Σάββατο
20 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4961RSS FEED
Η ακτή του Φαλήρου στον χρόνο
Γράφει ο
Νίκος Γιαννιός

Ο Φαληρικός όρμος, από την ρίζα της Καστέλας έως το Καλαμάκι του Αλίμου αποτελεί ολόκληρος μια φυσική λεκάνη απορροής των ομβρίων της ευρύτερης περιοχής των Αθηνών. Την οριοθετούν δυο ποταμοί: Προς βοράν ο Κηφισσός ο οποίος συλλέγει πολλούς μικρούς παραπόταμους ως ο Ιλισσός, ο οποίος απέκτησε με την παρέμβαση του ανθρώπου νέα αυτόνομη κοίτη εκβολής στα όρια του Μοσχάτου με την Καλλιθέα, ο Ποδονύφτης, ο Ηριδανός κλπ και η Πικροδάφνη στο νότιο άκρο του. Ενδιάμεσα έρεε κάποτε ανάμεσα την Καλλιθέα και την Νέα Σμύρνη, όπου σήμερα η λεωφόρος Συγγρού,  ο αρχαϊκός Βουρλοπόταμος του οποίου το δέλτα υπήρχε μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα και αναφέρεται στους τίτλους της εποχής ως Βοϊδολίβαδο.  

Η ακτή του βορείου τμήματος του Φαλήρου, από την ρίζα της Καστέλας και μέχρι το Δέλτα της Συγγρού υπήρξε ανέκαθεν αμμώδης συνεπεία του χαμηλού ύψους της το οποίο επέτρεπε στον θαλάσσιο κυματισμό να εναποθέτει άμμο αλλά και λόγο της ικανής ποσότητας φερτής ψιλόκοκκου ύλης την οποία εναπόθετε ο Κηφισσός στην εκβολή του αλλά και ο Βουρλοπόταμος. Η εναπόθεση άμμου ανιχνεύεται και σε απόσταση από την ακτή και επιβεβαιώνεται από τις εκσκαφές του αρχαϊκού νεκροταφείου των Αθηνών βόρεια της κοίτης του Βουρλοπόταμου και ειδικά στον χώρο του πρώην ιπποδρόμου όπου οι εγκαταστάσεις του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου

Αντιθέτως στο νότιο Φάληρο, το οποίο σήμερα ονομάζουμε Παλαιό,  η ακτή είναι στο μεγαλύτερο μέρος της βραχώδης με κυμαινόμενο ύψος και ελάχιστους θύλακες αμμουδιάς ανάμεσα σε βραχώδεις εξάρσεις της ακτής.

Η αριστερή όχθη του Βουρλοπόταμου οριοθετείται κατά την αρχαιότητα από τον βόρειο μόλο του Φαληρικού λιμένος, γεγονός που δεν επιτρέπει την διασποράν άμμου νοτίως. Πράγματι κατά την εκσκαφήν του οικοπέδου της Ριζαρίου σχολής στις αρχές της δεκαετίας του 2.000 δια την κατασκευή του συγκροτήματος γραφείων – κινηματογράφων κλπ, είδαμε σε μεγάλο βάθος την εναπόθεση άμμου με οργανική ύλη μαζί, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνει συνθήκες έλους κατά την αρχαιότητα, συνθήκες που επιβεβαιώνονται από περιγραφές κατά τον μεσαίωνα αλλά και από σύγχρονες μαρτυρίες.

Αμέσως μετά τον λιμένα προς νότον, δεσπόζει στην περιοχή, μέχρι την επιχωμάτωση του 1972, μικρό ύψωμα γλώσσας γης η οποία εισέρχεται εις την θάλασσα, με τις κτηριακές εγκαταστάσεις της ΟΥΛΕΝ. Στην εκεί ακτή υπήρχε μικρή αμμουδιά, όπου είχε κατασκευαστεί και λειτουργούσε πλαζ χειμερινών κολυμβητών. Σε αυτήν την αμμουδιά καθώς και σε εκείνη της όχθης του βουρλοπόταμου προς την πλευράν της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου όπου μέχρι τον 18ο αιώνα ευρίσκοντο οι τρεις πύργοι, απομεινάρια του Φαληρικού τείχους, εφύοντο τα ονομαστά λευκά κρινάκια του Φαλήρου.

Η υπόλοιπη ακτή, προς νότον, είναι απότομη και κρημνώδης αποτελούμενη από στερεοποιημένες μάργες. Η γενιά μας, αμέσως μετά τον πόλεμο, Θυμάται:

Μετά την πλαζ ακολουθεί κρημνώδης ακτή όπου υπήρχε το εστιατόριο «ΤΡΟΚΑΝΤΡΟ» και αμέσως μετά κρηπίδωμα προστασίας της ακτής από τον κυματισμό και μικρή θαλάσσια ανοικτή στο μέτωπο του πελάγους, στρογγυλή κολυμβητική δεξαμενή. Το τμήμα αυτό της ακτής έφερε το όνομα του απέναντι ξενοδοχείου «Αύρα» και με την επιχωμάτωση του 1972 μεταβλήθηκε στο Πάρκο Φλοίσβου. Ακολουθούν τα κτήρια του Φιξ που έγινε κάποια στιγμή καφετέρια «ΚΑΤΙΝΑ 2» και το εμβληματικό στρογγυλό κτήριο του εστιατορίου, επί βραχώδους εξάρσεως και στην συνέχεια η βραχώδης ακτή του Φλοίσβου με την σιδερένια εξέδρα όπου έδεναν ψαρόβαρκες.

Στην νότια άκρη της ακτής αυτής υπήρχαν τα δημόσια ουρητήρια και ακολουθούσε μια βραχώδης έξαρση, όπου σήμερα το άγαλμα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και αμέσως μετά η ακτή της Παλμύρας με ελάχιστη αμμουδιά και τις χαρακτηριστικές τσιμεντένιες ομπρέλες της. Η ακτή αυτή τελειώνει σε μια νέα βραχώδη έξαρση η οποία προσφερόταν για νυκτερινό ψάρεμα και αμέσως μετά οριοθετείται από την εξέδρα του Μπάτη, μια απότομη με κάθετο τοίχωμα ακτή στο κέντρο της οποία δημιουργήθηκε ένας μικρός λιμένας με δύο εισόδους ο οποίος χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως κολυμβητική δεξαμενή, αργότερα δε ως λιμενίσκος αλιέων.

Μετά την εξέδρα του Μπάτη υπάρχει η ακτή της ομώνυμης πλαζ με πλούσια αμμουδιά η οποία τελειώνει σε μια μικρή βραχώδη προεξοχή. Ακολουθεί μεταξύ αυτής και της αμέσως επόμενης βραχώδους προεξοχής η περίφημη στενή αμμουδιά την οποία οι ντόπιοι ονόμασαν «Χονολουλού» με τους ομπρελάδες της εποχής που νοίκιαζαν κανό και πούλαγαν πορτοκαλάδες. Ακολουθεί άλλη μια μικρή ακτή με λευκό ασβεστολιθικό ποταμίσιο βότσαλο με ομπρελάδες κι αυτή μεταξύ δύο βραχωδών προεξοχών και αμέσως μετά η πλαζ του ΕΔΕΜ με αμμουδιά ανακατεμένη με το ίδιο λευκό βότσαλο.

Η βραχώδης ακτή από το λιμανάκι μέχρι την γέφυρα της Πικροδάφνης είναι σχεδόν κάθετη αλλά ο πυθμένας της θάλασσας είναι αμμώδης. Μετά την πλαζ την γαιώδη ακτή εκμεταλλεύονται οι υπέροχες ψαροταβέρνες του ΕΔΕΜ αλλά και το ομώνυμο εστιατόριο που έχει όριο την δεξιά όχθη της Πικροδάφνης.

Η ακτή του Καλαμακίου που ακολουθεί μετά την αριστερή όχθη της Πικροδάφνης είναι και αυτή βραχώδης με λευκό βότσαλο εδώ κι εκεί.  Αμέσως μετά την γέφυρα υπήρχε το νυκτερινό κέντρο Νεράιδα επάνω στον απόκρημνο βράχο που ονομάζαμε Σούνιο με τις μικρές θαλασσινές σπηλιές.

Η εκατέρωθεν της εκβολής της Πικροδάφνης θαλάσσια ζώνη δεχόταν το φερτό υλικό που κατέβαζε ο χείμαρρος της ειδικά κατά τις βροχερές ημέρες. Το βαρύτερο υλικό αποτελούμενο κυρίως από λευκή στρογγυλή ασβεστολιθική κροκάλα αποτίθεται στο βάθος κυρίως στην έξοδο της κοίτης του χειμάρρου και εκατέρωθεν αυτής σε μικρή απόσταση στην περιοχή του ΕΔΕΜ και του Καλαμακίου. 

Σήμερα η ακτή του Φαλήρου έχει εντελώς διαφορετική όψη και αυτό οφείλεται αποκλειστικά  στην επιχωμάτωση της περιοχής από τον Φλοίσβο μέχρι το βόρειο άκρο του Φαληρικού όρμου καθώς και σε εκείνη της ακτής του Καλαμακίου η οποία απαιτήθηκε για την κατασκευή της Μαρίνας  του Αλίμου.

Ο βόρειος μόλος της Μαρίνας κατά μήκος της αριστερής όχθης του ρέματος λειτουργεί έκτοτε ως ανακλαστήρας του νερού που διοχετεύει στην θάλασσα ο ποταμός και το στρέφει προς το βάθος του όρμου με αποτέλεσμα ο κυματισμός να παρασύρει στην ακτή και να εναποθέτει τα αιρούμενα ελαφρά φερτά υλικά. Ο μηχανισμός αυτός προσέθεσε και εξακολουθεί να προσθέτει από το 1972 μέχρι σήμερα αρκετές χιλιάδες κυβικά μέτρα άμμου με αποτέλεσμα να επεκτείνει σε βάθος την ακτή του Παλαιού Φαλήρου.

Σήμερα συναντάμε αμμουδιά στον Φλοίσβο και στην Παλμύρα όπου έχουν καλυφθεί και εξαφανιστεί πλήρως η μικρές βραχώδεις εξάρσεις, οι ξέρες,  οι οποίες εξείχαν τις επιφανείας της θαλάσσης. Το λιμανάκι των αλιέων έχει καταργηθεί αφού η πρόσχωση έχει κλίσει με αμμοχάλικο οριστικά τις δύο εισόδους οι οποίες χρησίμευαν στην συνεχή εναλλαγή του νερού που περιείχε και έχει μεταβληθεί σε μια μικρή λιμνούλα με λίγες ακόμη ξύλινες βάρκες να σαπίζουν στο βρώμικο νερό του.

Έχουν περάσει μόλις 48 χρόνια από εκείνη την άλογη παρέμβαση του ανθρώπου στο παράλιο μέτωπο του Φαλήρου και οι επιπτώσεις από την πρόσχωση που προκάλεσε έχουν αλλοιώσει πλήρως την γνώριμη σε μας ακτογραμμή. Με την υπάρχουσα δυναμική του φαινομένου υπολογίζω ότι σε δύο περίπου δεκαετίες, η ακτογραμμή από την εκβολή του Χειμάρρου μέχρι την νότια άκρη του πάρκου του Φλοίσβου θα είναι μια ευθεία αμμουδιά.

Θα είχαμε αποφύγει ασφαλώς αυτή την τερατώδη αλλοίωση της ακτογραμμής αν είχαμε προβλέψει να επεκτείνουμε την δεξιά όχθη του χειμάρρου ώστε η εκβολή των νερών να οδηγηθεί σε μεγαλύτερο βάθος, όπως κατ’ επανάληψη πρότεινα στο παρελθόν. Αυτό μπορεί βέβαια να γίνει και σήμερα και παράλληλα με ένα μικρό έξυπνο τεχνικό μπορούμε να συλλέγουμε περιοδικά το φερτό υλικά εντός της κοίτης πριν φθάσει στην θάλασσα και να το αξιοποιούμε.