλεται απαίτηση για κατάργηση του πειθαρχικού δικαίου – ούτε, βέβαια, έχουν τεθεί υπό διωγμόν οι εκπαιδευτικοί.
-Απόσυρση του ΠΔ για την Αξιολόγηση. Κατάργηση του ν.4142/13 για την Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας.
Πέραν του ότι η αξιολόγηση είναι αναγκαία και αυτό αποτελεί κοινή πεποίθηση (το 10% περίπου των καταγγελιών στον Συνήγορο του Πολίτη αφορούν σε συμπεριφορές καθηγητών, ενώ το 10% των καθηγητών δεν μπαίνουν στην τάξη λόγω ψυχολογικών προβλημάτων), το επιχείρημα ότι η αξιολόγηση θα οδηγήσει σε απολύσεις, απλώς δεν ισχύει.
Αυτό που ισχύει είναι ότι οι εκπαιδευτικοί που θα αξιολογούνται αρνητικά δεν θα καταλαμβάνουν διευθυντικές ή άλλες επιτελικές θέσεις.
Συγγνώμη, αλλά πού είναι το κακό; Τι θέλει να μας πει η ΟΛΜΕ; Ότι δεν πρέπει να διακρίνονται (και να επιβραβεύονται) οι ικανοί και οι αποδοτικοί, αλλά να εξελίσσονται επιβραβευόμενοι οι κοπανατζήδες και οι ακατάλληλοι;
-Διασφάλιση των οργανικών θέσεων που απειλούνται από την αύξηση του διδακτικού ωραρίου (ν.4152/13, παρ. Θ). Κατάργηση του ν.4152/13.
Επομένως, υποστηρίζουν ότι δεν είναι μεν πρόβλημα να εργαστούν δυο ώρες παραπάνω την εβδομάδα, αλλά θεωρούν ότι κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε μείωση του προσωπικού – ενώ όχι μόνο δεν θα απολυθούν καθηγητές, αλλά είναι διασφαλισμένες (μέσω του τρισκατάρατου ΕΣΠΑ της τρισκατάρατης ΕΕ) και οι θέσεις των 8.5000 αναπληρωτών.
Και για να μην συμβούν όλα αυτά (που δεν θα συμβούν) πρέπει να καταργηθεί κι’ άλλος ένας νόμος ψηφισμένος από νόμιμα εκλεγμένη Βουλή.
-Ουσιαστική οικονομική αναβάθμιση των εκπαιδευτικών, ιδιαίτερα των νεότερων. Κατάργηση του ν.4024/2011.
Προφανώς πρέπει να πληρώνονται καλύτερα οι εκπαιδευτικοί. Αλλά αυτό ισχύει για όλους τους υπόλοιπους Έλληνες.
Με τη διαφορά ότι η χώρα (μετά από τόσες προσλήψεις, μισθούς και άλλες ασυδοσίες) έχει πτωχεύσει. Και κανένα από τα κόμματα που τώρα δηλώνουν στο πλευρό των εκπαιδευτικών δεν έχει δηλώσει ότι θα τους αυξήσει τους μισθούς – διότι, παρεμπιπτόντως, δεν έχει πει και πού θα βρει τα λεφτά, αν εξαιρέσουμε τη… Συμμαχία του Νότου.
-Καμία κατάργηση – συγχώνευση σχολείου. 25 μαθητές κατ’ ανώτατο όριο στην τάξη.
Η αλήθεια είναι πως το 2011 καταργήθηκαν δια των συγχωνεύσεων περίπου 800 σχολικές μονάδες, το 2012 περίπου 120 και το 2013 θα καταργηθούν άλλες 60.
Με τη διαφορά ότι αυτό συνέβη μετά από εισήγηση των Διευθυντών Εκπαίδευσης και των Περιφερειακών Διευθυντών και συχνά με τη σύμφωνη γνώμη της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Κι’ αυτό, διότι υπήρχαν (και υπάρχουν ακόμη) σχολεία που δεν συμπληρώνουν τον απαιτούμενο αριθμό μαθητών.
Όσο για τον αριθμό των μαθητών και όσα ακούγονται για τάξεις άνω των 30 μαθητών, έχει υπογραφεί Κοινή Υπουργική Απόφαση που ορίζει ως ανώτατο αριθμό μαθητών κατά τάξη τους 27.
Η διατήρηση τάξεων με 18 και 20 μαθητές προφανώς δεν αποσκοπεί στην βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου – αν ήταν έτσι, όλοι θα γίνονταν… πυρηνικοί επιστήμονες.
Το καθεστώς αυτό συντηρείται για να υπάρχουν περισσότεροι διευθυντές, αλλά και καθηγητές που δεν μπαίνουν ποτέ στις τάξεις, αλλά χρησιμοποιούνται ως διοικητικό προσωπικό – μόνο φέτος 1.500 καθηγητές δεν παρουσιάζουν ούτε μια ώρα διδακτικού έργου.
-Να μην περάσουν τα σχέδια νόμων για το Γενικό και Τεχνολογικό Λύκειο που είχαν δοθεί στη δημοσιότητα το προηγούμενο διάστημα.
Φυσικά, αυτό δεν αποτελεί «αίτημα» που σε περίπτωση μη ικανοποίησής του δικαιολογείται να οδηγήσει σε απεργία μέσα στις Πανελλαδικές.
-Όχι στις μνημονιακές πολιτικές που διαλύουν τη δημόσια εκπαίδευση.
Και βέβαια, ούτε το μνημόνιο είναι λόγος για να μην γίνουν οι Πανελλαδικές.
Διότι μνημόνιο – ξεμνημόνιο, κάποιοι συνεχίζουν να λαμβάνουν τους (έστω και χαμηλούς) μισθούς τους και κάποιοι συνεχίζουν να πληρώνουν για τα φροντιστήρια.
Τέλος, ακόμη και μετά την αύξηση των διδακτικών ωρών, η Ελλάδα θα βρίσκεται κοντά στον μέσο ευρωπαϊκό όρο (19,1 ώρες για το γυμνάσιο και 18,4 για το λύκειο εβδομαδιαίως).
Δηλαδή, και μετά την αύξηση του ωραρίου και τις μεταθέσεις των υπεράριθμων, ο χρόνος διδασκαλίας για κάθε καθηγητή θα είναι 18,5 ώρες εβδομαδιαίως.
Και βέβαια, ούτε είναι αλήθεια ότι οι καθηγητές θα τρέχουν από νησί σε νησί για να συμπληρώσουν το ωράριό τους – αυτές είναι καθαρές τρέλες.
Ας αφήσουμε που δεν υπάρχει διασύνδεση μεταξύ των νησιών – κάτι που υποτίθεται πως έπρεπε να υπάρχει από τον καιρό που την αρμοδιότητα είχε εις εκ των σημερινών υπερασπιστών της ΟΛΜΕ…
Είναι λογικά όλα τα παραπάνω επιχειρήματα;
Προφανώς.
Επομένως, ήταν αδύνατον να επιτραπεί ένας τέτοιος παραλογισμός που θα ακύρωνε τις Πανελλαδικές Εξετάσεις – και μαζί μ’ αυτές τους κόπους και τις θυσίες ολόκληρης της κοινωνίας.