Σαββατοκύριακo
23-24  Νοεμβρίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 5179RSS FEED
ΣΟΒΑΡΕΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΤΕΘΗΚΑΝ ΥΠ΄ ΟΨΙΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝΥπόμνημα – κόλαφος για την ΕΛ.ΣΤΑΤ
20/09/2011
Εξαιρετικά αποκαλυπτικό είναι το υπόμνημα του μέλους του Δ.Σ. της ΕΛ.ΣΤΑΤ Κ. Σκορδά προς την Επιτροπή Οικονομικών.

Το παραθέτουμε αυτούσιο προς εξαγωγήν συμπερασμάτων, ενόψει της σημερινής συνεδρίασης της Επιτροπής.

 

Προς Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων
της Βουλής των Ελλήνων

Αθήνα, 19.09.2011

Θέμα: Τρόπος λειτουργίας και έργο ΕΛ.ΣΤΑΤ

1. Με το από 15.09.2011 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τη Γραμματεία της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων μού ζητήθηκε να ενημερώσω τα Μέλη της εν λόγω Επιτροπής σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας και το έργο της ΕΛ.ΣΤΑΤ.
Επ’ αυτού θα ήθελα να αναφέρω τα εξής:

2. Με το υπ’ αριθ. 270/22.06.2010 έγγραφο του Πανελληνίου Συλλόγου Υπαλλήλων της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος επελέγην ως Μέλος της ΕΛ.ΣΤΑΤ, σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 1 του Ν.3832/2010 (ΦΕΚ Α΄ 38 / 09.03.2010). Κατόπιν τούτου, ορίσθηκα Μέλος της Αρχής με την ΥΑ 7999/Α1-6065 (ΦΕΚ 265 τ. Υπαλλήλων Ειδικών Θέσεων και Οργάνων Διοίκησης Φορέων του Δημοσίου και Ευρύτερου Δημοσίου Τομέα / 02.08.2010,). Μετά τη δημοσίευση του εν λόγω ΦΕΚ
ορισμού των Μελών της Αρχής συγκροτήθηκε σε σώμα το συλλογικό όργανό διοίκησής της, το οποίο και πραγματοποίησε την πρώτη συνεδρίασή του την 03.08.2010. Σημειωτέον, επομένως, ότι από τη δημοσίευση του Νόμου για την ίδρυση της ΕΛ.ΣΤΑΤ. (09.03.2010) έως τη δημοσίευση της Απόφασης για τον ορισμό των Μελών (02.08.2010) παρήλθε διάστημα περίπου πέντε (5) μηνών.

3. Τον Πρόεδρο της Αρχής, κ. Α. Γεωργίου, καθώς και τα λοιπά Μέλη της Αρχής, συνάντησα και γνώρισα για πρώτη φορά στην πρώτη συνεδρίαση του συλλογικού οργάνου διοίκησης της Αρχής. Ήδη τότε δήλωσα την ειλικρινή μου πρόθεση να συμβάλω στο μέγιστο βαθμό και να καταβάλω κάθε προσπάθεια για την ευόδωση του σκοπού της Αρχής και την κατοχύρωση της πραγματικής θεσμικής και λειτουργικής της ανεξαρτησίας και της αξιοπιστίας των επισήμων ελληνικών στατιστικών
στοιχείων. Μάλιστα, ενόψει συγκρότησης της Αρχής σε σώμα, και δεδομένης της πολύμηνης καθυστέρησης στον ορισμό των Μελών της, ο Πανελλήνιος Σύλλογος Υπαλλήλων της ΕΛ.ΣΤΑΤ. είχε ήδη προβεί σε πρώτη επεξεργασία των βασικών λειτουργικών θεμάτων της τέως Γ.Γ. Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος, εργασία την οποία και τότε έθεσε υπόψη του Προέδρου και των Μελών της Αρχής, προκειμένου να μας συνδράμει στο έργο μας και να μην υπάρξει περαιτέρω καθυστέρηση
στην οργάνωση της διοίκησης και λειτουργίας της νέας Αρχής.

4. Στις αρχές Σεπτεμβρίου 2010 άρχισαν να διαφαίνονται δυσχέρειες στη λειτουργία του συλλογικού οργάνου διοίκησης της Αρχής. Συγκεκριμένα, τα προβλήματα που άρχισαν να αναδεικνύονται αφορούσαν στον τρόπο συνεργασίας μεταξύ των Μελών της Αρχής: Ενώ η δεύτερη συνεδρίαση του συλλογικού οργάνου διοίκησης της Αρχής είχε προγραμματισθεί για την 03.09.2010 (η πρώτη έλαβε χώρα την 03.08.2010), δεν εντάχθηκαν στην ημερήσια διάταξη μείζονος σημασίας θέματα των οποίων την ένταξη ζήτησαν Μέλη της Αρχής. Ειδικότερα, και δεδομένης της κρίσιμης προβληματικής σχετικά με το έλλειμμα, ζήτησαν τότε Μέλη της Αρχής, και ιδίως η κ. Ζ. Γεωργαντά, να ενταχθεί στην ημερήσια διάταξη το εν λόγω θέμα και να συζητηθεί αναλυτικά.

Επίσης, ζήτησα να ενταχθεί στην ημερήσια διάταξη και να συζητηθεί ο προϋπολογισμός της Αρχής, δεδομένου και ότι επίκειτο η Απογραφή Κατοικιών και Πληθυσμού, η οποία συνεπάγεται σημαντικό κόστος. Παρά ταύτα, ο Πρόεδρος της Αρχής αρνήθηκε πεισματικά την ένταξη αυτών των θεμάτων στην ημερήσια διάταξη της 03.09.2010, συζητήθηκαν δε στην εν λόγω συνεδρίαση άλλα θέματα, δευτερεύουσας σημασίας σε σχέση με αυτά.

Ακολούθησε συνεδρίαση του συλλογικού οργάνου διοίκησης της Αρχής την 20.09.2010, κατά την οποία σημειώθηκε ένταση μεταξύ του Προέδρου και Μελών της Αρχής για την ανωτέρω άρνησή του και διότι εν τω μεταξύ ο Πρόεδρος της Αρχής είχε ορίσει αναπληρωτή του (για τα διαστήματα απουσίας του) την Γενική Διευθύντρια Στατιστικών Ερευνών της Αρχής, παρακάμπτοντας τον Αντιπρόεδρο και τα λοιπά Μέλη της Αρχής. Για την επιλογή του αυτή, και την προφανή έλλειψη εμπιστοσύνης και διάθεσης συνεργασίας ιδίως με τον Αντιπρόεδρο της Αρχής, ο Πρόεδρος δεν παρείχε κάποια εξήγηση στο συλλογικό όργανο διοίκησης της Αρχής. Ενώ με τον τρόπο αυτό εντείνετο το αρνητικό κλίμα που είχε αρχίσει να διαμορφώνεται ως προς τον τρόπο διοίκησης της Αρχής, ο Πρόεδρος κάλεσε συνεδρίαση του συλλογικού οργάνου διοίκησης για την 08.10.2010. Κατά την εν λόγω συνεδρίαση το θέμα που κυριάρχησε ήταν το αναθεωρημένο έλλειμμα του έτους 2009.

Συγκεκριμένα, ο Πρόεδρος της Αρχής ενημέρωσε τότε τα Μέλη της Αρχής ότι στον υπολογισμό του προς αναθεώρηση ελλείμματος του έτους 2009 θα εντάσσονταν στοιχεία από Δημόσιες Επιχειρήσεις Κοινής Ωφελείας (ΔΕΚΟ) και από άλλους φορείς του ευρύτερου δημοσίου τομέα, χωρίς να παράσχει οποιαδήποτε εξήγηση ως προς την αιτιολογία αυτής της μεταβολής και ως προς την συνεπαγόμενη μεταβολή της μεθοδολογίας υπολογισμού του ελλείμματος, δεδομένου ότι μέχρι τότε ουδέποτε
υπολογίζονταν τέτοια στοιχεία στη διαμόρφωση του ελλείμματος.

Σημειωτέον ότι σε καμία χώρα της Ευρωζώνης (πλην Νορβηγίας) δεν χρησιμοποιείται τέτοια μεθοδολογία υπολογισμού του ελλείμματος, παρότι ο σχετικός Κανονισμός ΕSA – 95 δεν την αποκλείει. Εξάλλου, ακόμη και εάν προέκρινε η Αρχή τη χρησιμοποίηση αυτής της ιδιαίτερα αυστηρής μεθοδολογίας, θα απαιτείτο οπωσδήποτε και πάλι να έχουν προηγηθεί στατιστικές μελέτες επί των εν λόγω επιχειρήσεων και φορέων του ευρύτερου δημοσίου τομέα, οι οποίες είναι χρονοβόρες και οι οποίες δεν είχαν μέχρι τότε διεξαχθεί. Παρά ταύτα, ο Πρόεδρος της Αρχής ανακοίνωσε την ένταξη και αυτών των επιχειρήσεων και φορέων στον υπολογισμό του αναθεωρημένου ελλείμματος έτους 2009, μη ζητώντας καν την έκδοση απόφασης της Αρχής επ’ αυτού, λόγω της έντονης διαφωνίας των Μελών της για αυτήν του την πρωτοβουλία. Εν
τέλει το αναθεωρημένο έλλειμμα του έτους 2009 περιέλαβε και αυτά τα στοιχεία, με πρωτοβουλία του Προέδρου της Αρχής και χωρίς την έκδοση σχετικής απόφασης του συλλογικού οργάνου διοίκησης της Αρχής, όπως απαιτούσε ο Νόμος.

Το αναθεωρημένο κατά τον τρόπο αυτό έλλειμμα του έτους 2009 διαβιβάσθηκε από τον Πρόεδρο της Αρχής στην Eurostat, η οποία και εν συνεχεία προέβη στην υιοθέτηση και ανακοίνωσή του. Η ενέργεια αυτή, η πλήρης παράκαμψη του συλλογικού οργάνου διοίκησης της Αρχής από τον Πρόεδρό της, η άρνηση παροχής οποιασδήποτε αιτιολογίας και η άρνηση έκδοσης νόμιμης απόφασης, προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Μελών της Αρχής και επέφερε πλέον διχόνοια, με συνέπεια τη ρήξη των σχέσεων μεταξύ Προέδρου και λοιπών Μελών της Αρχής.

Μετά την 08.10.2010 ο Πρόεδρος της Αρχής ουδέποτε μέχρι και σήμερα συγκάλεσε εκ νέου το συλλογικό όργανο διοίκησής της, για οποιοδήποτε θέμα και παρά τις αντίθετες ρητές διατάξεις του Νόμου.

5. Για τα κρίσιμα για το εθνικό συμφέρον αυτά γεγονότα υπήρξε ήδη τον Οκτώβριο του 2010 έντονη κινητοποίηση Μελών της Αρχής καθώς και του Πανελληνίου Συλλόγου Υπαλλήλων της, η οποία και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Συγκεκριμένα, ο Πανελλήνιος Σύλλογος Υπαλλήλων κατέθεσε στον Πρόεδρο και τα Μέλη της Αρχής το από 08.10.2010 έγγραφό του υπ’ αριθ. πρωτ. 309 (σχετ. 1), εν συνεχεία κατέθεσε στον Υπουργό Οικονομικών το από 18.10.2010 έγγραφό του υπ’ αριθ. πρωτ.
315 (σχετ. 2), εν συνεχεία δε κατέθεσε στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων το από 25.10.2010 έγγραφό του υπ’ αριθ. πρωτ. 320, το οποίο και έλαβε από την Ειδική Γραμματεία του Προέδρου της Βουλής αριθ.πρωτ. 3845/25.10.2010 (σχετ. 3), ακολούθησε δε το επίσης απευθυνόμενο στον Πρόεδρο της Βουλής από 26.10.2010 έγγραφο υπ’ αριθ. πρωτ. 321, το οποίο και έλαβε από την Ειδική Γραμματεία του Προέδρου της Βουλής αριθ. πρωτ.3854/26.10.2010 (σχετ. 4).

Με τα έγγραφα αυτά, ο Πανελλήνιος Σύλλογος Υπαλλήλων επεσήμανε στους αποδέκτες τους την κρισιμότητα της κατάστασης ως προς τον τρόπο λειτουργίας της Αρχής και τον κίνδυνο που προέκυπτε από τα προβλήματα στη λειτουργία της, ζητούσε δε την άμεση θεσμική παρέμβαση του Πρόεδρου της Βουλής, η οποία εποπτεύει την Αρχή, για τη διερεύνηση και αντιμετώπιση των αναφερομένων.

Επίσης, ετίθετο με αυτά τα έγγραφα και το μείζον ερώτημα ως προς την παραίτηση ή μη του Πρόεδρου της Αρχής από τα καθήκοντά του στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, κατά τον χρόνο που είχε αναλάβει καθήκοντα στην Αρχή.

Σημειωτέον ότι, όπως και ο Πανελλήνιος Σύλλογος Υπαλλήλων ρητώς ανέφερε στο ως άνω από 04.11.2010 έγγραφό του, σε περίπτωση συνδρομής τέτοιου κωλύματος υπήρχε ο κίνδυνος κακής συγκρότησης της Αρχής με συνέπεια οι πράξεις και αποφάσεις της να είναι ανυπόστατες. Τα έγγραφα αυτά παρέμειναν αναπάντητα και καμία
πρωτοβουλία δεν υπήρξε από τον Πρόεδρο της Βουλής έστω για ακρόαση Μελών της Αρχής ή του Πανελληνίου Συλλόγου Υπαλλήλων, παρά τα επανειλημμένα αιτήματα του Συλλόγου. Συνεπώς, η κατάσταση στην ΕΛ.ΣΤΑΤ. δεν αντιμετωπίσθηκε και συνεχίσθηκε το καθεστώς που αναφέρθηκε, ούτως ώστε στην πράξη κατέληξε να διοικεί και να διαχειρίζεται αυτή μόνος του ο Πρόεδρος, ερήμην των λοιπών Μελών της.

6. Μεσούσης της αδιέξοδης αυτής κατάστασης, τον Νοέμβριο του 2010 κυκλοφόρησαν πληροφορίες ότι ετοιμαζόταν τροποποίηση του ιδρυτικού Νόμου της ΕΛ.ΣΤΑΤ., με την οποία θα αφαιρούνταν στην ουσία οι σημαντικότερες αρμοδιότητες από τα Μέλη του συλλογικού οργάνου διοίκησης της Αρχής και κάθε εξουσία θα συγκεντρωνόταν στον Πρόεδρό της. Κατ’ ουσίαν δηλαδή, θα τροποποιούνταν ο ιδρυτικός Νόμος της ανεξάρτητης Αρχής έτσι ώστε αυτή να τεθεί υπό τον πλήρη έλεγχο του Πρόεδρου της. Τότε ο Πανελλήνιος Σύλλογος Υπαλλήλων κατέθεσε στον Πρόεδρο της Βουλής, τον Υπουργό Οικονομικών, τα κόμματα της Βουλής και τα ΜΜΕ, το από 04.011.2010 υπ’ αριθ. πρωτ. 327 (σχετ. 5) και το από 13.12.2010 υπ’ αριθ. πρωτ. 6 (σχετ. 6) έγγραφά του, με τα οποία επεσήμαινε τους κινδύνους που προκαλούσε η σκοπούμενη τροποποίηση του Νόμου για την ανεξαρτησία της Αρχής. Παρά ταύτα, ψηφίσθηκε από τη Βουλή ο Νόμος 3899/2010 (ΦΕΚ Α΄ 212 / 17.12.2010), και μάλιστα με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, ούτως ώστε πράγματι αφαιρέθηκε από τα Μέλη της Αρχής στο μέγιστο βαθμό η αποφασιστική τους
αρμοδιότητα και το συλλογικό όργανο διοίκησης αυτής απώλεσε τις πλείστες αρμοδιότητές του υπέρ του Προέδρου της Αρχής.

Έκτοτε η άσκηση της διοίκησης και διαχείρισης της Αρχής μόνο από τον Πρόεδρό της (ακόμη και όπου παραμένουν αρμοδιότητες του συλλογικού οργάνου διοίκησής της) έχει παγιωθεί. Για τη συνεχιζόμενη μη σύγκληση του συλλογικού οργάνου διοίκησης της Αρχής από τον Πρόεδρό της έχω απευθύνει σε αυτόν το από 11.07.2011 έγγραφό μου (σχετ. 7), το οποίο παραμένει αναπάντητο.

7. Κατόπιν των ανωτέρω, και συνοψίζοντας τα σημαντικότερα από τα επιμέρους ζητήματα που έχουν ανακύψει ως προς το έργο και τον τρόπο λειτουργίας της ΕΛ.ΣΤΑΤ., πρέπει να επισημανθούν ιδίως τα εξής:

i. Το κυριότερο, η έλλειψη αιτιολογίας, μεθοδολογικής υποστήριξης και προεργασίας ως προς την ένταξη επιχειρήσεων και φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα
στον υπολογισμό του αναθεωρημένου ελλείμματος έτους 2009.

ii. Η έλλειψη απάντησης ως προς την ύπαρξη ασυμβιβάστου στο πρόσωπο του Προέδρου της Αρχής λόγω παράλληλης ύπαρξης σχέσης εξαρτημένης εργασίας με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

iii. Η μη θέσπιση Κανονισμού Λειτουργίας και Διαχείρισης της Αρχής, παρά την αντίθετη επιταγή του Νόμου.

iv. Η μη θέσπιση Κανονισμού Στατιστικών Υποχρεώσεων από την Αρχή, παρά την αντίθετη επιταγή του Νόμου.

v. Η μη υποβολή Έκθεσης Πεπραγμένων από την Αρχή στη Βουλή των Ελλήνων για το έτος 2010, παρά την αντίθετη επιταγή του Νόμου.

vi. Η μη έγκριση του Ετησίου Στατιστικού Προγράμματος της Αρχής, το οποίο υποβάλλεται στη Βουλή, στον Υπουργό Οικονομικών και στη Εurostat, παρά την αντίθετη επιταγή του Νόμου.

vii. Η μη ψήφιση του Προϋπολογισμού της Αρχής για το έτος 2011, παρά την αντίθετη επιταγή του Νόμου.

8. Συνέπεια των ανωτέρω είναι η καθολική δυσλειτουργία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως προς μείζονα ζητήματα που αφορούν στο σκοπό της. Τούτο χαρακτηριστικά κατέστη πρόδηλο με τα προβλήματα που ανέκυψαν ως προς την Απογραφή Κατοικιών – Πληθυσμού ετών 2010 – 2011, για τη ρύθμιση της οποίας και χρειάσθηκε εν τέλει η έκδοση Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου.

9. Κατόπιν των ανωτέρω, τίθεται το ερώτημα με ποια αιτιολογία και προς ποίο σκοπό εμφανίζεται ο Υπουργός Οικονομικών να προωθεί στη Βουλή ρύθμιση για την εκ του νόμου λήξη της θητείας Μελών της Αρχής. Πέραν του ότι νομικώς είναι διερευνητέο κατά πόσον επιτρέπεται η έκδοση ατομικού νόμου, με τρόπο μάλιστα που οι ενδιαφερόμενοι στερούνται της δυνατότητας παροχής σε αυτούς αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας ενώπιον της ακυρωτικής διοικητικής Δικαιοσύνης, τίθεται το μείζον ερώτημα κατά πόσον, εν τέλει, στην πράξη αυτή μέλλει να περιορισθεί η μέχρι σήμερα άσκηση εποπτείας από τη Βουλή στην ΕΛ.ΣΤΑΤ. Και το κατά πόσον με την προτεινόμενη αυτή ρύθμιση εξυπηρετείται ο σκοπός του Νόμου, η διαφάνεια και ανεξαρτησία στη λειτουργία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., και το δημόσιο συμφέρον.

10. Επομένως, σας γνωρίζω τα ανωτέρω για τις δικές σας ενέργειες και σας δηλώνω σαφώς πως προτίθεμαι να συνεχίσω να ασκώ τα καθήκοντά μου ως Μέλος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. κατά τον τρόπο που επιτάσσει ο Νόμος και η συνείδησή μου.

Κωνσταντίνος Σκορδάς του Θεοδώρου
Οικονομολόγος
Μέλος Ελληνικής Στατιστικής
Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής
Πειραιώς 46 και Επονιτών
Πειραιάς 18510
 
Tommorow Preview Mode