Στις κωμωδίες του ελληνικού κινηματογράφου της δεκαετίας του ’50 η μικροαστική και μεσοαστική τάξη παρουσιάζονται λίγο πολύ όπως είναι στην πραγματικότητα, με την αναμενόμενη φυσικά υπερβολή που απαιτούν οι κωμωδίες.
Οι έμμεσες καταγγελίες σε όσες ταινίες ασχολούνται με τη μεσαία τάξη έχουν σχέση με κοινωνικά και όχι με οικονομικά προβλήματα:
Η τσιγκουνιά του συζύγου που δεν θέλει να αγοράσει το κόσμημα που τόσο πολύ λαχταρά η γυναίκα του («Ένα βότσαλο στη λίμνη», 1952), το άγχος του αδελφού να παντρέψει τη μεσόκοπη αδελφή του για να πάρει κι αυτός σειρά («Δεσποινίς ετών 39», 1954), η μοναξιά του πενηντάρη χήρου επιχειρηματία που ψάχνει να βρει σύζυγο («Δελησταύρου και υιός», 1957), η αυστηρή ηθική του πατέρα που δεν επιτρέπει στις κόρες του καμιά ελευθερία («Η θεία απ’ το Σικάγο», 1957).
Την ίδια εποχή η λαϊκή τάξη δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα. Στην ταινία «Σάντα Τσικίτα» (1953) ένας ιδιωτικός υπάλληλος δεν έχει χρήματα για να παντρευτεί την καλή του και καθυστερεί το γάμο για χρόνια, ενώ στην ταινία «Ο Φανούρης και το σόι του» (1957), ένας αδελφός με βαριά καρδιά ετοιμάζεται να παντρέψει την αδελφή του με ένα προικοθήρα έμπορο.
Άλλοι είναι άνεργοι ή αμείβονται τόσο λίγο που κινδυνεύουν να λιμοκτονήσουν. Στην ταινία «Ο Ηλίας του 16ου» (1959) κάποιοι φτωχοδιάβολοι καταφεύγουν στην κλοπή, ενώ γύρω τους κινούνται διεφθαρμένοι χαρακτήρες, όπως ένας κλεπταποδόχος και ένα ζευγάρι αστών που χάνει συνεχώς χρήματα στα χαρτιά και δεν διστάζει να ενοχοποιήσει αθώους.
Οι κοινωνικές τάξεις εμπλέκονται στην ταινία «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» (1954). Εδώ ο αγράμματος έμπορος που ναι μεν ανήκει στη λαϊκή τάξη, αλλά κερδίζει πολλά χρήματα από το εμπόριο, έρχεται σε σύγκρουση με τη μορφωμένη αδελφή του που ανέρχεται κοινωνικά και απαιτεί από την οικογένειά της αστική νοοτροπία και όχι λαϊκή.
Και ενώ στις πόλεις η μικροαστική και μεσοαστική τάξη προσπαθούν να εξευρωπαϊσθούν, στα χωριά ο κόσμος παραμένει στον απλοϊκό πρωτογονισμό του. Στην ταινία «Η κυρά μας η μαμή» (1958), ο γιατρός που επιστρέφει στη γενέτειρά του αντιμετωπίζει απίστευτες δεισιδαιμονίες και προλήψεις που δεν μπορεί να τις υπερνικήσει.
Ανάμεσα στις ταινίες της δεκαετίας του ’50 ξεχωριστή θέση κατέχει «Η κάλπικη λίρα» (1955) με τέσσερις σπονδυλωτές ιστορίες, όπου βλέπουμε να παρελαύνουν όλες οι κοινωνικές τάξεις της πρωτεύουσας:
Ο έντιμος πλην φτωχός χαράκτης που παρασύρεται από κάποιον του υποκόσμου και από τα κάλλη μιας ελαφρών ηθών κυρίας και φτιάχνει μια κάλπικη λίρα.
Ο επαίτης που παριστάνει τον τυφλό και μια γυναίκα που κάνει πεζοδρόμιο.
Οι μεροκαματιάρηδες που ζουν σε μια αυλή και τα βγάζουν δύσκολα πέρα και ο πλούσιος αλλά ανάλγητος σπιτονοικοκύρης τους.
Η κόρη μιας μεγαλοαστικής οικογένειας που ερωτεύεται ένα φτωχό καλλιτέχνη.
Στην ταινία αυτή με γρήγορες αλλά καίριες πινελιές απεικονίζεται ένας ολόκληρος κόσμος που ζει και κινείται στην Αθήνα του ’50. Πονηροί επαίτες, πόρνες του δρόμου και πόρνες πολυτελείας, υπόκοσμος, μικροαστοί που τα βγάζουν δύσκολα πέρα αλλά και μικροαστοί καλοζωισμένοι, φτωχοί άνθρωποι του μόχθου, καλλιτέχνες που λιμοκτονούν και στο βάθος η μεγαλοαστική τάξη.
Στη δεκαετία του ’60 η αστική τάξη κάνει πιο έντονη την παρουσία της. Στην ταινία «Τα κίτρινα γάντια» (1960) το πλούσιο ζευγάρι που ζει στα βόρεια προάστια τσακώνεται, επειδή ο σύζυγος είναι αθεράπευτα ζηλιάρης. Στην ταινία «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός» (1961) μια πλούσια οικογένεια εμπόρων έχει κι αυτή προβλήματα συζυγικής πίστης. Στην ταινία «Ο Θόδωρος και το δίκαννο» (1962) ο παλαιών αρχών μικροαστός πατέρας δυσκολεύεται να χωνέψει ότι οι εποχές έχουν αλλάξει και ότι η ζωή εκεί έξω έχει πάρει άλλο δρόμο.
Σημειώνω εδώ την ταινία «Η κυρία του κυρίου» (1962), την οποία θεωρώ ανήθικη με τα μηνύματα που εκπέμπει. Εδώ η σύζυγος υπαλλήλου μιας εταιρείας καμαρώνει, επειδή εν αγνοία του, κλείνει συμφωνίες με συνεργάτες της εταιρείας και παίρνει την προμήθειά της. Η ταινία δεν έχει την κάθαρση που περιμένει ο θεατής.
Στην ταινία «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (1962) πάλι έχουμε ένα ζευγάρι αστών χωρίς οικονομικά προβλήματα. Το θέμα είναι οι εξωσυζυγικές περιπέτειες του άντρα και η λαχτάρα που του ετοίμασε η γυναίκα του.
Στην ταινία «Οι γαμπροί της Ευτυχίας» (1962) έχουμε ξανά το ίδιο μοτίβο της αστικής αθηναϊκής οικογένειας με μια ιδιότροπη γεροντοκόρη που θέλει να ξεφορτωθεί ο αδελφός της για να μπορέσει να παντρευτεί κι αυτός.
Στην ταινία «Θα σε κάνω βασίλισσα» (1964) ο εύπορος επιχειρηματίας θέλει να αυξάνει συνεχώς το κεφάλαιό του, ενώ η γυναίκα του δυσανασχετεί, γιατί απαιτεί τα λούσα της.
Τρία χρόνια αργότερα στην ταινία «Κάτι κουρασμένα παλικάρια» (1967) εμφανίζεται ο τύπος του πλούσιου μεσόκοπου που φλερτάρει τις νεαρές.
Η λαϊκή τάξη τα πάει καλύτερα στη δεκαετία αυτή. Μολονότι στην ταινία «Αλίμονο στους νέους» (1961) έχουμε το γνωστό μοτίβο του άνεργου φτωχού νέου που δεν μπορεί να παντρευτεί την καλή του (ενώ στα βόρεια – πάντα - προάστια ζουν πάμπλουτοι ηλικιωμένοι), δυο χρόνια αργότερα, στην ταινία «Της κακομοίρας» (1963) το φτωχό χωριατόπαιδο τα κουτσοκαταφέρνει ως μπακαλόγατος σ’ ένα μπακάλικο κάποιας συνοικίας.
Λίγα χρόνια μετά η μικροαστική τάξη δεν ντρέπεται να δείξει τη φτώχεια της: στην ταινία «Καλώς ήλθε το δολάριο» (1967) ο ιδιωτικός υπάλληλος προσπαθεί να διατηρήσει το αξιοπρεπές προφίλ του, μολονότι κινδυνεύει να βρεθεί στο δρόμο. Και δυο χρόνια αργότερα παραμένει ένας αξιοπρεπής φτωχός ιδιωτικός υπάλληλος στην ταινία «Ξύπνα, Βασίλη!» (1969).
Η πολιτική έχει μικρή θέση στις κωμωδίες αυτές. Όμως παίρνουμε μια ιδέα του τι συμβαίνει στα παρασκήνια («Θανασάκης ο πολιτευόμενος» 1954), τι σπατάλη χρημάτων απαιτείται για μια προεκλογική εκστρατεία και πόση οίηση έχουν οι πολιτευόμενοι.
Λίγα χρόνια αργότερα με την κωμωδία «Ζητείται ψεύτης» (1961) έχουμε μια δημόσια καταγγελία για τις ψεύτικες υποσχέσεις των πολιτικών προς τους ψηφοφόρους τους και τέσσερα χρόνια μετά η κωμωδία «Υπάρχει και φιλότιμο» (1965) αποκαλύπτει τη διαφθορά και τα κυκλώματα που κινούνται γύρω από τους πολιτικούς καθώς και την απογοήτευση του λαού.
Για τους κομμουνιστές γίνονται ελάχιστες νύξεις. Σε δύο ταινίες του 1964, «Θα σε κάνω βασίλισσα» και «Δεσποινίς διευθυντής», παρουσιάζεται φευγαλέα ένας κρυφός κομμουνιστής που σε κάποια στιγμή ενθουσιασμού αποκαλύπτει την ιδεολογία του. Στην ταινία «Η κόμισσα της φάμπρικας» (1969) αντίθετα, ένας κομμουνιστής διαλαλεί την ιδεολογία του προς μεγάλο εκνευρισμό του αγαθού αστυφύλακα που μένει στην ίδια αυλή μαζί του. Τέλος στην ταινία «Ξύπνα, Βασίλη!» (1969) βλέπουμε πόσο εύκολα ένας κομμουνιστής απεμπολεί τις ιδέες του, όταν ένα λαχείο τον κάνει πλούσιο.
Οι παλιές ιδέες μιας Ελλάδας καθυστερημένης πολιτιστικά έρχονται σε σύγκρουση με τις νέες ιδέες που έρχονται από την Ευρώπη. Οι καλές ελληνικές κωμωδίες του ’50 και του ’60 απηχούν αυτή τη σύγκρουση.
Ο αδελφός πρέπει να αποκαταστήσει τις αδελφές του και μετά να παντρευτεί: «Δεσποινίς ετών 39» (1954), «Ο Φανούρης και το σόι του» (1957), «Οι γαμπροί της Ευτυχίας» (1962).
Όποιος είναι πάνω από πενήντα χρονών είναι ανάρμοστο να ψάχνει για σύζυγο: «Δελησταύρου και υιός» (1957). Δέκα χρόνια αργότερα («Κάτι κουρασμένα παλικάρια», 1967), ο πενηντάρης διεκδικεί το δικαίωμα να ερωτεύεται κοπελίτσες, αν και γελοιοποιείται.
Η βεντέτα, παλιό εθιμικό δίκαιο, αμφισβητείται: «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες» (1960).
Οι ερωτοτροπίες του συζύγου αντιμετωπίζονται ως ατόπημα που όμως συγχωρείται: «Ένα βότσαλο στη λίμνη» (1952), «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός» (1961), «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (1962).
Οι νέες ιδέες αντιμετωπίζονται με καχυποψία, αλλά τελικά υπερισχύουν στην ταινία «Ο Θόδωρος και το δίκαννο» (1962).
Σε δύο ταινίες, «Η θεία απ’ το Σικάγο» (1957) και «Η κυρά μας η μαμή» (1958) οι παλιές ιδέες γελοιοποιούνται ως τελείως αναχρονιστικές.
Η κοινωνική διαφθορά υπάρχει και καταγγέλλεται.
«Σάντα Τσικίτα» (1952): ένας ολόκληρος κόσμος κινείται σε καθεστώς ημιπαρανομίας, ενώ ο λαός μοχθεί για τον επιούσιο.
«Ο Ηλίας του 16ου» (1959): μικροαπατεώνες, κλεπταποδόχοι, ανέντιμοι αστοί και στη μέση η αστυνομία που πρέπει να ξεδιαλύνει τις απάτες.
«Αλίμονο στους νέους» (1961): πλούσιοι γέροντες που θέλουν να εκμαυλίσουν φτωχά κορίτσια.
«Η κυρία του κυρίου» (1962): η σύζυγος που ανενδοίαστα παίρνει προμήθειες πίσω από την πλάτη του συζύγου της.
«Φωνάζει ο κλέφτης» (1965): Υπάλληλοι κλέβουν την επιχείρηση, στην οποία εργάζονται.
«Η κόμισσα της φάμπρικας» (1969): μικροδιαρρήκτες που συμβιώνουν με έντιμους μεροκαματιάρηδες στην ίδια αυλή.
Αξίζει εδώ να αναφέρουμε τη σπουδαία ταινία «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», μολονότι γυρίστηκε το 1948, δυο χρόνια πριν ξεκινήσει η δεκαετία του ’50.
Η Κατοχή και η φρίκη του πολέμου είναι μόλις τέσσερα χρόνια πίσω. Στην Ελλάδα η φρίκη συνεχίζεται με τον εμφύλιο. Εδώ το πολιτικό σχόλιο της ταινίας είναι εμφανές: οι Έλληνες αλληλοσφάζονται, ενώ στην Ευρώπη επικρατεί ειρήνη.
ketivasilakou.blogspot.com
e mail: ekaterini77@gmail.com