Το Άγιο Πνεύμα έφυγε μετανάστης…14/06/2011
Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Αν περίμενε κανείς να πληροφορηθεί – έστω δια της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος – πώς φτάσαμε ως εδώ, μάλλον δεν έγινε σοφότερος, παρά την χθεσινή πνευματική (λέμε τώρα) αργία.
Ως γνωστόν, οι χρήσιμες πληροφορίες είτε αποκρύπτονται επιμελώς, είτε περνούν απαρατήρητες – πάλι επιμελώς.
Για παράδειγμα, παραμονές της εορτής του πνεύματος, που ως φαίνεται την Ελλάδα την έχει εγκαταλείψει εντελώς – πληροφορηθήκαμε (;) από την ετήσια έκθεση της Κομισιόν για την ανταγωνιστικότητα, ότι τα τελευταία δέκα χρόνια η χώρα μας διέθεσε για επενδύσεις στην Έρευνα και στην Καινοτομία μόλις το 0,58% του ΑΕΠ!
Ποσοστό γελοίο που αποκαλύπτει το έλλειμμα πολιτικής βούλησης να πάει η χώρα μπροστά.
Ποσοστό που καταδεικνύει την πολιτική αναλγησία και εγκληματική αδιαφορία. Την παντελή έλλειψη πολιτικού φιλότιμου.
Η χώρα στην οποία – να το ξαναπούμε; - εισέρρευσαν πακτωλοί κοινοτικών χρημάτων, η χώρα που ξόδεψε τα μαλλιά της κεφαλής της για να διοργανώσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες, η χώρα που σκόρπισε το κοινοτικό χρήμα σε προγράμματα-μαμούθ, η χώρα που διαφημιζόταν ως «Ισχυρά Ελλάδα» και κορδωνόταν για τους ρυθμούς της ανάπτυξής της, στον τομέα της Έρευνας παρέμεινε κάτω από τον μέσο κοινοτικό όρο.
Η έκθεση το λέει ξεκάθαρα: Οι επενδύσεις στη έρευνα ήταν αισθητά χαμηλότερες από τους υψηλούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, που γνώρισε η Ελλάδα την περίοδο 2000-2006.
Ακόμη και στο ανθρώπινο δυναμικό που ασχολείται με την Έρευνα, οι επιδόσεις της Ελλάδας βρίσκονται κάτω από τον μέσο κοινοτικό όρο, με 4,2 ερευνητές ανά χίλιες μονάδες του εργατικού δυναμικού – ενώ στην ΕΕ ο μέσος όρος είναι 6,3.
Φυσικά, δεν μας λείπουν τα μυαλά. Ακόμη και σ’ αυτήν την άθλια κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, Έλληνες ερευνητές και ελληνικά ερευνητικά προγράμματα διαπρέπουν και ξεχωρίζουν σε διαφορετικούς τομείς.
Αλλά οι άλλες χώρες βρίσκονται πάντα ένα βήμα πιο μπροστά. Εμείς κολλημένοι στο 0,58% του ΑΕΠ, ενώ όλοι οι άλλοι προοδεύουν.
Όσον αφορά στις δαπάνες για έρευνα και τεχνολογία, στην ευρωζώνη ο μέσος όρος ήταν το 2001 1,85% επί του ΑΕΠ και το 2008 είχε φθάσει στο 1,91%.
Η Γερμανία από το 2,46% πήγε στο 2,63. Η Ιρλανδία από το 1,1% στο 1,43%. Η Ισπανία από το 0,91% στο 1,35%. Υπήρξαν και χώρες που τα ποσοστά έπεσαν, αλλά ήσαν ήδη πολύ υψηλότερα: Η Γαλλία από το 2,2% πήγε στο 2,02% και η Σουηδία από το 4,17% στο 3,75%.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει ήδη αποφασίσει το ποσοστό αυτό να φτάσει παντού στο 3%. Και η αρμόδια Επίτροπος έχει αποφανθεί πως είναι το μόνο – η χρηματοδότηση της έρευνας, δηλαδή – που πρέπει να μην επηρεαστεί από την δημοσιονομική κρίση. Διαφορετικά, η ανάκαμψη δεν θα έλθει ποτέ!
Η παρούσα κυβέρνηση είχε και σ’ αυτόν τον τομέα δώσει ένα σωρό υποσχέσεις. Γι’ αυτό και τον Νοέμβριο του 2009, Γ.Γ. Έρευνας και Τεχνολογίας είχε τοποθετηθεί μετά μεγάλων τυμπανοκρουσιών ο καθηγητής κ. Μητσός, πρώην γενικός διευθυντής Έρευνας και Τεχνολογίας της Κομισιόν, παρακαλώ.
Και δεν χρειάζεται να πούμε πως όλα όσα ακούστηκαν κατά την συζήτηση των Προγραμματικών Δηλώσεων τον Οκτώβριο του 2009 εντάσσονται στο πλαίσιο αυτού που μπορεί πλέον να αποκληθεί «Το Μεγάλο Ψέμα».
Ο πρωθυπουργός είχε τότε εξαγγείλει πως οι επενδύσεις για την Έρευνα θα πάνε στο 2% του ΑΕΠ, με αυξημένη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα – που δεν ήλθε ποτέ.
Άλλωστε, από τον Απρίλιο του 2009, μιλώντας σε φόρουμ (από fora πάμε καλά) που οργάνωσε ο τομέας Παιδείας του κόμματος, είχε υποσχεθεί και επιπλέον 1 δις ευρώ για την Παιδεία – αλλά τότε… λεφτά υπήρχαν!
Στο σημείο αυτό, να θυμίσουμε πως και όταν πράγματι υπήρχαν λεφτά, με όλα τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης να διαθέτουν κονδύλια για την εκπαίδευση, αυτά είτε πήγαν αλλού γι’ αλλού, είτε δεσμεύτηκαν και ουδέποτε απορροφήθηκαν!
Αρκεί να πούμε ότι το 1997 αφαιρέθηκαν 50 δις δρχ. επειδή δεν είχαν απορροφηθεί δεσμευμένοι πόροι προηγουμένων ετών!
Η ιστορία είναι παλιά και πικρή.
Το 2003 ο τότε υπουργός των Οικονομικών κατηγορήθηκε από τους ερευνητές ότι αρνείται να αναγνωρίσει τη στρατηγική σημασία της έρευνας.
Μάλιστα, έρευνα του Παντείου Πανεπιστημίου με θέμα τις αμυντικές δαπάνες σε συνδυασμό με την τεχνολογική πρόοδο έδειξε πως στην Ελλάδα ο αριθμός επιστημόνων και ερευνητών ήταν μικρότερος και από αυτόν της Τουρκίας.
Την ίδια ώρα η Ευρώπη πραγματοποιούσε αγώνα δρόμου για να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ, όπου από τα 4.000 πανεπιστήμια τα 225 είναι ερευνητικά και στα 50 από αυτά πηγαίνει το 60%-80% των επιδοτήσεων.
Όχι τυχαία. Δεν χρηματοδοτούν ό,τι υπάρχει επειδή το ζητούν οι ιδιοκτήτες σουβλατζίδικων και καφετεριών. Χρηματοδοτούν πραγματικά την έρευνα.
Γι’ αυτό και οι ΗΠΑ παράγουν παγκοσμίως το 60% της Έρευνας και Τεχνολογίας και το 60% περίπου των ευρεσιτεχνιών.
Το 2004, ανακοινώνεται ότι μέχρι το 2010 θα κονδύλια για την έρευνα θα αυξάνονταν στο 1,5%. (Το τι συνέβη στη χώρα το 2010, είναι γνωστό).
Ήταν τότε που οι Ευρωπαίοι ηγέτες, διαπιστώνοντας τη διαρροή εγκεφάλων προς τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, συμφώνησαν η δαπάνη μέχρι το 2010 να φθάσει στο 3% επί του ΑΕΠ.
Στην πραγματικότητα, για άλλη μια φορά οι Ευρωπαίοι, που τώρα δεν ασχολούνται με τίποτε άλλο εκτός από την δημοσιονομική κρίση, άρχισαν να αναρωτιούνται τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε.
Έβαλαν κάτω τα νούμερα και απόρησαν: Στην Ευρώπη παράγεται ο μεγαλύτερος αριθμός επιστημόνων, αλλά ΗΠΑ και Ιαπωνία υπερτερούν σε ευρεσιτεχνίες και εμπορικές εφαρμογές.
Το 2000, ο αριθμός των πτυχιούχων και διδακτορικών στη ΕΕ ανερχόταν σε 2,14 εκ., στις ΗΠΑ 2,07 και στην Ιαπωνία 1,1 εκ. Την ίδια στιγμή το ποσοστό των απασχολουμένων ερευνητών ανά 1.000 εργαζόμενους ήταν 5,4 στην ΕΕ, 8,7 στις ΗΠΑ και 9,7 στην Ιαπωνία.
Έπεσε πανικός και τον Απρίλιο του 2005, η Κομισιόν εξέδωσε ανακοίνωση για «κινητοποίηση του πνευματικού δυναμικού της Ευρώπης, με ανταμοιβή της αριστείας στο υψηλότερο επίπεδο».
Αυτή τη στιγμή, η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί σε τίποτε από τα παραπάνω. Οι νέοι της βρίσκονται στην Πλατεία και διαμαρτύρονται επειδή όχι μόνο δεν αξιοποιούνται τα μυαλά τους, αλλά δεν βρίσκουν καμία απολύτως εργασία.
Η Πλατεία εξελίσσεται σε διαβατήριο για τη μετανάστευση.
Ούτε καν η εορτή του Αγίου Πνεύματος δεν έβαλε τους ταγούς μας σε σκέψεις. Προφανώς, έχει μεταναστεύσει κι’ αυτό…