Ο σαματάς στο υαλοπωλείο των δανειστών και το καθάρσιο των τεχνοκρατών15/02/2013
Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Δεν μου αρέσει να το κάνω αυτό, αλλά τον Ιούνιο του 2011 είχα δημοσιεύσει άρθρο υπό τον τίτλο «Θα πιούμε και το καθάρσιο των τεχνοκρατών;».
Και είχα προβλέψει μεγάλους κινδύνους στην περίπτωση που την πολιτική των μνημονίων θα ανελάμβαναν να εφαρμόσουν (ου μην αλλά και να προπαγανδίσουν) τεχνοκράτες.
Αυτή τη στιγμή, βρισκόμαστε μπροστά στην απόδειξη.
Και δεν πρόκειται μόνο για τα περί… υψηλότατου κατώτατου μισθού στα οποία με αυθεντικά στυφό τεχνοκρατικό ύφος αναφέρθηκε ο γ.γ. του υπουργείου των Οικονομικών κ. Μέργος.
Πρόκειται και για τον τρόπο με τον οποίο ο υπουργός των Οικονομικών κ. Στουρνάρας χειρίστηκε το θέμα του «λάθους» του ΔΝΤ.
Βιαστικά, σχεδόν σπασμωδικά, αναφέρθηκε στο θέμα τόσο στο Eurogroup, ενώπιον της επικεφαλής του Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ (που, όπως πληροφορηθήκαμε, άκουγε ανέκφραστη), όσο και στο Ecofin, ενώπιον του Επιτρόπου Ρεν, ο οποίος έσπευσε να αντιδράσει.
Και δεν πρόκειται για μια αντίδραση της στιγμής.
Ο Ρεν έσπευσε να στείλει κοτζάμ επιστολή σε όλους τους Ευρωπαίους υπουργούς των Οικονομικών για να… μαζέψει εγκαίρως την κατάσταση, ενώ για άλλη μια φορά γίναμε πανευρωπαϊκό βούκινο.
Χαρακτηρίζοντας «απλοϊκά» τα περί «λάθους», ο κ. Ρεν ξεκαθαρίζει πως «οι πρόσφατες μελέτες για τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές έχουν εξαιρετικά περιορισμένη χρησιμότητα όσον αφορά την περίπτωση της Ελλάδας».
Και γιατί παρακαλώ;
Μα επειδή, όπως αναφέρει, «η συσχέτιση της υποαπόδοσης της Ελλάδας σε σχέση με τον σχεδιασμό του προγράμματος αποτελεί μια σοβαρή παρερμηνεία των ιστορικών στοιχείων και της ανάλυσης του ΔΝΤ για τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές».
Και γιατί, παρακαλώ έγινε αναφορά σε «ιστορικά στοιχεία»;
Μα επειδή, όπως μας θυμίζει ο κ. Ρεν, «το 2009 το δημοσιονομικό έλλειμμα έφτασε το 15,6% (σ.σ. 15,4%, αλλά δεν βαριέσαι) του ΑΕΠ και οι αγορές δεν ήταν πλέον πρόθυμες να χρηματοδοτήσουν τα υψηλά επίπεδα χρέους της Ελλάδας. Ήταν αυτή η κατάσταση που οδήγησε στο πρόγραμμα οικονομικής στήριξης την άνοιξη του 2010. Ωστόσο, η επίμονη αβεβαιότητα και τα προβλήματα εφαρμογής τα πρώτα του προγράμματος είχαν σαν αποτέλεσμα η ελληνική οικονομία να μην μπορεί να επωφεληθεί από τις θετικές επιπτώσεις της εμπιστοσύνης, που θα έπρεπε να είχε μετριάσει τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής».
Δηλαδή, τι μας λέει ο κ. Ρεν – κάνοντας κι’ αυτός ένα (μάλλον σκόπιμο) «λάθος», αφού υποστηρίζει ότι το έλλειμμα του 2009 οδήγησε στο πρόγραμμα του 2010, ενώ στην πραγματικότητα η ανακοίνωση του φουσκωμένου ελλείμματος, έγινε τον Νοέμβριο του 2010 (ενώ είχαμε ήδη προσφύγει στον μηχανισμό από τον Μάιο του 2010), απλώς «βοήθησε» να εφαρμοστεί το πρόγραμμα.
Ο κ. Ρεν μας προτρέπει ουσιαστικά να αφήσουμε τα περί λαθών και πολλαπλασιαστών, διότι εμείς είχαμε έλλειμμα θηριώδες και δεν μας έσωνε τίποτε!
Τι έχουμε, λοιπόν, εδώ;
Πρώτον, ότι ο κ. Ρεν τα λέει όλα αυτά επειδή αν και έχει ασκηθεί δίωξη στον επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ για τα στατιστικά στοιχεία του 2009, αυτός παραμένει στη θέση του (με ευθύνη της Βουλής και του υπουργού των Οικονομικών) και επομένως η κυβέρνηση δεν αποδέχεται το «μεγάλο λάθος» (που ήταν το φούσκωμα των στοιχείων).
Οπότε, γιατί ο κ. Ρεν να μην μας «το τρίψει στα μούτρα»;
Οπότε γιατί ο κ. Ρεν να αποδεχθεί το «λαθάκι» του ΔΝΤ;
Αυτό σημαίνει ότι ο υπουργός των Οικονομικών, μετά και την επιστολή Ρεν, δεν έχει άλλο δρόμο από την αποπομπή του κ. Γεωργίου από την ΕΛΣΤΑΤ.
Δεύτερον, για ποιο λόγο έπρεπε να τεθεί τώρα το θέμα στο Eurogroup και στο Ecofin;
Επειδή το ζήτησε ο κ. Τσίπρας; Ο οποίος τον περασμένο μήνα βρέθηκε στην έδρα του ΔΝΤ στις ΗΠΑ και δεν είπε λέξη – αν και το θέμα είχε τεθεί είκοσι ημέρες νωρίτερα;
Επειδή ο κ. Τσίπρας άλλα λέει εντός συνόρων και άλλα εκτός θα τα κάνουμε κάθε φορά λίμπα;
Δεν πρόκειται να έλθει η τρόικα στο τέλος του μήνα;
Εκεί δεν έπρεπε να τεθεί το θέμα, κατά τις διαπραγματεύσεις – οπότε χωρίς μεγάλες τυμπανοκρουσίες θα μπορούσαμε να αποκομίσουμε κάποια οφέλη;
Είναι δυνατόν να πετάς σε κάποιον κατάμουτρα το λάθος του και να περιμένεις να σου πει «παρακαλώ, περάστε, τι επιθυμείτε;».
Είναι δυνατόν τέτοια θέματα να τίθενται ενώπιον όλων των πληττομένων από δημοσιονομικά προγράμματα;
Δεν ήταν βέβαιο ότι ο κ. Ρεν θα αντιδρούσε για να σου κόψει τη φόρα και να μην ανοίξει η όρεξη των άλλων – οπότε τα πράγματα θα γίνονταν χειρότερα;
Και επιτέλους, η Νέα Δημοκρατία δεν έλεγε από την αρχή ότι το πρόγραμμα ήταν λάθος;
Ο ίδιος ο Α. Σαμαράς (στο Ζάππειο 1) δεν είχε πρώτος αναφερθεί στον λάθος πολλαπλασιαστή της ύφεσης που θα έφερνε μέτρα στο 7,2% του ΑΕΠ;
Αλλά και η τελευταία συμφωνία με τους δανειστές (με τη ρήτρα ύφεσης, το περαιτέρω κούρεμα του χρέους κατά 150 περίπου δις ευρώ, τη μείωση των επιτοκίων στο 2,5% από το 5,3% του 2010, το πάγωμα της αποπληρωμής των τόκων για δέκα χρόνια και των χρεολυσίων για δεκαπέντε χρόνια), δεν είναι αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης που στηρίχθηκε στη λανθασμένη συνταγή;
Τι δηλαδή, ξύπνησαν ένα πρωί και αποφάσισαν να μας κάνουν δωράκια;
Πιστεύει κανείς πως δεν γνώριζαν το λάθος τους;
Πιστεύει κανείς ότι κατά την διαπραγμάτευση δεν ετέθησαν αυτά τα θέματα από την κυβέρνηση;
Αλλά αυτά συμβαίνουν όταν τεχνοκράτες αποφασίζουν να υποδυθούν τους πολιτικούς – αν και αγνοούν πως πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού και η τέχνη του προβλέπειν.
Διότι ο τεχνοκράτης δεν αντέχει την πολιτική πίεση, με αποτέλεσμα να ξεχνά το εφικτό – και να μην προβλέπει την αντίδραση του «αντιπάλου».
Η σωστή απάντηση στον κ. Τσίπρα δεν είναι η εισβολή ταύρου στο υαλοπωλείο του Eurogroup και του Ecofin.
Η σωστή απάντηση στον κ. Τσίπρα είναι «εμείς το θέσαμε το ζήτημα του λάθους πριν το παραδεχθεί ο Μπλανσάρ και ήδη κερδίσαμε πολλά. Και θα το ξαναθέσουμε στο τέλος του μήνα στην τρόικα επιδιώκοντας να κερδίσουμε κι’ άλλα. Εσείς, κ. Τσίπρα, κάνατε τίποτε γι’ αυτό όταν βρεθήκατε στην “κοιλιά του κήτους”;».
Αλίμονο αν κάθε φορά που βάζει τις φωνές ο κ. Τσίπρας για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, εμείς του απαντάμε από το εξωτερικό – προκαλώντας και εξευτελιστικές απαντήσεις τύπου Ρεν.
Και το χειρότερο: Με όλα αυτά τα λάθη, πήγε σχεδόν άπατη η υπογραφή της συμφωνίας για τον αγωγό φυσικού αερίου ΤΑΡ, την μεγαλύτερη άμεση ξένη επένδυση ύψους 1,5 δις ευρώ, που θα φέρει άμεσα 2.000 θέσεις εργασίας.
Υ.Γ. Επειδή η ανάμιξη των τεχνοκρατών στην πολιτική αποτελεί πολύ σοβαρή υπόθεση, θα επανέλθω με συγκεκριμένα παραδείγματα σε επόμενο άρθρο.