Γράφει ο Παναγιώτης Γέροντας*
β) Επιχειρήσεις στα Δαρδανέλλια
Από το καλοκαίρι του 1917 οι επιχειρήσεις επεκτάθηκαν προς τα Δαρδανέλλια και τη Κωνσταντινούπολη. Τον Ιούνιο του 1917 οι Βρετανοί αποφάσισαν να βομβαρδίσουν τα Στενά του Ελλησπόντου και την Κωνσταντινούπολη. Για αυτό χρησιμοποιήθηκε ένα από τα μεγάλα βομβαρδιστικά Hadley Page [11] με ορμητήριο το Μούδρο. Σύμφωνα με την αποστολή τα αεροσκάφη της μοίρας θα παρενοχλούσαν τα πυροβολεία των Στενών, τα οποία είχαν οργανωθεί από τους Γερμανούς. Η πρώτη έξοδος του βομβαρδιστικού έγινε στις 24 Ιουνίου αλλά δεν είχε αποτέλεσμα γιατί μηχανική βλάβη το ανάγκασε να επιστρέψει στο Μούδρο. Η αποστολή επαναλήφθηκε την επομένη, ενώ οι Μωραϊτίνης, Μελετόπουλος, Χαλκιάς και Κωνσταντίνου εκτελούσαν πτήσεις πάνω από τα Στενά. Σε αυτήν την αποστολή βρήκαν το θάνατο ο χειριστής σημαιοφόρος Ιωάννης Χαλκιάς και ο παρατηρητής, επίσης σημαιοφόρος Βαρθολομαίος Λάζαρης. Πιθανώς το αεροσκάφος τους κατέπεσε σε τουρκικό έδαφος.
Οι επιδρομές στα Δαρδανέλλια κράτησαν πέντε μέρες και στο διάστημα αυτό εβλήθησαν σημαντικότατοι στόχοι. Ο Μωραϊτίνης, ο οποίος ήταν και ο αρχηγός, αιφνιδίασε τα πυροβολεία του Τσανάκ Καλέ και χτύπησε το φρούριο και τα γειτονικά εργοστάσια από ύψος 250 μέτρων εν μέσω αντιαεροπορικών πυρών. Για τη δράση της Ναυτικής Αεροπορίας κατά τη διάρκεια του πενθημέρου οι Έλληνες αξιωματικοί που πήραν μέρος στις επιχειρήσεις, απονεμήθηκαν τιμητικές διακρίσεις από τον βασιλέα της Μ. Βρετανίας [12].
γ) Η έξοδος του “Goeben”
Δύο γερμανικά θωρηκτά το “Goeben” («Γκαίμπεν») και “Breslau” («Μπρεσλάου») κατέπλευσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και μετονομάστηκαν σε “Yavuz Sultan Selim” και “Midili” αντίστοιχα. Αυτά τα δύο πλοία είχαν μείνει ακινητοποιημένα λόγω έλλειψης γαιανθράκων, διότι η Ρωσία είχε επιβάλει αποκλεισμό από το καλοκαίρι του 1916. Αυτός ο αποκλεισμός κράτησε μέχρι το τέλος του 1917, όταν η Σοβιετική Ένωση πλέον υπέγραψε ανακωχή με τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες. Οι Γερμανοί αποφάσισαν τότε να διενεργήσουν έξοδο των πλοίων από τα Στενά για να πλήξουν τις ανθυποβρυχιακές συνοδείες των Συμμάχων και των πλοίων που ορμούσαν στον Μούδρο, ενώ το σχέδιο δράσης επεκτεινόταν μέχρι και τη Θεσσαλονίκη.
Την αυγή της 20-1-1918 τα δύο θωρηκτά περνούσαν τα Στενά αλλά το Γκαίμπεν έπεσε πάνω σε νάρκη των Συμμάχων και έπαθε ελαφρές ζημιές. Τα δύο θωρηκτά συνέχισαν την πορεία τους προς την Ίμβρο, της οποίας το λιμάνι δέχθηκε τη σφοδρή επίθεση των δύο πλοίων. Μόνο δύο βρετανικά αντιτορπιλικά και τα υπόστεγα της αεροπορικής βάσεως διέφυγαν της καταστροφής. Παρ’ όλα αυτά το Γκαίμπεν εντελώς αναπάντεχα έκανε στροφή 180ο πιθανότατα λόγω βλάβης από την πρόσκρουση σε νάρκη.
Ο Βρετανός ναύαρχος διέταξε όλες τις ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις να επιτεθούν κατά των δύο θωρηκτών. Ο Συμμαχικός Στόλος δεν κατάφερε να αντιδράσει λόγω του αιφνιδιασμού αλλά οι αεροπορικές δυνάμεις ενήργησαν άμεσα. Πρώτα κινητοποιήθηκε η Αεροπορία Ίμβρου με αεροσκάφη αναγνωρίσεως και διώξεως και στην συνέχεια η Αεροπορία Μούδρου με βομβαρδιστικά. Τέλος κατέφθασε και η Αεροπορία Θάσου. Λόγω του ότι ήδη τα αεροσκάφη της Ίμβρου παρενοχλούσαν το Γκαίμπεν, το Μπρεσλάου έκανε κίνηση να τεθεί επικεφαλής, ούτως ώστε να απελευθερωθεί ο «πίσω χώρος» για να μπορούν να δράσουν τα αντιαεροπορικά του Γκαίμπεν. Κατά την κίνηση αυτή το Μπρεσλάου επέπεσε σε νάρκη των Συμμάχων και έμεινε ακυβέρνητο. Το Γκαίμπεν επιχείρησε να πλησιάσει για να βοηθήσει το Μπρεσλάου, αλλά το ακυβέρνητο πλοίο επέπεσε και σε δεύτερη νάρκη ενώ αεροσκάφη και τα βρετανικά πλοία “Tiger” (καταδρομικό μάχης) και “Lizard” (αντιτορπιλικό) εμπόδιζαν την προσέγγιση. Τότε το Μπρεσλάου κατάφερε να απαγκιστρωθεί μόνο του αλλά μέσα στην προσπάθειά του έπεσε διαδοχικά σε τέσσερεις νάρκες και άρχισε να βυθίζεται. Το Γκαίμπεν αποφάσισε να επιστρέψει στα Στενά από τον συντομότερο δρόμο ενώ το καταδίωκαν δεκάδες αεροπλάνα με επικεφαλής τον πλωτάρχη Μωραϊτίνη μέχρι την είσοδο των Στενών. Εκεί προς κάλυψή του Γκαίμπεν κατέφθασαν τουρκικά τορπιλοβόλα και σμήνος γερμανικών αεροσκαφών. Σε αυτό το σημείο διεξήχθη σφοδρή αερομαχία μεταξύ του Μωραϊτίνη και γερμανικών καταδιωκτικών, κατά την οποία κατέρριψε δύο. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ίμβρο για να εφοδιαστεί σε καύσιμα και επέτρεψε άμεσα στη μάχη.
Πάνω ακριβώς από το σημείο που βρισκόταν το Γκαίμπεν ο Μωραϊτίνης δέχθηκε επίθεση σμήνους γερμανικών αεροσκαφών από τα οποία έριξε ένα. Στη συνέχεια όμως τα δύο πυροβόλα του έπαθαν εμπλοκή με αποτέλεσμα ό εχθρός να μπορεί να δράσει ανενόχλητος. Πράγματι το αεροπλάνο του Μωραϊτίνη βλήθηκε στο κινητήρα και αναγκάστηκε να επιστρέψει πάλι στην Ίμβρο. Εκεί πήρε ένα άλλο αεροσκάφος και πέταξε πάλι προς το πεδίο της μάχης και διενήργησε περιπολίες πάνω από τα Δαρδανέλλια για δύο ώρες μέσα σε πυκνά πυρά των εχθρικών επάκτιων πυροβολείων.
Το Γκαίμπεν από την άλλη προσάραξε στα ρηχά του Ναγαρά και έδωσε τεράστια ευκαιρία στους Συμμάχους να το βάλουν αποφασιστικά αφού το πλοίο έμεινε καθηλωμένο για πέντε μέρες. Η Συμμαχική Αεροπορία όλο το πενθήμερο επιχειρούσε κατά του Γκαίμπεν νυχθημερόν θέτοντας τελικά το γερμανικό θωρηκτό εκτός μάχης. Σε αυτές τις επιχειρήσεις συμμετείχε ολόκληρη η Ελληνική Ναυτική Αεροπορία. Σε αυτές τις επιχειρήσεις η Ναυτική Αεροπορία έχασε τον ανθυποπλοίαρχο Σπυρ. Χάμπα, ο οποίος στις 8 Ιανουαρίου του 1918 με αεροπλάνο τύπου Sopwith Bomber διενήργησε βομβαρδισμό από 150 μέτρα κατά του Γκαίμπεν αλλά καταρρίφθηκε από τα επάκτια πυροβολεία.
Μετά τις επιχειρήσεις κατά των δύο γερμανικών θωρηκτών, οι Σύμμαχοι κυριολεκτικά λάτρεψαν τον Μωραϊτίνη και τους άθλους του. Η Βρετανική Κυβέρνηση σε ένδειξη ευγνωμοσύνης του δώρισε ένα αεροσκάφος De Havilland-9, πάνω στο οποίο τοποθετήθηκε πλάκα που έγραφε “To the Commander A. Moraitinis D.S.O.”. Οι επιχειρήσεις κατά των Γκαίμπεν και Μπρεσλάου ήταν οι πρώτες αεροσκαφών εναντίων βαρέων πλοίων και κατέδειξε τον σημαντικό κίνδυνο που διατρέχουν τα πλοία από αεροπορικές επιδρομές.
δ)Επιχειρήσεις στο Ανατολικό Αιγαίο, στα παράλια της Μικράς Ασίας και την Ανατολική Μακεδονία.
Λίγες εβδομάδες μετά την έξοδο του Γκαίμπεν η Γερμανική Αεροπορία εξαπέλυσε βομβαρδισμό αντιποίνων ενάντια στους Συμμάχους. Βομβάρδισαν την Ίμβρο καταστρέφοντας όσα υπόστεγα είχαν απομείνει από την επιδρομή των θωρηκτών καθώς και τα αεροσκάφη της Αεροπορικής Βάσης Λύχνων του Μούδρου, στο λιμάνι του οποίου ορμούσε όλος ο Συμμαχικός Στόλος της Μεσογείου. Οι Σύμμαχοι απάντησαν με βομβαρδισμό των εχθρικών βάσεων στη Σμύρνη και τη Δράμα.
Κατά το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου του 1918 ο πλωτάρχης Μωραϊτίνης με υδροπλάνο Φαρμάν προσθαλασσώθηκε νύχτα στο λιμάνι της Σμύρνης απαρατήρητος, πλεύρισε το ελληνικό ατμόπλοιο “Κωνσταντίνος”, το οποίο παρέμενε αποκλεισμένο στο λιμάνι της Σμύρνης περικυκλωμένο από γερμανικά πολεμικά πλοία, διανυκτέρευσε στο ελληνικό πλοίο και στη συνέχεια, με το πρώτο φως της ημέρας ανυψώθηκε και βομβάρδισε το γερμανικό καταδρομικό που ήταν αγκυροβολημένο δίπλα στο ελληνικό ατμόπλοιο. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε σύγχυση και πανικό στους εχθρούς, οι οποίοι έβαλαν με τα αντιαεροπορικά τους όπλα χωρίς αποτέλεσμα. Ο Έλληνας αεροπόρος όμως δεν πτοήθηκε και βομβάρδισε ανελέητα τις στρατιωτικές θέσεις και τις αποθήκες του εχθρού. Τέλος βγήκε στο Αιγαίο πριν οι Γερμανοί αεροπόροι απογειωθούν για να τον αντιμετωπίσουν.
Στην Ανατολική Μακεδονία μόνιμος στόχος της Ναυτικής Αεροπορίας ήταν το γερμανικό αεροδρόμιο Ζέρεβιτς. Στις 21 Ιουνίου εκτελέστηκε αποστολή εναντίον του γερμανικού αεροδρομίου με αρχηγό τον Μωραϊτίνη. Ο Μωραϊτίνης οδηγούσε ένα αεροπλάνο Sopwith Fighter ενώ παρατηρητής ήταν ο υποπλοίαρχος Παναγιώτου. Ο βομβαρδισμός του αεροδρομίου ήταν επιτυχής και οι Έλληνες αεροπόροι αφού φωτογράφησαν τις εγκαταστάσεις του Ζέρεβιτς επέστρεψαν στη Θάσο.
Στη συνέχεια διενεργήθηκε επιχείρηση κατά του αεροδρομίου Γαλατά, το οποίο ήταν ορμητήριο Γερμανών αεροπόρων. Η επίθεση αυτή διενεργήθηκε από την Η2 Μοίρα υπό την αρχηγία του διοικητή της Μοίρας Ν. Μελετόπουλο. Το αεροσκάφος του Ν. Μελετόπουλου και Γ. Μωραϊτίνη έπεσε στη θάλασσα λόγω μηχανικής βλάβης. Οι δύο αεροπόροι παρέμειναν όλη τη νύχτα πλησίον του αεροσκάφους που επέπλεε μέχρι που περισυλλέγησαν από βρετανικό αντιτορπιλικό.
Κατά τα μέσα Ιουλίου απόσπασμα της Η2 Μοίρας εγκαταστάθηκε στο αεροδρόμιο της Καλλονής της Λέσβου με σκοπό την εξουδετέρωση της αεροπορίας των Τούρκων, η οποία εκείνη την περίοδο διεξήγε έντονες επιχειρήσεις εναντίον των νησιών της Μυτιλήνης, της Χίου και της Σάμου. Η εγκατάσταση αυτή έγινε με πρωτοβουλία του Α. Μωραϊτίνη, ο οποίος τρέθηκε και επικεφαλής του αποσπάσματος. Η ιθύνοντες της εχθρικής αεροπορίας, όταν έμαθαν την άφιξη του αποσπάσματος, ανέστειλαν αμέσως όλες τις επιχειρήσεις εναντίων των νησιών του Αιγαίου. Παρ' όλα αυτά η Ναυτική Αεροπορία δεν περιορίστηκε σε παθητικό ρόλο αλλά ανέπτυξε έντονη δράση εναντίον θέσεων της Μ. Ασίας. Στις 20 Ιουλίου του 1918 διενήργηθηκε βομβαρδισμός εναντίον των αεροπορικών βάσεων Μαγνησίας, Σαντζάκ Καλέ καθώς και των εγκαταστάσεων της Σμύρνης. Στις 21 Ιουλίου επαναλήφθηκε η επίθεση προς τις ίδιες περιοχές, κατά τη διάρκεια της οποίας βομβαρδίστηκαν το αεροδρόμιο Μαινεμένης και η γέφυρα του δημόσιου δρόμου της Μαγνησίας, η οποία και καταστράφηκε. Στις επόμενες μέρες στόχος της Ναυτικής Αεροπορίας ήταν το αεροδρόμιο Καζαμίρ έξω από τη Σμύρνη, στο οποίο διενήργησε αναγνώριση από πολύ χαμήλα ανάμεσα σε πυκνά πυρά των αντιαεροπορικών του Σαντζάκ-Καλέ.
Στα τέλη του Ιουλίου του 1918 το σμήνος υπό τον Μωραϊτίνη επέστρεψε στο Μούδρο, όπου συγκεντρώθηκε όλη η Η2 Μοίρα. Κατόπιν επέστρεψε από την Ίμβρο και το υπό τον Ν. Μελετόπουλο σμήνος. Στη συνέχεια η Η2 Μοίρα μεταστάθμευσε στο αεροδρόμιο Καζαβιτίου, όπου έδρευε η Η1 Μοίρα υπό τον υποπλοίαρχο Παναγιώτου. Οι δύο Μοίρες ανέλαβαν αποστολές βομβαρδισμού και φωτογραφήσεως στόχων στην περιοχή Ελευθερών, Καβάλας, Ζέρεβιτς, Σαρί Σαμπάν. Οι επιχειρήσεις αυτές κράτησαν μέχρι το τέλος του Αυγούστου. Οι Μοίρες αντιμετώπισαν πυκνά αντιαεροπορικά πυρά ιδίως στην περιοχή της Καβάλας όπου επί ένα 20λεπτο τη φωτογράφιζαν.
Η Η3 Μοίρα υπό τον Μελετόπουλο που έδρευε στον Σταυρό Χαλκιδικής δρούσε στην περιοχή της Δράμας ενισχύοντας τον στρατηγό Νεγρεπόντη. Η Η4 υπό τον ανθυποπλοίαρχο Κωνσταντίνου μεταστάθμευσε στα Λεγραινά, απ' όπου εκτελούσε ανθυποβρυχιακές περιπολίες κατά μήκος των ελληνικών ακτών, από τις οποίες, σύμφωνα με πληροφορίες μέσω πρακτόρων, εφοδιάζονταν τα γερμανικά υποβρύχια.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1918 έγινε η τελευταία επιχείρηση της Ναυτικής Αεροπορίας με στόχο το αεροδρόμιο του Ναγαρά. Η Βρετανική Διοίκηση αποφάσισε την επιχείρηση γιατί υπήρχαν πληροφορίες ότι επτά γερμανικά αεροπλάνα μεταφέρθηκαν σε αυτό το αεροδρόμιο. Ο πλωτάρχης Α. Μωραϊτίνης έστειλε δύο αεροσκάφη τύπου Φαρμαν να εξακριβώσουν την πληροφορία και να βομβαρδίσουν το αεροδρόμιο και τα οχυρά. Το πρώτο αεροσκάφος όμως με χειριστή τον Φράγκου και παρατηρητή τον Τσιριγώτη λόγω μηχανικής βλάβης έπεσε στη θάλασσα και οι Έλληνες αεροπόροι συνελήφθησαν από τους Τούρκους, οι οποίοι τους μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη και τους καταδίκασαν σε θάνατο. Οι δύο αεροπόροι όμως γλίτωσαν την ποινή διότι είχε γίνει ανακωχή. Το δεύτερο αεροσκάφος έπληξε κανονικά τον στόχο ρίχνοντας εναντίον του 3 εκρηκτικές βόμβες. Το ελληνικό αεροσκάφος διέφυγε τα αντιαεροπορικά πυρά και επέστρεψε στη βάση του.
Τον Σεπτέμβριο του 1918 η Ναυτική Αεροπορία ανανέωσε τον στόλο της με νέα αεροσκάφη τύπου DeHavilland-4, DeHavilland-9 και Sopwith Camel, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν σε περιπολίες λίγο πριν τη λήξη του πολέμου. Αυτά τα αεροσκάφη παρουσίαζαν δυσκολίες στην προσγείωση με πολλές φορές μοιραία αποτελέσματα. Αυτά τα αεροσκάφη χρησιμοποιούσαν ηλεκτρικούς συσσωρευτές για την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας στη μηχανή και όχι γεννήτρια διότι οι γεννήτριες που είχαν παραχθεί από τους Άγγλους κατ' απομίμηση των γερμανικών Bosch αποδείχθησαν ελαττωματικές. Αυτό το οποίο συνέβαινε ήταν ότι κατά την προσγείωση του αεροσκάφους μετά την παύση του κινητήρα του αεροσκάφους, οι συσσωρευτές συνέχιζαν να δίνουν ηλεκτρικό σπινθήρα με αποτέλεσμα πολλές φορές να αναφλέγεται η βενζίνη που είχε χυθεί λόγω θραύσματος. Τα Sopwith Camel δεν έλαβαν μέρος στον πόλεμο γιατί ενώ το προσωπικό εκπαιδευόταν σε αυτά, συνήφθη ανακωχή.
Σε δημοσίευση στη Ναυτική Επιθεώρηση [13]αναγράφονται τα εξής: « ΦΑΚΕΛΛΟΣ Β΄ Αεροπορικό Σώμα: Πετομηχαναί 92, Ιπτάμενον, Τεχνικόν, Βοηθητικόν προσωπικόν 1020, Μαθητευόμενοι ιπταμένου και τεχνικού 148, Φονευθέντες αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και ναύται 16. Σμήνος 1ον (Θάσου): Πολεμικαί ενέργειαι από Στρυμόνος εις Γκιουμουλτζίναν. Ερρίφθησαν 1000 περίπου βόμβαι εις εχθρικά αεροδρόμια και κατασκηνώσεις. Εφονεύθησαν 70% εκ του Ελληνικού προσωπικού. Σμήνος 2ον (Μούδρου): Εξετέλεσε περί τας 150 θαλάσσιας περιπολίας. Έρριψε πλέον των 100 βομβών επί εχθρικού εδάφους. Σμήνος 3ον (Μύτιλήνης): Εξετέλεσεν ανιχνεύσεις και βομβαρδισμούς. Σμήνος 4ον (Σταυρός Χαλκιδικής): Εξετέλεσεν ανιχνεύσεις και βομβαρδισμούς. Συνεργεία Μούδρου: Ανεφωδίασαν δι' αεροπορικών μηχανών την Ναυτικήν αεροπορικήν υπηρεσίαν δι' επισκευής του συνόλου των βεβλαμμένων Βρετανικών μηχανών και επισκευής των λοιπών».
Μετά την υπογραφή της ανακωχής με την Οθωμανική Αυτοκρατορία παράλληλα με την παρουσία του Ελληνικού Στόλου στα Στενά, στις 2 Νοεμβρίου 1918 το Η2 Σμήνος απογειώθηκε από το αεροδρόμιο Ρωμανού Μούδρου και προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Αγ. Στεφάνου και το απόγευμα της ίδιας μέρας πραγματοποίησε πτήση πάνω από την Κωνσταντινούπολη με τους Έλληνες αεροπόρους να κάνουν θεαματικούς ελιγμούς πάνω από την πόλη. Την τρίτη ημέρα από την άφιξη των Ελλήνων αεροπόρων, τούς δόθηκε άδεια να εισέλθουν στην Κωνσταντινούπολη φορώντας τη συμμαχική στολή. Παρ’ όλα αυτά η εθνικότητά τους δεν παρέμεινε μυστική από τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης.
ε) Ο θάνατος του Α. Μωραϊτίνη
Στα τέλη Νοεμβρίου 1918 ο πλωτάρχης Μωραϊτίνης παρευρέθη στην Θεσσαλονίκη στην παράδοση υλικού της Συμμαχικής Αεροπορίας στο ελληνικό Δημόσιο. Εκεί είχε φθάσει σιδηροδρομικώς. Όταν ήρθε η ώρα να επιστρέψει στην Αθήνα, ο Γάλλος ταγματάρχης Denain του έδωσε το προσωπικό του αεροσκάφος, ένα Bréguet Bré 14. Αν και το αεροσκάφος αυτό τού ήταν τελείως άγνωστο, απογειώθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1918 υπό δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Κανείς δεν έμαθε για την τύχη του και οι έρευνες δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Ο θάνατός του θεωρήθηκε εθνική απώλεια και τον θρήνησε όλη η Ελλάδα.
Επίλογος
Μέσα σε μερικά χρόνια η Ναυτική Αεροπορία όχι μόνο οργανώνεται αλλά και συμμετέχει με επιτυχία στις πολεμικές προσπάθειες της Ελλάδος στους Βαλκανικούς Πολέμους και στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ιδίως η συνεισφορά της στην συμμαχική προσπάθεια κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν πολύ σημαντική, πράγμα το οποίο αναγνωρίστηκε και από τους ίδιους τους Συμμάχους, ιδίως τους Βρετανούς. Αυτήν την περίοδο λάμπει ιδιαίτερα το άστρο του αξιωματικού του Ναυτικού Αριστείδη Μωραϊτίνη, ο οποίος αφιέρωσε τη ζωή του στην ανάπτυξη και άνδρωση της Ναυτικής Αεροπορίας.
Η εποποιία όμως θα συνεχιστεί και στην Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου τα λεγόμενα «Ναυτικά Σμήνη» θα ακολουθούν κατά πόδας τον Ελληνικό Στρατό στα βάθη της Μ. Ασίας προσφέροντας πολύτιμη βοήθεια με φωτογραφήσεις των εχθρικών θέσεων και τον βομβαρδισμό πολλών από αυτών.
Όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος αποφάσισε την ενοποίηση των δύο αεροποριών, της Ναυτικής και της Στρατιωτικής σε μία ξέχωρη διοίκηση, το Υπουργείο Αεροπορίας, είχε γίνει κατανοητό το πόσο χρήσιμες είναι οι ισχυρές αεροπορικές δυνάμεις για την προστασία της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. Η νεοσύστατη Πολεμική Αεροπορία ήταν έτοιμη να συνεχίσει την παράδοση της Στρατιωτικής και της Ναυτικής Αεροπορίας...
Πηγή: Περί Αλός http://perialos.blogspot.gr/2016/02/blog-post_18.html
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[11] Η εταιρεία Hadley Page (Χάντλεϊ Πέιτζ) του Frederick Hadley Page (αργότερα Sir Frederick) παρήγαγε μια σειρά από βαρέα βομβαρδιστικά για το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό με σκοπό να βομβαρδίσει τις βάσεις των γερμανικών Zeppelin. Απώτερος σκοπός ήταν η κατασκευή ενός βομβαρδιστικού που να μπορεί να βομβαρδίσει το Βερολίνο ως εκδίκηση για τον βομβαρδισμό που είχε υποστεί το Λονδίνο από Zeppelin.
[12] «ΛΟΝΔΙΝΟΝ, 6.-Επίσημον της 3ης Νοεμβρίου: Κατά τας τελευταίας αεροπλοϊκάς επιχειρήσεις εις Καλλίπολιν και Κων/πολιν, εκτελεθείσας συμπράξει Ελληνικών ναυτικών μονάδων, ενηργήθησαν επί πέντε νύκτας επιδρομαί, αίτινες απέδωκαν λίαν ικανοποιητικά αποτελέσματα […]. Ο Βασιλεύς Γεώργιος απένειμεν εις τους Έλληνας αξιωματικούς, οίτινες μετέσχον της επιχειρήσεως, το δια διακεκριμένας υπηρεσίας μετάλλιον εις τον κ. Μωραϊτίνην και τον δια διακεκρίμενας υπηρεσίας σταυρόν εις τους κ.κ. Μελετόπουλον και Κωνσταντίνου. Ανταπόκριση των Times του Λονδίνου, την οποία δημοσίευσε μεταφρασμένη ο Ελεύθερος Τύπος της 7-11-1917.
[13] Γ.Ε.Ν. Β΄, “Ελληνικόν Ναυτικόν”, Ναυτική Επιθεώρησις, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1919.
*Υποπλοίαρχος (ΕΦ/Ο) ΠΝ
(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Ναυτική Επιθεώρηση», τ. 592, σελ. 10, ΜΑΡΤ – ΜΑΪ 2015)