Η οικονομική πολιτική έχει εκτροχιαστείΓράφει ο
Γιώργος Αγαπητός
Οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν τη φράση «μέτρον άριστον». Αυτό ίσχυε, ισχύει και θα ισχύει πάντα για όλους τους ανθρώπους σε όλους τους τομείς της ζωής του, ακόμη και στη φύση.
Ό,τι ξεπερνά κάποια όρια σημαίνει υπερβολή και συνεπάγεται καταστροφή. Ο άνεμος είναι χρήσιμος, όταν όμως γίνεται τσουνάμι καταστρέφει ό,τι βρει στο διάβα του. Οι νόμοι είναι απαραίτητοι, όταν όμως είναι αντισυνταγματικοί και απάνθρωποι βιάζουν τη δημοκρατία και εξευτελίζουν την αξιοπρέπεια των πολιτών.
Μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση δεν σημαίνει ότι μπορεί να παίρνει ό,τι αποφάσεις θέλει επειδή έχει μια τυπική πλειοψηφία στη Βουλή.
Κάθε κυβέρνηση οφείλει να ακολουθεί το προεκλογικό της πρόγραμμα γιατί γι΄αυτό ψηφίστηκε.
Εάν, συνεπώς, από την αρχή της θητείας της διαπιστώσει ότι πρέπει να εφαρμόσει πολιτική η οποία είναι εκ διαμέτρου αντίθετη με το προεκλογικό της πρόγραμμα, οφείλει να ζητήσει αμέσως νέα λαϊκή εντολή.
Αυτό όμως στην περίπτωση της χώρας μας, δεν έγινε και έτσι η ίδια η κυβέρνηση εγκλωβίστηκε σε ένα φαύλο κύκλο και ο λαός κινδυνεύει να τρελαθεί από την παράλογη πολιτική που εφαρμόζεται. Πολλοί έχουν ξεχάσει τη ρήση του Αριστοτέλη ότι: «Οι πολιτικές οι οποίες δεν είναι ανθρωποκεντρικές είναι καταστροφικές». Είναι, συνεπώς, απαραίτητο οι «άνθρωποι» που ασκούν εξουσία καταρχήν να είναι «ανθρώπινοι», γιατί κυβερνούν έμψυχα κι όχι άψυχα όντα.
Η ασκούμενη οικονομική πολιτική έχει πλέον υπερβεί τα όρια αντοχής των πολιτών, αλλά και της ίδιας της κυβέρνησης. Οι πολίτες πρέπει να συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση των προσφερόμενων δημοσίων αγαθών σύμφωνα με την εισοδηματική (φοροδοτική ) τους ικανότητα και η πολιτεία οφείλει να εφαρμόζει αυτή τη συνταγματική αρχή για να υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη.
Η πολιτεία δεν δικαιολογείται να επιβαρύνει βάναυσα το εισόδημα από την εξαρτημένη εργασία (μισθωτή) επειδή δεν μπορεί να εισπράξει τους οφειλόμενους φόρους από τις άλλες πηγές.
Οι αλλεπάλληλες φορολογήσεις και η επιβολή έκτακτων εισφορών είναι αντισυνταγματικές και έχουν εξαντλήσει τα όρια αντοχής των εργαζομένων –συνταξιούχων. Οι εισφορές αυτές έχουν γίνει πλέον τακτικές και συστηματικές.
Αυτό οδηγεί σε «πτώχευση» των εργαζομένων-συνταξιούχων και τελικά σε «εσωτερική υποτίμηση», που συνεπάγεται αρνητική ανάπτυξη και συρρίκνωση της οικονομικής-παραγωγικής δραστηριότητας της χώρας. Στη συνέχεια αυξάνεται δραματικά η ανεργία και η εξάρτηση της χώρας από προϊόντα και δάνεια του εξωτερικού.
Η εξάρτηση αυτή της χώρας αποθρασύνει τους δανειστές μας, που ζητούν παράλογες εγγυήσεις και τελικά περιορίζουν επικίνδυνα την εθνική κυριαρχία για πολλές δεκαετίες και τις επόμενες γενεές. Το λυπηρό είναι ότι οι παράλογες αυτές απαιτήσεις προέρχονται από «εταίρους» της χώρας μας (Ε.Ε.-ΔΝΤ), από τους οποίους θα ανέμενε κανείς να δείξουν ένα πνεύμα αλληλεγγύης και όχι εκμετάλλευσης.
Η Ελλάδα είναι μέλος μιας οικογένειας που λέγεται Ενωμένη Ευρώπη ή Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ηθελημένα ή άθελά της βρίσκεται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση. Εάν ένα παιδί υποεκτιμήσει τον κίνδυνο και τραυματιστεί όταν τρακάρει το αυτοκίνητό του ,η οικογένειά του θα πρέπει να το αφήσει να πεθάνει επειδή έκανε ένα σοβαρό λάθος; Η χώρα μας «τράκαρε» και οι εταίροι μας αντί να τη βοηθήσουν της δίνουν υψηλότοκα δάνεια, τα οποία βαφτίζουν «βοήθεια», και απαιτούν να νομοθετεί σύμφωνα με τις επιθυμίες τους ακόμη και για πολύ σημαντικά εθνικά θέματα.
Οι συμπεριφορές αυτές παρατηρούνται σε μερικές οικογένειες και τότε η μόνη λύση για τον πάσχοντα είναι να ζητήσει βοήθεια εκτός της οικογένειάς του, όπου συναντά συνήθως μεγάλη προθυμία. Στην περίπτωση της πάσχουσας ελληνικής οικονομίας, η Κίνα και η Ρωσία φαίνεται ότι είναι πρόθυμες να βοηθήσουν για να ξεπεράσει την οικονομική κρίση.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η χώρα μας είναι μια ανεξάρτητη-κυρίαρχη-δημοκρατική χώρα με αξιόλογο φυσικό-ανθρώπινο κεφάλαιο και όλοι οφείλουμε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπειά της και να απαγορεύσουμε την παρέμβαση των ξένων όταν αυτή πλησιάζει τα όρια της θρασύτητας και της εκμετάλλευσης. Δεν είναι ευχάριστο για κάθε έλληνα να βλέπει τα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης να εποπτεύονται και να ελέγχονται από την Τρόικα για κάθε απόφασή τους επειδή μας δανείζουν με το σταγονόμετρο 110 δις. ευρώ.
Η χώρα μας δεν ήταν ποτέ κακοπληρωτής και επισφαλής οφειλέτης των δανείων της, τουναντίον τόσο οι τράπεζες όσο και πολλά κράτη έχουν απορροφήσει διαχρονικά το μεγαλύτερο μέρος του εθνικού προϊόντος μέσω των αγορών για εξοπλισμούς, αεροδρόμια, μετρό, ολυμπιακούς αγώνες και τοκοχρεολύσια.
Η Ελλάδα συνεχίζει να διδάσκει οικονομικό πολιτισμό στους δανειστές της ,γιατί αν ήταν άλλη χώρα θα μπορούσε να ισχυριστεί, στα πλαίσια της εθνικής της κυριαρχίας ότι ουσιαστικά έχει πτωχεύσει, άρα αδυνατεί να πληρώσει (στάση πληρωμών) τα δάνεια (από ιδιώτες και διακρατικά), για τα οποία οι δανειστές έχουν εισπράξει διαχρονικά τεράστια ποσά.
Πρόσφατα το Eιρηνοδικείο της Λάρισας δικαίωσε μία άνεργη χήρα η οποία αδυνατούσε να εξοφλήσει δάνειό της (26.179 ευρώ) υποχρεώνοντας την τράπεζα να διαγράψει αυτό το χρέος. Η απόφαση αυτή είναι ένα καταλυτικό παράδειγμα-οδηγός για την αντιμετώπιση των δανειστών της χώρας την οποία οι «εταίροι» μας προσπαθούν να την καταστήσουν «άνεργη».
Η ελληνική πολιτεία είναι βέβαιον ότι διαθέτει μεγαλύτερη δύναμη πειστικότητας από την Κίνηση των Πολιτών Δανειοληπτών Λάρισας και το ΙΝΚΑ, που είχαν αναλάβει την υπεράσπιση της δανειολήπτριας.
Η βάναυση φορολογική-εισοδηματική πολιτική πρέπει να σταματήσει άμεσα και να αναζητηθούν εθνικοί πόροι από τους έχοντες και κατέχοντες, να δημιουργηθεί μια διακομματική κυβέρνηση, να εκδιωχθούν οι επόπτες της Τρόικα και να εφαρμοστεί μια οικονομική πολιτική με «ανθρώπινο πρόσωπο».
Το κοινωνικό κόστος αυτής της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής είναι πολύ μεγαλύτερο του οικονομικού οφέλους της χώρας και των πολιτών. Η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, η εξουθένωση των πολιτών (οικονομικά- ψυχολογικά) και η συρρίκνωση της οικονομίας προκειμένου να επιτευχθεί ισοσκέλιση του κρατικού προϋπολογισμού είναι η χειρότερη πολιτική επιλογή.
Υπάρχει λύση αρκεί οι σημερινές πολιτικές δυνάμεις να ενωθούν και να μην λαμβάνουν υπόψη τους τις θρασύτατες απαιτήσεις των δανειστών οι οποίοι ενδιαφέρονται κυρίως για την κερδοσκοπία των τραπεζών και των πολυεθνικών.
Ο λαός δεν πρόκειται να συγχωρέσει την υποτίμηση της νοημοσύνης και της αξιοπρέπειάς του, και οι πολιτικοί δεν πρέπει να ξεχνούν ότι η βιωσιμότητα των πολιτών προηγείται εκείνης των τραπεζών ,καθώς επίσης και το ρητό: Του άρχοντα τριών δει μεμνήσθαι, πρώτον μεν ότι ανθρώπων άρχει, δεύτερον ότι κατά νόμον άρχει, τρίτον ότι ουκ αεί άρχει (ποιητής Τισαμενού).
(Ο κ. Γιώργος Αγαπητός είναι καθηγητής Πανεπιστημίου και πρώην υπουργός Οικονομικών)
agapitos@neaoikonomia.grwww.neaoikonomia.gr