Τετάρτη
25 Δεκεμβρίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 5211RSS FEED
Κόλαφος η έκθεση του Ε/ΚΧασάπης και όχι χειρουργός η Ευρώπη, με το φάντασμα του ναζισμού να πλανάται
14/02/2014

Κόλαφος για την δράση της τρόικας στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες που βρέθηκαν σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, είναι το βασικό συμπέρασμα της έκθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον ρόλο της τριμερούς των δανειστών στις χώρες του Μνημονίου.

Η έκθεση εγκρίθηκε χθες με ευρεία πλειοψηφία από την επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου και επικεντρώνεται στις τρεις σημαντικότερες συνέπειες της πολιτικής λιτότητας που επέβαλε η τρόικα στην Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Κύπρο: Κατακόρυφη άνοδος της ανεργίας, μαζική εξαφάνιση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και αύξηση του πληθυσμού που ζει κοντά στο όριο της φτώχειας.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε ο εισηγητής της έκθεσης και ευρωβουλευτής των σοσιαλιστών Αλεχάνδρο Σέρκας έκανε λόγο για «κοινωνικό τσουνάμι» που προκάλεσε η πολιτική της τρόικας στις χώρες που μπήκαν σε πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής.

Ο Ισπανός ευρωβουλευτής κατηγόρησε την τρόικα, αλλά και το Eurogroup ότι περιφρόνησαν την κοινωνική διάσταση της πολιτικής που εφάρμοσαν, «ωσάν η Ευρώπη να ήταν ένα κλαμπ πιστωτών».

Σύμφωνα με την έκθεση, η πολιτική της τρόικας οδήγησε στο κλείσιμο πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στην αύξηση της ανεργίας, ιδιαίτερα της μακροχρόνιας ανεργίας και της ανεργίας των νέων, η οποία το 2012 ξεπέρασε το 50% στην Ελλάδα, το 30% στην Πορτογαλία και το 26,5% στην Κύπρο.

Επισημαίνεται επίσης η «αλλοίωση» βασικών προτύπων εργασίας και η σημαντική μείωση του κατώτατου μισθού, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, όπου συρρικνώθηκε κατά 22%.

Η έκθεση υπογραμμίζει, επίσης, ότι στις χώρες του μνημονίου προέκυψαν νέες μορφές φτώχειας που πλήττουν τα μεσαία και λαϊκά στρώματα, με συνέπεια την αδυναμία μιας μερίδας του πληθυσμού να πληρώσει τις υποθήκες και τις υψηλές τιμές ενέργειας.

Επιπλέον, η έκθεση υπογραμμίζει ότι έγιναν μεγάλα λάθη όσον αφορά τον εργασιακό τομέα και το συνταξιοδοτικό.

Οι ευρωβουλευτές επικρίνουν το γεγονός ότι στον σχεδιασμό των προγραμμάτων προσαρμογής δεν ζητήθηκε η γνώμη των εργοδοτών και των εκπροσώπων των εργαζομένων, ενώ παραβιάστηκαν διεθνείς συμβάσεις του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας, με αποτέλεσμα το συνταγματικό δικαστήριο της Πορτογαλίας να κρίνει αντισυνταγματικά ορισμένα από τα μέτρα που ελήφθησαν.

«Η τρόικα έδρασε μάλλον ως χασάπης, παρά ως χειρουργός που γνωρίζει την ανατομία ενός σώματος», σχολίασε ο εισηγητής της έκθεσης Αλ. Σέρκας.

Η έκθεση καλεί τα κράτη - μέλη και την ΕΕ να θέσουν σε εφαρμογή ένα σχέδιο ανάκαμψης για τις χώρες του μνημονίου και να διορθωθούν τα λάθη που έγιναν τα τελευταία τέσσερα χρόνια.

Το σχέδιο αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα στήριξης των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων και των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων του πληθυσμού, καθώς και μέτρα για την τόνωση της απασχόλησης.

Επιπλέον, ο Σέρκας χαρακτήρισε «ανεπαρκή» τα 6 δις ευρώ που παρέχει το ταμείο εγγύησης για τους νέους και υποστήριξε ότι το ποσό αυτό πρέπει να αυξηθεί στα 20 δις ευρώ.

Η έκθεση εγκρίθηκε από την επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων του ΕΚ με 27 ψήφους υπέρ, επτά κατά και δύο αποχές, ενώ η ψηφοφορία στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα πραγματοποιηθεί τον Μάρτιο, στο Στρασβούργο.

Ο κίνδυνος από τους «ακραίους»

Τον «ιδιαίτερο κίνδυνο» που απειλεί την Ελλάδα, τη Βρετανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ολλανδία και τη Δανία μια άνοδος της ακροδεξιάς στις χώρες αυτές κατά τις επικείμενες εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον ερχόμενο Μάιο, επισήμανε ο πρώην καγκελάριος της Αυστρίας και πρώην αρχηγός του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος, Βόλφγκανγκ Σιούσελ, μιλώντας σε διεθνή διάσκεψη για το Δημόσιο Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο της αυστριακής πόλης Γκρατς.

Εκφράζοντας τις ανησυχίες του πως τα λαϊκιστικά δεξιά ακροδεξιά κόμματα θα μπορούσαν να σαρώσουν στις Ευρωεκλογές, ο πρώην καγκελάριος τόνισε ότι δεν θεωρεί απίθανο, αυτοί οι επικριτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναδειχθούν σε πρώτη δύναμη στις εκλογές αυτές.

Ο ίδιος δεν έκανε, στο πλαίσιο αυτό, την παραμικρή αναφορά στην Αυστρία, καθώς κάτι τέτοιο θα αφορούσε την εσωτερική πολιτική, για την οποία ο πρώην καγκελάριος έχει αποφανθεί πως δεν θέλει πλέον να εκφράζεται.

Ειδικά στο συγκεκριμένο θέμα, ο Βόλφγκανγκ Σιούσελ, έχει έναν επιπλέον λόγο να αποφεύγει να τοποθετείται, καθώς, ήταν εκείνος που, πρώτος στην Ευρώπη, κατέστησε δυνατή την αναρρίχησή της στην εξουσία και τη συμμετοχή της σε κυβέρνηση για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκή χώρα, σχηματίζοντας ο ίδιος, τον Φεβρουάριο του 2000, κυβερνητικό συνασπισμό με τον Αυστριακό ακροδεξιό Γιεργκ Χάιντερ.

Το παράδοξο σε αυτόν τον κυβερνητικό συνασπισμό ήταν πως ο Σιούσελ ανέλαβε επικεφαλής του ως καγκελάριος, αν και το Λαϊκό Κόμμα του είχε έλθει τρίτο στις εκλογές που είχαν προηγηθεί τον Οκτώβριο του 1999 και στις οποίες οι Σοσιαλδημοκράτες ήταν οι νικητές, με δεύτερο και με το πρωτοφανές ποσοστό 27%, το ακροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα των Ελευθέρων του Χάιντερ, ο οποίος έδωσε την ευκαιρία στο Βόλφγκανγκ Σιούσελ να γίνει καγκελάριος της Αυστρίας. 

Αυτή η πρώτη δεξιά-ακροδεξιά κυβέρνηση στην Ευρώπη, αλλά και η πλέον αμφιλεγόμενη κυβέρνηση στη μεταπολεμική Αυστρία, προκαλώντας στην πρώτη φάση της τη διεθνή κατακραυγή και την επιβολή πολύμηνων κυρώσεων από τις υπόλοιπες κυβερνήσεις των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατόρθωσε να παραμείνει στην εξουσία για επτά χρόνια έως τον Δεκέμβριο του 2006. 

Σήμερα, οι επίγονοι του Χάιντερ στο Κόμμα των Ελευθέρων διεκδικούν στις επικείμενες Ευρωεκλογές ακόμη και την πρώτη θέση, αφού διάφορες δημοσκοπήσεις τους εμφανίζουν σε αγώνα «στήθος με στήθος» με τους Σοσιαλδημοκράτες και με ποσοστό να υπερβαίνει αρκετά το 20,5%, που είχαν αποσπάσει στις τελευταίες αυστριακές βουλευτικές εκλογές, στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου.

Σε αυτή τη «δύναμη» της αυστριακής Ακροδεξιάς πρέπει να προστεθεί και το ποσοστό 3,5% στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, του δεύτερου μικρότερου ακροδεξιού κόμματος Συνασπισμός Μέλλον της Αυστρίας -που είχε προκύψει κατά τη διάσπαση των Ελευθέρων από τον ίδιο τον Χάιντερ τον Απρίλιο του 2005- το οποίο όμως παρέμεινε εκτός αυστριακής Βουλής, καθώς δεν έφθασε στο εκλογικό όριο του 4%, που ισχύει στην Αυστρία.