Παρασκευή
26 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4968RSS FEED
Η Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ και η Συμβολή της στην Εθνική Αντίσταση
Γράφει ο
Κλεομένης Σ. Κουτσούκης

Ενθυμίσεις και Ημερολόγια Ανθυπολοχαγών της Σχολής

     Θέλω να ευχαριστήσω την Οργανωτική Επιτροπή και ιδιαίτερα τον Πρόεδρό της, κ. Κ. Κούτρα, παλαίμαχο δήμαρχο της Ρεντίνας, για την τιμή να λάβω μέρος στο συνέδριο αυτό για την Ρεντίνα Αγράφων, την «ιστορία και τον πολιτισμό της».

     Δεν πρόλαβα ν’ ακούσω όλες τις εισηγήσεις του Σαββάτου.  Αν κρίνω όμως από αυτές που παρακολούθησα, με εντυπωσίασαν για την πληρότητα και την ιστορική σε βάθος προέκταση, που κάλυψε πολλές σημαντικές χρονικές περιόδους της ιστορίας της Ρεντίνας.  Ιδιαίτερα, με την εκτεταμένη αναφορά τους στην ανθρωπογεωγραφία της, σε θεσμούς και προσωπικότητες αλλά και σε γεγονότα που σημάδεψαν την εξέλιξη και ανάπτυξη ως σήμερα της Ρεντίνας.

Ι.  ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

     Η δική μου εισήγηση αναφέρεται στην ηρωϊκή περίοδο της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης. Ο κ. Βασιλός με την ευμπνευσμένη εισήγησή του, που προηγήθηκε, μας εισήγαγε ήδη στη θεματική της Εθνικής Αντίστασης.  Είναι μια ιστορική περίοδος πολλαπλά σημαντική για την Ρεντίνα και την ευρύτερη περιοχή.  Όλες βέβαια οι γεωγραφικές περιοχές της χώρας μας, χερσαίες και νησιωτικές, συμμετείχαν κι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην αντίσταση κατά των Γερμανο-Ιταλών που επεδίωκαν την υποταγή της χώρας μας στο φασισμό και ναζισμό. Είναι ενδεικτικό εξάλλου, ότι τα τραγούδια της Αντίστασης προέτρεπαν στον καθολικό ξεσηκωμό των Ελλήνων, όπως:

Μακεδόνες, Μωραΐτες

Ηπειρώτες, Θεσσαλοί,

Ρουμελιώτες, Θράκες, Κρήτες,

Η Πατρίδα σάς καλεί…

Χωρίς να είμαι τοπικιστής, νομίζω ότι μερικές γεωγραφικές περιοχές, όπως η Θεσσαλία, η Ρούμελη, η Ήπειρος, έπαιξαν κεντρικό στρατηγικό ρόλο στην αντιμετώπιση των κατοχικών δυνάμεων.  Και αυτό, τόσο λόγω γεωγραφικής και εδαφικής μορφολογίας, όσο και λόγω των επιχειρησιακών και στρατηγικών κινήσεων και επιλογών των αντιπάλων.  Συγκεκριμένα η εισήγησή μου θα ασχοληθεί με την Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ, η οποία έμεινε γνωστή στην ιστορία ως «Σχολή Αξιωματικών της Ρεντίνας».

     Ειδικότερα, θα αναφερθώ, με λίγα λόγια, όσο γίνεται, λόγω περιορισμένου χρόνου, πρώτον, στην ίδρυση, λειτουργία και στελέχωση της Σχολής, δεύτερον, στους μαθητές, τις σπουδές και την πολεμική τους δράση κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στη Σχολή και τέλος, τρίτον, στην ηρωική Ρεντίνα, όπου η Σχολή λειτούργησε τον περισσότερο χρόνο καθώς και τους ανθρώπους της, δηλ. τους Ρεντινιώτες, που με στερήσεις και θυσίες στήριξαν καθ’ όλο αυτό το διάστημα τη λειτουργία της Σχολής.  Ας σημειωθεί, ότι εδώ βρίσκει πλήρη ισχύ η λαϊκή σοφία που λέει: «Όσα ξέρει ο νοικοκύρης (εν προκειμένω οι κάτοικοι της Ρεντίνας) δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος!»

     Επιτρέψτε μου να σημειώσω εδώ, ότι δεν είμαι ιστορικός.  Ο επιστημονικός κλάδος, στον οποίο θητεύω ερευνητικά και συγγραφικά, ως κοινωνικός επιστήμονας, είναι ο κλάδος της πολιτικής κοινωνιολογίας.  Ως εκ τούτου, τα ιστορικά φαινόμενα δεν τα εξετάζω με τη μέθοδο του ιστορικού αλλά τα ερμηνεύω ως κοινωνικός επιστήμονας, επικεντρώνοντας το ερευνητικό μου ενδιαφέρον, τόσο στα πρότυπα συμπεριφοράς μιας προσωπικότητας ή περισσοτέρων, που συμμετέχει και διαμορφώνει τα γεγονότα, όσο και σε συλλογικές νοοτροπίες και συμπεριφορές.

     Το θέμα της εισήγησής μου, που αναφέρεται στην ίδρυση και λειτουργία της Σχολής της Ρεντίνας και τη συμβολή της στην Εθνική Αντίσταση,   βασίζεται, αφ’ ενός στην πλούσια βιβλιογραφία για την Εθνική Αντίσταση στη Θεσσαλία, όπου ανήκει γεωγραφικά η Ρεντίνα και αφ’ ετέρου στις ενθυμήσεις, μαρτυρίες και ημερολόγια αποφοίτων της Σχολής και ιδιαίτερα τριών απ’ αυτούς, οι οποίοι αφού αποφοίτησαν από τη Σχολή, έλαβαν μέρος στον Αγώνα της Εθνικής Αντίστασης με τον βαθμό του αξιωματικού, δηλ. του ανθυπολοχαγού του ΕΛΑΣ.

     Από τους τρεις αυτούς αξιωματικούς, οι ενθυμήσεις του ενός, που ποτέ μου δεν γνώρισα, έχουν δημοσιευθεί στην εξάτομη Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης(1976).  Οι άλλοι δύο, συμβαίνει να είναι συμπατριώτες μου Ευρυτάνες.  Ο ένας απ’ αυτούς που υπήρξε συγχωριανός μου (Μικρό Χωριό) μού είχε εμπιστευθεί τις ενθυμήσεις του, που τις δημοσίευσα σε συνέχειες στο περιοδικό «Μικροχωρίτικα Γράμματα», που εξέδιδα κατά τη δεκαετία του ’80.  Αργότερα δημοσιεύθηκαν αυτοτελώς.  Ο τρίτος, που ζει σήμερα στην Αθήνα κι έχει δημοσιεύσει κατά καιρούς κείμενά του σχετικά με την Εθνική Αντίσταση, δέχτηκε πρόσφατα να μου δώσει συνέντευξη, ειδικά γι’ αυτή την εισήγησή μου, καταθέτοντας τις αναμνήσεις του από τη Σχολή της Ρεντίνας.  Να συμπληρώσω ότι, πριν ακόμη ολοκληρώσω την εισήγησή μου αυτή, εντόπισα α) τις ενθυμήσεις ενός ακόμη ανθυπολοχαγού του ΕΛΑΣ, που δεν θα μπορούσα να παραλείψω, στο βιβλίο «Συναγωνιστής Ακέλας», απ’ όπου θα παραθέσω σχετικά αποσπάσματα και πληροφορίες για τον συγγραφέα του, απόφοιτο της Σχολής του ΕΛΑΣ και β) έναν ακόμη απόφοιτο της Σχολής, που ζει σήμερα στη Λαμία.

ΙΙ.  ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ

     Θα περάσω τώρα σε μερικά πρώτα στοιχεία που αφορούν την ίδρυση, λειτουργία και εξέλιξη της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών.  Προ παντός τους λόγους που υπαγόρευσαν την ίδρυσή της αλλά και το πνεύμα που κυριαρχούσε, ώστε να φέρει σε πέρας το σκοπό λειτουργίας της.

     Συγκεκριμένα, θα πρέπει να σημειώσω ότι το Πανθεσσαλικό Συνέδριο που συνήλθε 26-28 Ιουλίου 1943, μεταξύ των άλλων σημαντικών αποφάσεων ήταν και η ίδρυση της Σχολής με το αιτιολογικό ότι:  «Η ανάπτυξη των τμημάτων του ΕΛΑΣ δημιούργησε πολλές ανάγκες σε στρατιωτικά στελέχη για να πλαισιώσουν τις μονάδες του ΕΛΑΣ.  Το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ προσπάθησε να λύσει το πρόβλημα αυτό με την ίδρυση και λειτουργία της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ» [1]

      Όπως γράφει ο Λάζαρος Αρσενίου, που έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με την Εθνική Αντίσταση στη Θεσσαλία, αρχικά στον ΕΛΑΣ πήγαν περίπου 300 ως 400 ίσως και περισσότεροι αξιωματικοί.  Παρ’ όλα αυτά παρέμειναν μεγάλα κενά, ιδίως σε κατώτερους αξιωματικούς.  Ως εκ τούτου, όπως τονίζει και ο στρατηγός Σαράφης, υπήρχε ανάγκη στελέχωσης του ΕΛΑΣ με νέους αξιωματικούς.  Για το λόγο αυτό ρίχθηκε η ιδέα της ίδρυσης και λειτουργίας της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ [2].

     Ως μαθητές στη Σχολή αυτή στάλθηκαν νέοι, διαλεγμένοι από κείνους, που είχαν γίνει αρχηγοί μικρών σχηματισμών του ΕΛΑΣ ή είχαν διακριθεί στο αντάρτικο, ανεξάρτητα από γραμματικές γνώσεις καθώς και όσοι από τους πολεμιστές ήσαν απόφοιτοι Γυμνασίου [3].

ΙΙΙ.  ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΣΕΙΡΕΣ ΣΠΟΥΔΑΣΤΩΝ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ.

      Α΄ ΣΕΙΡΑ ΣΤΟ ΠΕΡΤΟΥΛΙ

     Επιφυλασσόμενος να σας παρουσιάσω πιο κάτω αναλυτικό πίνακα με τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των μαθητών της Σχολής για όλες τις σειρές (ήσαν τέσσερις) σημειώνω ότι στην α΄ σειρά, από τους 138 μαθητές, το ποσοστό των εγγραμμάτων ήταν πολύ μικρό.   Πρώτος Διοικητής της Σχολής, η οποία λειτούργησε αρχικά στο Περτούλι Τρικάλων από την 1η Αυγούστου 1943, ήταν ο συνταγματάρχης Πετρουλάκης, ο οποίος είχε διατελέσει υπασπιστής του βασιλιά.  Διευθυντής Σπουδών ορίσθηκε ο Ταγματάρχης Στάθης Αρέθας, ο οποίος είχε διακριθεί πολεμώντας σκληρά στο Αλβανικό μέτωπο τιμηθείς με μετάλλιο ανδρείας.  Καπετάνιος ήταν ο Αλέκος Παπαγεωργίου και πολιτικός καθοδηγητής ο δάσκαλος Σεραφείμ (Στρατίκης) από το Καρπενήσι, που τον διαδέχθηκε ο Φάνης Χριστούλας (Ξάνθος) [4].

     Από τους πρώτους εκπαιδευτές ήταν ο υπολοχαγός Αλέκος Παπαγεωργίου και οι μόνιμοι ανθυπολοχαγοί Γ. Τσικαρδιώτης, Αν. Γρουμπογιάννης, Λευτέρης Σκαμπαρίνας, Μεν. Δολγυρας, Αλ. Βραχάτης, Βασ. Παπαδημητρίου.  Επίσης οι έφεδροι ανθυπολοχαγοί Κων. Μαρούκας και Κων. Καρπούζας.  Ανάμεσα στους εκπαιδευτές ξεχωρίζει ο Ρεντινιώτης ανθυπολοχαγός Γεώργιος Βασιλός, για τον οποίο θα αναφερθούμε εκτενέστερα πιο κάτω [5].

     Οι μαθητές διαμένουν σε σπίτια κατά ομάδες.  Στα μαθήματά τους χρησιμοποιούν πολυγραφημένες σημειώσεις.  Τα μαθήματα αφορούν την τακτική, την διοίκηση και προ παντός τη χρήση όπλων ευθυτενούς και καμπύλης τροχιάς κ.ά.  Θα σας μεταφέρω εδώ αποσπάσματα από τις πρώτες εντυπώσεις των ανθυπολοχαγών, αποφοίτων της Σχολής, που σάς ανέφερα στην αρχή.

     Ο πρώτος, (ο Νίκος Παϊκος), καταγράφοντας τις ενθυμήσεις του από τη φοίτηση στην πρώτη σειρά της Σχολής, που εκπαιδεύτηκε στο Περτούλι θυμάται ότι αφού τακτοποιήθηκαν σε σπίτια και αχυρώνες, την άλλη μέρα τους μίλησαν.  Πρώτα ο Άρης, ο οποίος τους είπε:  «Ο στρατός μεγάλωσε και το αντάρτικο γίνεται πλέον τακτικός στρατός.  Χρειάζονται γι’ αυτό αξιωματικοί, διότι οι μόνιμοι δεν μας φτάνουν και έτσι πρέπει να γίνετε κι εσείς αξιωματικοί… Να μάθουμε την τέχνη του πολέμου κι όλων των όπλων … σε τέτοιο βαθμό που είτε βροχές είτε χιονίζει, ή είναι νύχτα, πίσσα το σκοτάδι, με τα μάτια ακόμη κλειστά θα δένουμε και θα λύνουμε όλα τα όπλα…»   

     Μετά μας μίλησε ο Σαράφης.  Μεταξύ άλλων μας είπε:  «Να νιώθετε υπερήφανοι διότι σε σας τα παιδιά του λαού, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ελλάδας, έλαχε ο κλήρος να γίνετε αξιωματικοί… κάθε αποστολή που σας εμπιστεύονται να την εκτελείτε με ακρίβεια…» [6].   Θα πρσθέσει ακόμη στην αφήγησή του:   «Μας κάναν μαθήματα ο Αρέθας, ο Σαράφης, ο Παπαγεωργίου και άλλοι.  Την ημέρα που δίναμε εξετάσεις, μετά έξη μήνες μαθημάτων, παρευρίσκονταν, εκτός από τα μέλη του στρατηγείου, αντιπροσωπεία του ΕΔΕΣ με επικεφαλής τον Ζέρβα, αντιπροσωπεία της Συμμαχικής Αποστολής με επικεφαλής τον Κρις (Γουντχαουζ) καθώς και οι Δεσποτάδες Κοζάνης και Ηλείας και πολλοί κάτοικοι.  Απ’ αυτούς που μίλησαν, ο Κρις εκ μέρους της αγγλικής αποστολής είπε, μεταξύ άλλων:  «Εσείς είστε οι καλύτεροι Έλληνες.  Είστε άξιοι ευγνωμοσύνης και θαυμασμού.  Αν εσείς δεν παίρνατε τα όπλα, ούτε κι εμείς θα ήμασταν εδώ να βοηθάμε τον συμμαχικό αγώνα».

Προτού γίνουν οι εξετάσεις είχαν πάρει μέρος στον αφοπλισμό των Ιταλών της Μεραρχίας «Πινερόλο» με επικεφαλής τον Άρη. 

     Ο δεύτερος ανθυπολοχαγός, απόφοιτος της ΣΕΑΕ, Χρ. Γιαννακόπουλος, θυμάται κι αυτός ότι συνάντησαν τον Άρη, ο οποίος με έκδηλη χαρά μας καλωσόρισε κατενθουσιασμένος ότι «είμαστε η πρώτη σειρά της Σχολής Αξιωματικών του ΕΛΑΣ.  Ύστερα ο ταγματάρχης Αρέθας, αφού μάς χαιρέτησε, μας είπε: «για να σας προτείνουν τα αρχηγεία σας για αξιωματικούς, ασφαλώς θα μάθατε στην πράξη πρώτα, την τέχνη του πολέμου, ας συνεχίσουμε τώρα και με τη θεωρία ως επιδόρπιο».  

     Στη Σχολή θυμάται ότι, μεταξύ άλλων γνωρίστηκε και με δύο νέους απ’ την Καρδίτσα, που οι πατεράδες τους είχαν τα δύο ξενοδοχεία της Καρδίτσας που αν θυμάται καλά τα έλεγαν το ένα ΑΡΝΗ και το άλλο ΚΙΕΡΙΟΝ.  Ο ένας πάλι απ’ αυτούς τους δύο Καρδιτσιώτες λεγόταν Νασιάκος.  Και κλείνει λέγοντας:  «Όταν τελείωσε η φοίτηση στη Σχολή, ονομαστήκαμε ανθυπολοχαγοί και φύγαμε ο καθένας για το αρχηγείο του, όπου ανήκε.  Κατεβαίνοντας εγώ το μονοπάτι για την Πύλη Τρικάλων, σε κάποιο από τα χωριά είδα στο δρόμο αρκετό κόσμο συγκεντρωμένο, που τους μιλούσε κάποιος με βροντερή φωνή.  Πήγα κοντά κι είδα πως ομιλητής ήταν ο Ιωακείμ Κοζάνης.  Ο γιγαντόσωμος αυτός Δεσπότης καλούσε τον κόσμο να συνεχίσει να βοηθά με όλες του τις δυνάμεις τον δίκαιο αγώνα μας κατά των κατακτητών!» [7]   

ΙV.  Η Β΄ ΣΕΙΡΑ.  ΣΤΟ ΣΜΟΚΟΒΟ

     Στις 4 Οκτωβρίου 1943 άρχισε η φοίτηση της β΄ σειράς με 297 μαθητές στη Σχολή, η οποία στο μεταξύ είχε μεταφερθεί στα λουτρά Σμοκόβου, με Διοικητή τον Συνταγματάρχη Καραγιάννη, που λίγο αργότερα τον διαδέχθηκε ο στρατηγός Δ. Ματσούκας

     Η φοίτηση της β΄ σειράς διακόπηκε λόγω πολεμικών επιχειρήσεων με τους Γερμανούς, οι οποίοι τον Νοέμβριο του 1943 εκστρατεύσανε εναντίον του Καρπενησίου.  Τότε οι μαθητές της Σχολής επιστρατεύτηκαν για τις επιχειρήσεις εναντίον των Γερμανών.  Υπήρξαν δυστυχώς απώλειες από τους μαθητές της Σχολής, ιδιαίτερα στη μάχη της Νευρόπολης, όπου οι μαθητές με ηρωισμό διέσπασαν τον κλοιό των Γερμανών.  Τότε, για μικρό χρονικό διάστημα η Σχολή μεταφέρθηκε στην Φραγκίστα Ευρυτανίας [8].

V.  Γ΄ ΣΕΙΡΑ.  ΣΤΗ ΡΕΝΤΙΝΑ

     Με Διοικητή τον στρατηγό Δημ. Ματσούκα (Οπούντιο), στις 6 Μαρτίου 1944 ξεκινάει η γ΄ σειρά και τα μαθήματα της Σχολής γίνονται στη Ρεντίνα.  Εκεί μεταφέρθηκε πλέον η έδρα της Σχολής, που θα διαρκέσει μέχρι τέλους της λειτουργίας της.  Διευθυντής σπουδών είναι ο συνταγματάρχης Γκικόπουλος, που είχε αποφοιτήσει από την Ανωτέρα Σχολή Πολέμου και καπετάνιος ο Φάνης Χριστούλας [9].

     Την εποχή αυτή, όπως γράφουν οι δύο συγγραφείς, Ελευθερία Σταυράκη και Φώτης. Κρικζώνης, οι οποίοι της έχουν αφιερώσει έναν εντυπωσιακό τόμο, η Ρεντίνα, που είχε τότε πληθυσμό 2000 κατοίκων, εμφανίζει έντονη πολιτιστική δράση.  Εκτός των πολλών μορφωτικών και πληροφοριακών εντύπων, που εκδίδονται στην περιοχή από δημοσιογράφους και λογοτέχνες, υπήρχε και θεατρική ομάδα από μέλη της ΕΠΟΝ, που ανέβαζαν έργα ηρωικού και παραδοσιακού περιεχομένου, όπως ο «Αθανάσιος Διάκος», η «Γκόλφω» κ.ά. [10]

     Παρ’ όλον, ότι «τα πράγματα» λόγω Κατοχής είχαν δυσκολέψει στο χωριό για τους κατοίκους που δοκίμασαν πολλές στερήσεις, ωστόσο, δεν έλειψαν τα έκδηλα φιλόξενα αισθήματά τους, που έφθασαν να φιλοξενούν στα σπίτια τους σπουδαστές και αξιωματικούς της Σχολής.  Αλλά και οι σπουδαστές έδειξαν ευαισθησία και φιλοτιμία απέναντί τους.  Προσφέρονταν να κάνουν εθελοντικές εργασίες προκειμένου να βοηθήσουν τους κατοίκους στο μάζεμα της σοδειάς, το κόψιμο ξύλων για το χειμώνα και άλλες βαριές δουλειές.

«Ανεξάλειπτα έμειναν στη μνήμη μου», όπως μάς είπε ο καπ. Ανταίος, «ύστερα από 70 χρόνια και πλέον, η αγάπη και τα αισθήματα φιλοξενίας με τα οποία μας περιέβαλαν και μας συμπεριφέρονταν οι κάτοικοι της Ρεντίνας.  Εμείς ήμασταν πάντα πρόθυμοι να τους βοηθήσουμε σε διάφορες δουλειές τους, όπως να μεταφέρουμε φορτία σε αλώνια ή να πάρουμε και προ πάντων να βοηθήσουμε ηλικιωμένες και ανήμπορες γυναίκες.  Ο κόσμος μάς καμάρωνε και συχνά τους ακούγαμε να λένε: Χαρά στις μανάδες που έχουν τέτοια παιδιά» [11].

     Όπως θυμάται ένας άλλος απόφοιτος της Σχολής, γνωστός στην Αντίσταση ως καπετάν ‘Ακέλας’, που δεν είναι άλλος από τον μετέπειτα γνωστό δημοσιογράφο Γιάννη Βούλτεψη: «ο λοχαγός μας Αλέκος Παπαγεωργίου μάς λέει χαμογελαστός κάθε Τετάρτη και Σάββατο: Το απόγευμα, παιδιά, έχει ξύλα και συμπλήρωμα ελιές.  Αυτό σημαίνει, ότι θα πάμε δυο ώρες δρόμο μέσα στο χιόνι, κοντά στα Λουτρά Σμοκόβου και θα φορτωθούμε ανά δύο έναν μακρύ ξερό κορμό για το μαγειρείο.  Ύστερα απ’ αυτή τη δοκιμασία (αγγαρεία) το συσσίτιο που μας περιμένει αυτά τα δύο βράδια είναι δέκα οκτώ μεγάλες μαύρες αλμυρές ελιές» [12].

     Όπως ο ίδιος ο Γιάννης Βούλτεψης, γράφοντας τις ωραίες εντυπώσεις του από τη Σχολή της Ρεντίνας, θυμάται, μεταξύ άλλων για τη Ρεντίνα: «Ξακουστό αρχοντοχώρι, έδωσε πολλές μάχες με τους Τούρκους.  Όλα τα σπίτια ήταν οχυρά με πολεμίστρες, όπως ο πύργος του Τσολάκογλου» [13] και συνεχίζει: « (Είναι) Σάββατο, 25 Μαρτίου 1944.  Η Ρεντίνα σημαιοστολισμένη ζει μια μοναδική μέρα της ιστορίας της… Η σάλπιγγα σημαίνει προσοχή.  Η σημαία υψώνεται αργά.  Ο σαλπιγκτής παίζει δακρυσμένος… Δώδεκα αξιωματικοί, που μόλις έφθασαν από την Αθήνα δεν πιστεύουν στα μάτια τους.  Το τάγμα καθώς εκτελεί τα παραγγέλματα, τους θυμίζει τη Σχολή Ευελπίδων… Ένας ταγματάρχης από τους νεοφερμένους ανεβαίνει σε μια καρέκλα.  Μας λέει με δυνατή φωνή, που την τσακίζει κάθε τόσο η συγκίνηση: “Στην Αθήνα ακούγαμε ότι στα βουνά υπάρχει αντάρτικο.  Μαθαίναμε για τις μάχες, μαθαίναμε πως γίνεται ανταρτοπόλεμος.  Αλλά δεν μπορούσαμε να φαντασθούμε αυτό που βλέπουμε σήμερα.  Γιατί αυτό δεν είναι αντάρτικο.  Είναι στρατός, ένας ελληνικός στρατός στα βουνά.  Αλλιώς δεν θα μπορούσε να υπάρχει εδώ μπροστά μας μια Σχολή Αξιωματικών σαν τη δική σας» [14].        

     Εντυπωσιασμένος από την Ρεντίνα, ο ίδιος ο υπολοχαγός και επιτελής της Σχολής της Ρεντίνας, Αλέκος Παπαγεωργίου, που έχει γράψει πολλά βιβλία για την εποχή εκείνη, θα πει: «Η Ρεντίνα είναι σε ωραίο μέρος και δικαιωματικά ανακηρύχθηκε “Νύμφη των Αγράφων”, για να συνεχίσει λέγοντας ότι: «είχε ηρωικές παραδόσεις από την εποχή της τουρκοκρατίας.  Στη διάρκεια της Κατοχής πρωτοστάτησε στην Εθνική Αντίσταση και πήρε μέρος όλο το χωριό…» [15].  Από κει πέρασαν υπουργοί, στρατηγοί, στελέχη της Εθνικής Αντίστασης.  Οι εισηγήσεις που ακούστηκαν άλλωστε εδώ στο συνέδριο επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές.  Από τον Μάρτη μέχρι τέλους Σεπτεμβρίου 1944 εκεί λειτούργησε η Στρατιωτική Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ, η οποία τιμής ένεκεν καθιερώθηκε ως «Σχολή Αξιωματικών Ρεντίνας» [16]. 

     Επιτρέψτε μου να κάνω μια παρέκβαση εδώ.  Με αφορμή μια προηγούμενη εισήγηση, που προκάλεσε συζήτηση για την ετυμολογία της λέξης «Ρεντίνα» κ.λπ. και έγινε συσχέτιση με την Ρεντίνα Χαλκιδικής [17].  Θα ήθελα να σημειώσω ότι αυτή τη Ρεντίνα της Χαλκιδικής τη γνώρισα, ως έφεδρος αξιωματικός (απόφοιτος 1963 της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών, που εδρεύει ακόμη στο Ηράκλειο της Κρήτης (ΣΕΑΠ, 65η ΕΣΟ).  Πριν μας στείλουν σε μάχιμες μονάδες ως διμοιρίτες πεζικού, κάνουμε ειδική εκπαίδευση σε τακτικές του ανορθόδοξου πολέμου (ανταρτοπόλεμο), π.χ. νυχτερινές επιθέσεις, διέλευση λιμνών ή ποταμών, αναρρίχηση βράχων κ.ά.  Και όλα αυτά για ένα με ενάμιση μήνα στη Σχολή της Ρεντίνας Χαλκιδικής (κοντά στη λίμνη Βόλβη, έξω από τη Θεσσαλονίκη).  Αξίζει νομίζω να ερευνηθεί αν η ίδρυση και εγκατάσταση αυτής της Σχολής ‘ανορθόδοξου πολέμου’ στη Ρεντίνα Χαλκιδικής έχει κάποια συμβολική σχέση με την Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ στη διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης στη Ρεντίνα Αγράφων.  Και αν ναι, τίνος επινόηση ήταν!  Αν θυμάμαι καλά, ανυποψίαστος τότε, το ρεντινιώτικο όνομα Βασιλός ή Βασιλάς, ως διοικητού του εκπαιδευτικού αυτού κέντρου ακουγόταν συχνά.

     Ένα από τα σημαντικά γεγονότα, όπως γράφει, ήταν το πέρασμα από τη Ρεντίνα, στα μέσα Μαΐου 1944, της αντιπροσωπείας της κυβέρνησης της ΠΕΕΑ, που με επικεφαλής τον Πρόεδρό της, καθηγητή Αλέξανδρο Σβώλο, μετέβαινε στη Μέση Ανατολή.  Πριν ο ίδιος, ο Αλ. Παπαγεωργίου, πάρει την εντολή από τον Διοικητή της Σχολής, στρατηγό Ματσούκα, να τους μεταφέρει ασφαλώς, με ομάδα σπουδαστών, στο αεροδρόμιο Αλμυρού, η Σχολή και οι κάτοικοι της Ρεντίνας επεφύλαξαν θερμή υποδοχή στην επίσημη αντιπροσωπεία.  Τους μίλησε τότε ο Αλ. Σβώλος με πολύ ενθαρρυντικά λόγια.  Λίγο νωρίτερα, τον ίδιο μήνα, οι σπουδαστές της Σχολής κάλυψαν τις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης στους Κορυσχάδες της Ευρυτανίας.

     Εξάλλου, ο στρατηγός Σαράφης, στο βιβλίο του, που καταγράφει όλη τη διαδρομή του στον ΕΛΑΣ και την Εθνική Αντίσταση γράφει, ότι στα τέλη Ιουνίου 1944 είχε φθάσει στο Σμόκοβο κι από κει στη Ρεντίνα.  Στη Ρεντίνα, όπως γράφει, έτυχε μεγάλης υποδοχής με εξαιρετικό ενθουσιασμό.  Χαρακτηρίζει τη Ρεντίνα ως ένα πολιτισμένο χωριό με 300 σπίτια, γιατί οι κάτοικοί του ταξίδευαν στην Κωνσταντινούπολη και Αμερική κι έτσι έχουν αναπτυχθεί κι έχουν όμορφα σπίτια, καλά επιπλωμένα και εφοδιασμένα, για να καταλήξει ότι: «είναι ένα από τα καλύτερα χωριά της περιοχής» [18].

     Θα πρέπει να σημειώσουμε ακόμη εδώ ότι πολλοί συγγραφείς, που έχουν εμπειρίες από τη Ρεντίνα και ιδιαίτερα από τη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ, εξαίρουν την προσωπικότητα και το ήθος ενός Ρεντινιώτη αξιωματικού, του Γεωργίου Βασιλού.  Διετέλεσε εκπαιδευτής όλων των σειρών της Σχολής, δηλ. και των τεσσάρων, από τον Αύγουστο του 1943 ως τα τέλη Σεπτεμβρίου 1944.

     Όπως γράφουν στο παραπάνω βιβλίο τους η κ. Σταυράκη και ο κ. Κριτζώνης, « ο Βασιλός διακρίθηκε για το θάρρος του αλλά και τη στρατηγική του κατάρτιση και την προθυμία του να αναλαμβάνει και να φέρει εις πέρας δύσκολες αποστολές» [19].

     Με τη γ΄ σειρά, που ξεκίνησε με 295 μαθητές, η εκπαίδευση γίνεται τώρα συστηματικότερη.  Στο τεχνικό μέρος λ.χ. οι μαθητές μαθαίνουν το χειρισμό για όλα τα όπλα του Πεζικού.  Από πλευράς τακτικής παίρνουν μέρος σε ασκήσεις μάχης σε ποικιλία εδαφών όπως πεδινό, δασωμένο, ορεινό ή και κατοικημένο.  Για θέματα διαφώτισης παρακολουθούν διαλέξεις γύρω από θέματα πολιτικά, κοινωνικά κ.ά.

     Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι στην Τρίτη σειρά φοίτησαν και δύο μαθήτριες που προέρχονταν από τον θεσσαλικό ΕΛΑΣ.  Αυτές οι δύο υπήρξαν και οι πρώτες αξιωματικίνες του ελληνικού στρατού και μάλιστα σε μάχιμες μονάδες.  Επίσης, στα μέσα της γ΄ περιόδου κατέφθασαν και είκοσι μαθητές από τον εφεδρικό ΕΛΑΣ της Αθήνας και σαράντα από τον ΕΛΑΣ Πελοποννήσου.  Οι επί πλέον αυτοί, που ήλθαν αργότερα, εκπαιδεύτηκαν εντατικά κι απετέλεσαν τη λεγόμενη σειρά Γβ.  Οι εξετάσεις της Γ. σειράς έγιναν τον Ιούνιο του 1944 (9-11 Ιουνίου).  Από τους 295 πέτυχαν οι 289.

VI.  H Δ΄ ΣΕΙΡΑ. ΣΤΗ ΡΕΝΤΙΝΑ

     Η δ΄ σειρά στη Σχολή της Ρεντίνας άρχισε τα μαθήματα την 1η Ιουλίου 1944 με 594 σπουδαστές.  Απ’ αυτούς οι έντεκα είναι κοπέλες.  Όπως η γ΄ σειρά που προανέφερα, έτσι και η δ΄ σειρά της Σχολής κλήθηκε να συμβάλει με τη συμμετοχή της στην αντιμετώπιση των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων των Γερμανών στη Στερεά Ελλάδα.  Έτσι «όταν στις 6 Αυγούστου 1944 οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να κινούνται προς τη Λαμία για να ανέβουν στο Καρπενήσι, η Σχολή Αξιωματικών αντέδρασε άμεσα.  Έπιασε τα υψώματα της Τσούκας και βόρεια της Βίτωλης, ώστε να εμποδίσει την κίνηση προς την Ρεντίνα και το Φουρνά, που οι Γερμανοί σκόπευαν να κάψουν… Τελικά τα χωριά Τσούκα, Ρεντίνα, Φουρνάς γλύτωσαν.

     Όπως γράφει ο εφ. Ανθυπολοχαγός της Σχολής Ρεντίνας, Γιάννης Βούλτεψης στο βιβλίο του “Ακέλας”:  «Η Σχολή, πιάνοντας τα υψώματα της Τσούκας, τους παρενοχλούσε (τους Γερμανούς) από τα πλάγια, δημιουργώντας τους φόβο και ανασφάλεια.   Διότι, οι Γερμανοί στον τομέα μας ξεκινώντας από την Λαμία εισέδυσαν στον άξονα Λαμία-Καρπενήσι, έκαψαν τα χωριά της Ποταμιάς και ξανά το Καρπενήσι, απέτυχαν όμως να εισχωρήσουν για να προσβάλουν πέρα από τον δημόσιο δρόμο την περιοχή». Ωστόσο, οι Γερμανοί ακάθεκτοι προχώρησαν κι έφθασαν στο Καρπενήσι κι επιδόθηκαν στην πυρπόλησή του καθώς και των γύρω χωριών της Ποταμιάς» [20].  (Μεταξύ αυτών ήταν και το δικό μου χωριό, το Μικρό Χωριό, που το ‘καψαν στις 11 Αυγούστου 1944.  Τότε έκαψαν και το πατρικό μου σπίτι καθώς και το ευρισκόμενο ακριβώς απέναντι κτίριο του Δημοτικού Σχολείου του Μικρού Χωριού, που σήμερα λειτουργεί ως Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο με μνήμες και υλικό από την εποχή της Εθνικής Αντίστασης) [21].

     Λόγω της συσσωρευμένης εμπειρίας, η τέταρτη σειρά υπήρξε και η καλύτερη περίοδος της Σχολής, η οποία έκλεισε μετά τις εξετάσεις, που έγιναν στα τέλη του Σεπτέμβρη.  Στην παρέλαση που ακολούθησε, πριν φύγουν για τις μονάδες τους οι απόφοιτοι, παρέστησαν οι υπουργοί της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, Θ. Τσάτσος, Γ. Ζέβγος, Παυσ. Κατσώτας, οι οποίοι εντυπωσιάστηκαν «όταν οι νέοι αξιωματικοί της Σχολής παρήλασαν μπροστά τους, γιατί δεν περίμεναν να δουν τόσο οργανωμένο στρατό» [22].

     Όπως μας αφηγήθηκε ο καπ. «Ανταίος», ως υποψήφιος έφ. Αξιωματικός της 4ης σειράς, σχετικά με την πολεμική εμπλοκή της σειράς αυτής, συγκεκριμένα: «στις 7 με 8 Αυγούστου ήλθε στη Σχολή αίτημα των Εγγλέζων να σταλεί ικανή δύναμη από το δυναμικό της Σχολής, να μεταβεί στην Παληογιαννιτσού, που υπήρχε αγγλική αποστολή, που έπρεπε να αντιμετωπίσει τους προελαύνοντες προς το Καρπενήσι Γερμανούς, μέσω Τσούκας της Μακρακώμης.  Το προηγούμενο (βράδυ) είχε οργανωθεί  εκεί στη Ρεντίνα, ψυχαγωγική εκδήλωση με σκοπό να κρατηθεί ψηλά το ηθικό το δικό μας και του λαού (υπό την καθοδήγηση του καπ. «Τρομάρα».

     Όπως θυμάται ακόμη ο καπ. Ανταίος: «Εμείς είχαμε οπλισμό εκπαιδευτικό, ενώ οι εγγλέζοι έφθασαν εκεί με ένα πολυβόλο Brend και βρίσκονταν σε διάταξη μάχης έναντι των Γερμανών.  Στη μάχη εκείνη χάθηκαν δύο αδέλφια, μαθητές της Σχολής από το Κιλκίς.  Για να δημιουργήσουν εντυπώσεις ανατίναξαν ένα εκκλησάκι εκεί κοντά [23]

VIΙ.  ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΠΟΥΔΑΣΤΩΝ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΡΕΝΤΙΝΑΣ

     Όπως προανέφερα, με εξαίρεση την πρώτη σειρά, που αριθμούσε 138 σπουδαστές, που μόνο ένα μικρό ποσοστό ήσαν εγγράμματοι, στις άλλες τρεις σειρές, τα λίγα δημογραφικά στοιχεία που βρέθηκαν δείχνουν, ανά σειρά τα εξής:  όπως δείχνει ο παρατιθέμενος πίνακας στοιχείων, τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής τα έχουν οι εργάτες με ποσοστό 34,1%, στην β’ σειρά, 30,4% στη γ’  σειρά και 30,3% στην δ’  σειρά.  Ακολουθούν οι φοιτητές με 28,3% στη δεύτερη σειρά, 19% στην Τρίτη και 24.9% στην τέταρτη σειρά.   Οι αγρότες εμφανίζουν μικρότερη συμμετοχή έχοντας 13,3% στην β΄ σειρά, 18,3% στην γ΄ και 18% στην δ΄ σειρά.  Από τις άλλες επαγγελματικές κατηγορίες αξιόλογες είναι αυτές των υπαλλήλων και επαγγελματιών με ποσοστό 7%, των υπαξιωματικών και διαφόρων επιστημόνων με 13,5% και τέλος των χωροφυλάκων με ποσοστό 12,3%. [24]

Δημογραφικά στοιχεία των σπουδαστών της Σχολής της Ρεντίνας

(Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ  1943-1944)

Επάγγελμα

Σειρά Α΄

Ν         %

Σειρά Β΄

Ν        %

Σειρά Γ΄

Ν        %

Σειρά Δ΄

Ν        %

Σύνολο

Ν        %

Αγρότες

 

  32       13,3

   53      18,3

  107      18,0   

 192     49,6

Εργάτες

 

  82       34,1

   88      30,4

  180      30,3

 250     94,8

Φοιτητές

 

  68       28,3

   55      19,0

  148      24,9

 271     62,2

Υπάλληλοι

 

  17        7,0

   39      13,5

   73       12,3 

 129     32,8

Επαγγελματίες

 

  15        6,2

   20        6,9

   65      10,11

 100     23,2

Επιστήμονες

 

  11        2,5  

   10        3,4

   13        2,2

   34       8,1

Μόνιμοι Αξ/κοί

 

  11        6,0

   16        5,5

    8         1,3

   35     12,8

Χωροφύλακες

 

   8         3,4

     8        2,6

-            -

   16       6,0

Σύνολο

138

239

289

594

1260

Επονίτες κάτω των 20 ετών

 

 

 111      46,5         

 

   72       25,6     

 

  311      52,3

 

Πηγή: Λάζαρος Αρσενίου, Η Θεσσαλία στην Αντίσταση (1977), σελ. 347 

     Ο Γιάννης Βούλτεψης κλείνοντας τις ενθυμήσεις του, ως απόφοιτος της τελευταίας σειράς της Σχολής στη Ρεντίνα, στο βιβλίο του, Συναγωνιστής ‘Ακέλας’, προβαίνει σε έναν απολογισμό επιγραμματικά σημειώνοντας:  «Με τρεις λόχους η Σχολή και ένα μάχιμο τάγμα… Από τους 320 μαθητές, 16 μόνιμοι επιλοχίες και λοχίες του Στρατού και άλλοι 150 έφεδροι, όλοι πολεμιστές της Αλβανίας… Από τη Σχολή βγήκαν 1.270 ανθυπολοχαγοί…» Και θα κλείσει λέγοντας: «Αντίο Ρεντίνα. Σκορπίζουμε…»[25].

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

  1. Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης 1940-45.  Εκδόσεις Αυλός, 1979, τόμος 2, σσ. 845-849 και Αρχιμ. Γερμανός Κ. Δημάκος, Στο Βουνό με τον Σταυρό κοντά στον Άρη, Τρίκαλα, Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις, 2004, σσ. 180-182.
  2. Στέφανος Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, Αθήνα, 1946, σελ. 125.
  3. Λάζαρος Αρσενίου, Η Θεσσαλία στην Αντίσταση, τόμος Β΄, 1977, σσ. 342-349.
  4. Για τη στελέχωση της Σχολής βλ. Σαράφης οπ. παρ. σσ. 137-151.
  5. Επίσης για τη στελέχωση της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ, βλ. Ελευθερία Δ. Σταυράκη-Φώτης Λ. Κρικζώνης, Άγραφα και ο Ιστορικός Δήμος Ρεντίνας: Οδοιπορικό στο χρόνο, σσ. 170-176.
  6. Νίκου Πάϊκου, «Οι πρώτοι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ» στο Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης, οπ. παρ. τόμος 5, σσ. 2004-2008. Βιογραφικά του στοιχεία βλ. εφ. Ριζοσπάστης, 12 Φεβρουαρίου 2002.
  7. Χρήστος Γιαννακόπουλος, «Και διηγώντας τα, μην κλαις», στο εξαμηνιαίο περιοδικό Μικροχωρίτικα Γράμματα, τεύχη 36 ως 55, έτη 1988-1994. Με την προσθήκη υπότιτλου: «Αναμνήσεις ενός Ανθυπολοχαγού του ΕΛΑΣ» εκδόθηκε από τις εκδόσεις Επικαιρότητα, Αθήνα 1994, απ’ όπου και τα αποσπάσματα, σσ. 52-57
  8. Μαρτυρία από τον έφ. Ανθυπολοχαγό του ΕΛΑΣ, απόφοιτο της β΄ σειράς, που φοίτησε στη Σχολή στα Λουτρά Σμοκόβου, τον Θανάση Χουλιάρα, που ζει σήμερα στη Λαμία.
  9. Για τον αναγνώστη, που δεν είναι εξοικειωμένος με την σχετική ορολογία, παραπέμπουμε σε σχετική ομιλία του Άρη Βελουχιώτη, που έγινε στη Λαμία, στις αρχές του αντιστασιακού αγώνα.  Σε οργανωτικό «αχτίφ» στις 14 Μάη 1942 θα νοηματοδοτήσει τους σχετικούς όρους οργάνωσης της ιεραρχίας λέγοντας: «Η κάθε ομάδα θα διοικείται από ένα τριμελές αρχηγείο… ο πρώτος θα είναι εκπρόσωπος του λαϊκού στοιχείου και θα λέγεται ‘καπετάνιος’… δεύτερος θα είναι ο στρατιωτικός διοικητής του τμήματος… τρίτος θα είναι ο αντιπρόσωπος του ΕΑΜ (πολιτικός επίτροπος)». Για περισσότερες λεπτομέρειες βλ. Γιώργος Χουλιάρας (Περικλής), Ο Δρόμος είναι άσωτος… Εκδόσεις Οιωνός, 2006, σσ. 98-100. Ας σημειωθεί ότι ο καπ. Περικλής στο βιβλίο του αυτό κάνει μνεία των δύο παραπάνω ανθυπολοχαγών του ΕΛΑΣ α) του Χ. Γιαννακόπουλου, ως υπεύθυνο του Λόχου Διοίκησης και β) του Θ. Χουλιάρα, ως υπεύθυνο της Υποδειγματικής Διμοιρίας της ΕΠΟΝ στο 42ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ.  Ωστόσο και οι δύο αυτοί ανθυπολοχαγοί του ΕΛΑΣ δεν πήραν κάποιο ψευδώνυμο, όπως συνηθιζόταν τότε. Βλ. Χουλιάρας, οπ. παρ. σ.465.
  10. Για τις πολιτιστικές δραστηριότητες και την αντιστασιακή δράση στην περιοχή της Ρεντίνας, βλ. Σταυράκη-Κρικζώνης, οπ. παρ. σσ. 166-170.
  11. Συνέντευξη με τον καπ. ‘Ανταίο’ (Γιώργος Νταουλάς) στις 23 Ιουνίου 2015, στο σπίτι του στην Αθήνα:  «Ακούγοντας το όνομά του Νταουλάς Γιώργος του Κωνσταντίνου, ο διοικητής της σχολής τότε, στρατηγός Δ. Ματσούκας, θυμήθηκε ότι είχε τον πατέρα του Νταουλά Κώστα, στρατιώτη στο λόχο του στους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-13).  Ο πατέρας του ήταν διαλεχτός ελεύθερος σκοπευτής.  Όταν έγινε ‘ενοχλητικό’ ένα βουλγαρικό πολυβόλο στη μάχη του Λαχανά (Κιλκίς), που δεν έλεγε να σταματήσει, κάλεσε, ως λοχαγός τότε, τον στρατιώτη του Κ. Νταουλά για να το εξουδετερώσει.  Μόλις ο Νταουλάς εντόπισε με τα κυάλια το βουλγαρικό πολυβόλο, σκόπευσε με επιτυχία, πετυχαίνοντας κατακούτελα τον χειριστή του.  Όπως διεπίστωσαν στο τέλος της πολύνεκρης μάχης αυτός ήταν ένας αξιωματικός του βουλγαρικού στρατού».
  12. Ο Γιάννης Βούλτεψης θυμάται κι αυτός το περιστατικό, που βαφτίστηκε «Ακέλας».  Σήμαινε «αρχηγός» στα λυκόπουλα, όπως ήταν στον προσκοπισμό και το αναφέρει στο βιβλίο του Συναγωνιστής Ακέλας, εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα, 1983, και Αλκυών, 1997,σσ.80-81.
  13. Ακέλας, οπ. παρ. σσ. 149-150.
  14. Αποσπάσματα παρατίθενται και στον τόμο των Σταυράκη-Κρικζώνη, οπ. παρ. σσ. 176-180.  Επίσης, Ακέλας,  οπ. παρ. σσ. 148-49.
  15. Στο ίδιο, σσ. 180-81.
  16. Σημαντικά είναι επίσης τα όσα γράφει για τη Σχολή και την ιστορική Ρεντίνα, ο Ρεντινιώτης «γέρος αγωνιστής», όπως γράφει στον υπότιτλο του βιβλίου του ο Νίκος Ραμαντάνης (Κολοκοτρώνης), Η Συμμετοχή της Ρεντίνας Καρδίτσας στην Εθνική Αντίσταση, εκδόσεις Γένεσις, Τρίκαλα 2006, σ. 27.
  17. Ότι η μια Ρεντίνα είναι άσχετη με την άλλη, βλ. Λ. Κανέλλος, Το Μοναστήρι και οι Εκκλησίες της Ρεντίνας, Αθήνα, 2007, σ. 57.
  18. Για μια σύντομη ιστορική αναδρομή της Ρεντίνας από την αρχαιότητα, βλ. Γιώργου Π. Κονταξή, Η Ρεντίνα των Αγράφων και ο Προεστός Τσολάκογλου, Αθήνα, 2009, σσ. 65-87.
  19. Για τον Ρεντινιώτη ανθυπολοχαγό και εκπαιδευτή της Σχολής Ρεντίνας, Γιώργο Κ. Βασιλό, βλ. Ραμαντάνης, οπ. παρ. σσ. 39-40.  Επίσης στο Περικλής Κ. Βασιλός, Αγωνιστικά: Επιλογή από τα Καθημερινά 2005-2011, Τρίκαλα 2011, σσ. 50-51.
  20. Βλ. Αδελφότης Μικροχωριτών, Μνήμη και Χρέος: Αφιέρωμα, το Μικρό Χωριό Ευρυτανίας στην περίοδο της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης 1940-44, Αθήνα, 1983 και περ. Μικροχωρίτικα Γράμματα, τ. 91, 2011.
  21. Βλ. Ακέλας, οπ.παρ. σελ 153.
  22. «Ακέλας», οπ. παρ. σ. 152. Για την άριστη εικόνα που εμφάνιζαν οι σπουδαστές της τελευταίας σειράς στη Σχολή, αξίζει να παραθέσουμε τις εντυπώσεις που κατέγραψε ο Θεμιστοκλής Δ. Τσάτσος σε ενθυμήσεις του.  Συγκεκριμένα, επιστρέφοντας από την Καζέρτα η ελληνική αντιπροσωπεία, μέρος της οποίας ήταν και ο ίδιος, μετά την αφιξή τους στην Καρδίτσα έφθασαν στην Ρεντίνα.  Εκεί, όπως γράφει: «Επιθεωρήσαμεν τους παρατεταγμένους μαθητάς και μαθητρίας, αι οποίαι είχον αμαζονικώτατον πράγματι παράστημα και ήσαν ιδιαιτέρως υπερήφανοι φέρουσαι την στρατιωτικήν στολήν».  Στο Θεμιστοκλή Δ. Τσάτσου, Αι Παραμοναί της Απελευθερώσεως (1944),  Β΄ έκδοσις, Ίκαρος, 1973, σελ. 165 σε φωτοτυπική ανατύπωση στην εφ. «Ο Φουρνάς των Αγράφων», αρ. φύλλου 113 (2015).
  23. «Ανταίος» συνέντευξη της 23ης Ιουνίου 2015. Καιρό μετά την αποφοίτησή του από τη Σχολή Αξιωματικών, πήρε ως καπετάνιος το όνομα «Ανταίος».  Βλ. σχετική αφήγησή του στο βιβλίο του Γιώργου Κ. Νταουλά (Ανταίου), Στη Δίνη του Εμφυλίου, χ.χ. σελ. 15.     Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι ο Γιώργος Κ. Νταουλάς, ο μόνος εν ζωή σήμερα από τους μνημονευόμενους εδώ, ανθυπολοχαγός της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ, έχει δημοσιεύσει κατά καιρούς άρθρα του σε διάφορα περιοδικά, όπως: Εθνική Αντίσταση, Χωριάτικοι Αντίλαλοι και Συγκρελλιώτικα Νέα (τοπικού περιεχομένου).  Ωστόσο έχει ακόμη στο ενεργητικό του μερικά αξιοπρόσεχτα αυτοβιογραφικού περιεχομένου βιβλία, στα οποία είναι εμφανές το αυθεντικό λογοτεχνικό του ταλέντο, που τα κάνει ιδιαιτέρως ελκυστικά.  Μεταξύ αυτών είναι: 1) Εν Συγκρέλλω: Ευθυμοδιηγήματογραφήματα (2008). Βλ. σχετική βιβλιοπαρουσιάσή του στο περ. Αρχείο Ευρυτανικών Σπουδών και Ερευνών τ.10 (2012), σσ. 58-62, 2) Ματωμένη Πορεία: Μυθιστόρημα, Αθήνα 2009, 3) Στη Δίνη του Εμφυλίου Πολέμου, χ.χ., 4) Αφανείς – Τραγικοί Ήρωες (υπό έκδοση).
  24. Για κάθε μια σειρά από τις τέσσερις που πέρασαν από τη Σχολή με πολλές λεπτομέρειες, όπως ονόματα των μαθητών, τι γράμματα γνώριζαν και τι δουλειά έκαναν πριν εισαχθούν στη Σχολή κ.ά. περιέχονται σε αφήγηση του εφ. Ανθυπολοχαγού του ΕΛΑΣ, Πανταζή Αλμπάνη, που δημοσιεύτηκε με την επιμέλεια του Γ.Κ. Ζαχαρόπουλου, επίσης ανθυπολοχαγού του ΕΛΑΣ.  Τα παραπάνω στοιχεία παρουσιαζονται σε 4-5 σχετικούς στατιστικούς πίνακες στο: Βαρδής Β. Βαρδινογιάννης, Γιώργος Κ. Ζαχαρόπουλος (επιμέλεια), Ανταρτομάνα Θεσσαλία, ΕΔΙΑ-Οδυσσέας, 2006, σσ. 19-86.
  25. «Ακέλας», οπ. παρ. σ.157. Θέλω να ευχαριστήσω εδώ την κ. Σοφία Βούλτεψη, βουλευτή, που με μεγάλη προθυμία μού δώρισε το βιβλίο του πατέρα της με την ευγενική της αφιέρωση.


Ο καπετάν Ακέλας (σε κύκλο)


Ο Θανάσης Χουλιάρας (αριστερά), Ο Χρήστος Γιαννακόπουλος (δεξιά): Ανθυπολοχαγοί
της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ





(Εισήγηση σε επιστημονικό συνέδριο στη Ρεντίνα Αγράφων)