Ο Παπανδρέου έριξε τη χώρα σε κενό τεσσάρων μηνώνΚυβέρνηση συνεργασίας σήμερα. Κυβέρνηση εργασίας τον... Μάρτιο!
Σε μια εκβιασμένη συμφωνία που αντιμετωπίστηκε από την πρώτη στιγμή με συγκρατημένη αισιοδοξία κατέληξε η επί μία εβδομάδα διελκυστίνδα τόσο στο εσωτερικό του ελληνικού πολιτικού συστήματος, όσο (κυρίως) στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ.
Η προσπάθεια «αξιοπρεπούς» αποχώρησης του Γ. Παπανδρέου από τον πρωθυπουργικό θώκο – που φαίνεται ότι θεωρήθηκε σοβαρότερη υπόθεση από την σωτηρία της χώρας – οδήγησε σε μια λύση της τελευταίας στιγμής, χωρίς ονόματα και κυρίως χωρίς το όνομα του μεταβατικού πρωθυπουργού, που, αν ανακοινωνόταν από την πρώτη στιγμή, θα βοηθούσε στην εμπέδωση μιας εικόνας σιγουριάς και θα εξέπεμπε το ανάλογο μήνυμα προς την ΕΕ και τις αγορές.
Η συμφωνία στην οποία κατέληξαν οι αρχηγοί των δύο κομμάτων – μετά από δηλώσεις, αντιδηλώσεις, υπουργικό συμβούλιο, την επίσκεψη του κ. Σαμαρά στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μετά από την οποία επέμεινε για την ανάγκη να ακουστεί από τα χείλη του κ. Παπανδρέου η λέξη «παραίτηση» - συνίσταται στη συγκρότηση μιας άλλης κυβέρνησης, που στην ουσία θα αποτελέσει το
κέλυφος προστασίας του κ. Παπανδρέου.
Το όνομα του νέου πρωθυπουργού θα ανακοινωθεί σήμερα, μετά από συμφωνία των δύο πολιτικών αρχηγών και την νυχτερινή σύσκεψη των πολιτικών τους επιτελείων.
Η κυβέρνηση αυτή, όπως συμφωνήθηκε, θα οδηγήσει «άμεσα» σε εκλογές, μετά την υλοποίηση των αποφάσεων της 27ης Οκτωβρίου.
Το «άμεσα» τοποθετήθηκε για το τέλος του Φεβρουαρίου ή τις αρχές Μαΐου.
Ουσιαστικά, ο κ. Παπανδρέου, με την επιμονή του να μην αποδεχθεί την πρόταση Σαμαρά (βραχύβια μεταβατική κυβέρνηση που θα επικύρωνε τη δανειακή σύμβαση και θα οδηγούσε την χώρα σε εκλογές), έριξε για άλλη μια φορά την Ελλάδα σε ένα κενό τουλάχιστον τεσσάρων μηνών, με μια κυβέρνηση υπό προθεσμία της οποίας τα μέλη – με πρώτον τον πρωθυπουργό – δεν θα είναι σε θέση (ούτε θα έχουν τη διάθεση) να σχεδιάσουν ούτε καν με ορίζοντα έτους!
Διότι, τέσσερις μήνες είναι λίγοι για να δουλέψεις για μια χώρα, αλλά πολλοί για μια κυβέρνηση χωρίς λαϊκή εντολή, προϊόν της προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία.
Ο Α. Σαμαράς, μπροστά στον κίνδυνο η εμμονή Παπανδρέου να τινάξει (για άλλη μια φορά) τα πάντα στον αέρα - καθώς τα πήγαινε όλα πίσω παραπίσω - δέχθηκε να μην οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα.
Πολύ περισσότερο που οι κωλυσιεργίες της τελευταίας εβδομάδας, οι οποίες είχαν ως αποκορύφωμα μια τριήμερη διαδικασία παροχής ψήφου εμπιστοσύνης σε… ανύπαρκτη κυβέρνηση, οδήγησαν σε σοβαρές προειδοποιήσεις από τους εταίρους, με κορυφαία την παρέμβαση του Επιτρόπου Όλι Ρεν.
Δυστυχώς, το γινάτι βγάζει μάτι. Το είπε κάποιος κυβερνητικός για τον Α. Σαμαρά που ζητούσε παραίτηση Παπανδρέου και εκλογές, αλλά ισχύει αντιστρόφως.
Η προπαγάνδα παρουσιάζει ήδη τον κ. Παπανδρέου ως… πολιτικό γίγαντα, που εγκατέλειψε τον πρωθυπουργικό θώκο, ενώ στην πραγματικότητα εκβίασε για άλλη μια φορά, υπονομεύοντας κάθε πρόταση που θα οδηγούσε άμεσα σε κυβέρνηση με λαϊκή εντολή και ευθύνες όχι μόνο για την εφαρμογή των αποφάσεων της 27ης Οκτωβρίου, αλλά και την ανάπτυξη της χώρας.
Ο κ. Παπανδρέου παραιτήθηκε μεν, αλλά ετοιμάζεται να πάρει και τη χώρα μαζί του, αφού δύσκολα θα σταθεί μια κυβέρνηση χωρίς λαϊκή εντολή για τόσο μεγάλο διάστημα.
Εδώ βρισκόταν άλλωστε και η ουσία της πρότασης της Νέας Δημοκρατίας για μεταβατική κυβέρνηση και εκλογές μέσα σε έναν μήνα, ακριβώς για να αποκτήσει η χώρα κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή.
Αδύνατον δε να φανταστεί κανείς πώς μια τέτοια κυβέρνηση, με ημερομηνία λήξης, θα μπορέσει να πράξει οτιδήποτε άλλο, κυρίως στον τομέα της ανάπτυξης της χώρας, εκτός από την διεκπεραίωση μιας συμφωνίας και των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη νέα δανειακή σύμβαση.
Η Ελλάδα, όμως, δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς τη δημιουργία προϋποθέσεων για δημιουργία εσόδων.
Διότι άλλο «κυβέρνηση συνεργασίας» και άλλο κυβέρνηση… εργασίας. Κυβέρνηση εργασίας προκύπτει μόνο μετά από εκλογές.
Επιπλέον, μόνο κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή μπορεί να εφαρμόσει μέτρα. Αλλά και μόνο κυβέρνηση που μόλις έχει εκλεγεί μπορεί να σχεδιάζει με ορίζοντα τετραετίας.
Επομένως, η χώρα θα αποκτήσει μια βραχύβια και συγχρόνως μακρόβια κυβέρνηση χωρίς λαϊκή νομιμοποίηση, οι αποφάσεις της οποίας θα πυροδοτήσουν νέο κύκλο αντιδράσεων, με κίνδυνο, στο τέλος αυτής της περιόδου των τεσσάρων μηνών, να έχει εφαρμοστεί μεν η σύμβαση, αλλά η χώρα να πέσει στο χάος και η οικονομία να απορρυθμιστεί πλήρως.
Το (χτεσινό) λάθος
Η ακύρωση του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών, που είχε προγραμματιστεί για σήμερα και είχε μάλιστα συμπεριληφθεί στο κοινό ανακοινωθέν, δείχνει ότι παραμένει η λογική του «λογαριάζω χωρίς τον ξενοδόχο».
Ήταν, όμως, βέβαιο (και έπρεπε να προβλεφθεί) ότι όταν κάποιους δεν τους καλείς στο τραπέζι, δύσκολα θα δεχθούν να περάσουν για έναν καφέ.
Τι θα μπορούσε να γίνει; Το απλό: Σύγκληση συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, αντί της τριμερούς, και εκεί ερώτημα από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σχετικά με το ποιοι δέχονται να λάβουν μέρος στην κοινή προσπάθεια.
Όσοι δέχονταν θα έμεναν, οι υπόλοιποι θα αποχωρούσαν. Ήδη ο Φ. Κουβέλης δήλωσε πως δεν προτίθεται να συμμετάσχει σε κάτι για το οποίο δεν ζητήθηκε η γνώμη του από την αρχή.
Τώρα, θα σχηματιστεί – έχει ήδη σχηματιστεί – ένα μέτωπο απέναντι στη νέα κυβέρνηση, πριν ακόμη αυτή ορκιστεί.
Και από τις πρώτες αντιδράσεις των υπολοίπων κομμάτων δόθηκε ήδη ο χαρακτηρισμός «κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ – Νέας Δημοκρατίας».
Η προσπάθεια του κ. Παπανδρέου να παραμείνει ρυθμιστής, ως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και της κοινοβουλευτικής του ομάδας, κινώντας παρασκηνιακά τα νήματα, αποδεικνύει ότι ενδιαφέρθηκε μόνο για την προσωπική του διάσωση εντός του κόμματός του.
Συμπέρασμα: Ο κ. Σαμαράς κράτησε (προς το παρόν) τη χώρα στο ευρώ και ο κ. Παπανδρέου – αφού δεν κατάφερε να την βγάλει από το ευρώ - κράτησε για τον εαυτό του το ΠΑΣΟΚ.