Μετά τις δηλώσεις του αρμόδιου υπουργού Π. Νικολούδη στη Βουλή – ότι ο έλεγχος της Λίστας Λαγκάρντ είναι εξαιρετικά δύσκολος, ότι οι έλεγχοι προχωρούν με αργούς ρυθμούς, εξαιτίας ενός πλέγματος παραγόντων που καθιστούν δυσχερές αυτό το έργο, ότι οι ελβετικές αρχές αρνούνται να δώσουν στοιχεία επειδή η λίστα αποτελεί προϊόν υποκλοπής – φαντάζομαι ότι ο κ. Τσίπρας θα σταματήσει να καταγγέλλει την προηγούμενη κυβέρνηση πως τάχα σκόπιμα δεν προχώρησε ο έλεγχος.
Η Λίστα Λαγκάρντ είχε γίνει προπαγανδιστική σημαία για τον ΣΥΡΙΖΑ. Μέχρι και πρόσφατα, κατά την ομιλία του στη Βουλή, όπου υποτίθεται πως ενημέρωσε για τη συμφωνία με τους εταίρους, ο κ. Τσίπρας επιτέθηκε στον κ. Σαμαρά ακριβώς γι’ αυτό.
Η Λίστα Λαγκάρντ και ο έλεγχός της ήταν παρούσα σε όλη την προεκλογική περίοδο, με τον ΣΥΡΙΖΑ, τον κ. Τσίπρα και όλα τα στελέχη του να δημιουργούν ένα κλίμα ατιμωρησίας, συνωμοσιολογίας και σκόπιμης παράλειψης ελέγχου.
Έλεγαν ξεκάθαρα στον λαό ότι καλείται να ματώσει επειδή σκόπιμα και ιδιοτελώς η προηγούμενη κυβέρνηση δεν ήθελε να ελέγξει τους «εκλεκτούς» της.
Ακόμη και η διαρροή από το Μέγαρο Μαξίμου, μετά την τηλεφωνική επικοινωνία Τσίπρα-Λαγκάρντ, στη λίστα αναφερόταν.
Και στην τελευταία ομιλία του στη Βουλή, ο κ. Τσίπρας διακήρυξε πως τα 2.062 ονόματα θα ελεγχθούν όλα.
Κατηγόρησε δε την προηγούμενη κυβέρνηση ότι δεν έχει συνάψει συμφωνία με την Ελβετία – φυσικά, τα χρήματα δεν βρίσκονται πλέον στην Ελβετία, αλλά σε άλλους πιο ασφαλείς φορολογικούς παραδείσους, αλλά οι «καταθέσεις στην Ελβετία» είναι φράση που πουλάει στον λαό.
Μάλιστα, τώρα η κυβέρνηση λέει πως θα ελέγξει και τις εξωχώριες εταιρίες. Σε σημείο που να… συμπεριλαμβάνει και μελλοντικά έσοδα στη λίστα των μεταρρυθμίσεων.
Αλλά ο κ. Νικολούδης είπε επίσης πως και των off-shore ο έλεγχος είναι εξαιρετικά δυσχερής – αλλιώς δεν θα ήσαν off-shore!
Οι δηλώσεις Νικολούδη μεταδόθηκαν μεν, αλλά για μια μέρα.
Και ο κ. Τσίπρας μπορεί να ποντάρει στο γεγονός ότι το γεγονός πιθανόν να έχει ήδη ξεχαστεί.
Και να επανέλθει με το γνωστό παραμύθι περί σκοπιμοτήτων.
Και όμως. Μόλις στις 25 Φεβρουαρίου, επί ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή, έγινε γνωστό πως το ελβετικό υπουργείο Δικαιοσύνης έχει από τον Ιούνιο του 2014 αποστείλει εγκύκλιο στις εισαγγελίες της χώρας, με την οποία ουσιαστικά απαγορεύει την ικανοποίηση αιτημάτων δικαστικής συνδρομής από ξένες χώρες, εφόσον αυτά σχετίζονται με υποκλαπέν υλικό από ελβετικές τράπεζες, και δη με αυτό της λίστας Λαγκάρντ.
Κι’ αυτό, διότι πρόκειται για αποδεικτικά στοιχεία που βασίζονται κατά μείζονα λόγο σε προσωπικά δεδομένα τα οποία αποτελούν προϊόν υποκλοπής από ελβετικές τράπεζες.
Ήδη από το 2012 η Ελβετία έχει ψηφίσει νόμο, σύμφωνα με τον οποίο αιτήματα παροχής πληροφοριών που υποβάλλονται στις ελβετικές αρχές από φορολογικές αρχές άλλων χωρών δια της λεγόμενης διοικητικής συνδρομής απορρίπτονται εφόσον τα αιτήματα αυτά βασίζονται σε πληροφορίες οι οποίες έχουν κτηθεί μέσω αξιοποίνων πράξεων κατά το ελβετικό δίκαιο.
Για την Ελβετία, ο Φαλσιανί (που υπέκλεψε την περίφημη λίστα την οποία αργότερα μας παρέδωσε η κ. Λαγκάρντ και έλαβε το όνομά της), είναι κόκκινο πανί και ζητά με κάθε ευκαιρία την έκδοσή του.
Ο ίδιος ο Νικολούδης είχε δώσει μάχη στην περίπτωση του παραδικαστικού και τελικά έλαβε τα στοιχεία διότι επρόκειτο για περίπτωση δωροδοκίας δικαστών.
Παρ’ όλα αυτά, πριν από δέκα μέρες βομβαρδιστήκαμε με πληροφορίες γύρω από την επίσκεψη του Ελβετού υφυπουργού Οικονομικών, αρμόδιου για διεθνή οικονομικά θέματα.
Μάλιστα, οι (γνωστές) κυβερνητικές πηγές μας είχα ενημερώσει πως… οι ελβετικές Αρχές εξέφρασαν την απορία τους για την απουσία ενδιαφέροντος από τις ελληνικές κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα για εκκρεμείς υποθέσεις Ελλήνων πολιτών και επιχειρήσεων στην Ελβετία.
Και πως μόνο δεκαπέντε αιτήματα συλλογής και διαβίβασης στοιχείων φορολογικού ενδιαφέροντος, υποβλήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση.
Ήθελαν δηλαδή να μας πουν ότι η Ελβετία είναι πρόθυμη να δώσει στοιχεία και εμείς δεν της τα ζητάμε!
Πρέπει δε να σημειώσουμε πως οι συμφωνίες στις οποίες η Ελβετία καταλήγει με άλλες χώρες είναι να καλούνται οικειοθελώς οι πολίτες τους, διατηρώντας την ανωνυμία τους, να αποφασίσουν να πληρώσουν φόρο από 15% ως 38% ή να συναινέσουν στο άνοιγμα των λογαριασμών τους.
Δηλαδή, είναι γνωστό πως τα πράγματα δεν είναι απλά.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στις 4 Φεβρουαρίου 2014, οι τότε υπουργός και υφυπουργός Οικονομικών κ.κ. Στουρνάρας και Μαυραγάνης είχαν συναντηθεί με την Ελβετίδα υπουργό Οικονομικών Ε. Σλούμπφ με σκοπό την προώθηση συμφωνίας για το θέμα αυτό.
Όπως έγινε γνωστό, η ελβετική πλευρά είχε και πάλι φέρει εμπόδια, βάζοντας στο τραπέζι έναν «οδικό χάρτη» με πολλές ασάφειες ενώ η ελληνική πλευρά επέμεινε στο βρετανικό μοντέλο.
«Ο ελληνικός λαός έχει υποστεί μεγάλες θυσίες, ζητάμε τη συνδρομή της Ελβετίας ώστε οι Έλληνες που έχουν μη φορολογηθέντα χρήματα στην Ελβετία να φέρουν και αυτοί ένα μέρος του βάρους…», είχε τότε τονίσει κατά τη διάρκεια των δηλώσεών του ο Ιω. Στουρνάρας.
Η κ. Σλούμπφ είχε πει ότι «μοντέλα που έχουν αναπτυχθεί στο παρελθόν για μη φορολογηθέντα χρήματα σε ελβετικές τράπεζες, εμφανίζονται παρωχημένα, πρέπει να κινηθούμε προς άλλη κατεύθυνση και αυτό θα κάνουμε».
Η Ελβετίδα υπουργός είχε εκφράσει την βούληση της Ελβετίας για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των δύο χωρών από τώρα και στο εξής επικαλούμενη τις διεθνείς συμφωνίες που έχουν υπογραφεί μεταξύ των χωρών μελών του ΟΟΣΑ και των 20 πλουσιότερων χωρών του πλανήτη (G20).
Παρά τις επιφυλάξεις που είχε διατυπώσει η Ελβετίδα υπουργός για το βρετανικό μοντέλο, ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών είχε επισημάνει ότι «εμείς εμμένουμε και στο παρελθόν με έναν τρόπο δίκαιο. Θέλουμε να ισχύσει το βρετανικό μοντέλο».
Νωρίτερα, στις 26 Ιανουαρίου 2014 η Ελβετίδα υπουργός είχε δηλώσει, στο περιθώριο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός, ότι η χώρα της δεν θα συνάψει συμφωνία για την είσπραξη φόρων από καταθέσεις «μαύρου» χρήματος Ελλήνων σε ελβετικές τράπεζες.
Κι’ αυτό διότι, όπως είχε πει, μπορεί να προκύψει αναδρομική υποχρέωση καταβολής φόρων σε πρόσωπα που δεν επιβαρύνονταν με τους συγκεκριμένους φόρους όταν εμπιστεύθηκαν το ελβετικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Αμέσως, ο κ. Μαυραγάνης έφυγε για την Ελβετία προκειμένου να συναντηθεί με την κ. Σλουμπφ.
Οι συζητήσεις ανάγονται στο 2012, όταν ανακοινώθηκε πως οι υφιστάμενες συμφωνίες Ελβετίας - Γερμανίας και Ελβετίας - Βρετανίας προβλέπουν την καταβολή ποσοστού επί των ήδη υφιστάμενου κεφαλαίου καταθέσεων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων, χωρίς την αποκάλυψη του ονόματος του κατόχου αυτών, προκειμένου να καλυφθούν οι απαιτούμενες φορολογικές υποχρεώσεις των κατόχων τους στα εν λόγω κράτη κατοικίας τους. Όσο για τις μελλοντικές αποταμιεύσεις, προβλέπεται η παρακράτηση φόρου από την Ελβετία, ο οποίος θα αποδίδεται στα κράτη κατοικίας του κατόχου τους.
Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο απαιτείται η συναίνεση και ακριβώς γι’ αυτό όλες οι συμφωνίες προβλέπουν την μη αποκάλυψη του ονόματος των δικαιούχων των λογαριασμών αυτών, παρά μόνο απόδοση στην αντισυμβαλλόμενη χώρα ενός ποσού ως αντάλλαγμα – κάτι που σημαίνει ότι επιβάλλεται μια φορολογία κατά το δοκούν.
Η έναρξη των διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2012, ενώ ήδη είχε γνωστοποιηθεί πως η Ελβετία θεωρεί τις λίστες προϊόν οικονομικής κατασκοπείας και επ’ αυτού δεν δέχεται συζήτηση.
Και ενώ είχαν προηγηθεί σειρά αιτημάτων προς τις ελβετικές αρχές – τον Ιούλιο του 2012, τον Απρίλιο του 2012, τον Οκτώβριο του 2011.
Ήδη από τον Μάρτιο του 2012, από απάντηση του στον τότε ευρωβουλευτή και σήμερα υπουργό κ. Χουντή, του Επιτρόπου κ. Σεμέτα, είχε προκύψει ότι η διμερής φορολογική συμφωνία Ελλάδας-Ελβετίας, είχε κολλήσει στις αντιρρήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διότι αφενός θίγονται οι αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αφετέρου υπονομεύεται η υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ για την αμοιβαία και αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των χώρων μελών της ΕΕ, όσον αφορά τις τραπεζικές καταθέσεις των πολιτών τους, που βρίσκονται, είτε σε άλλες χώρες μέλη, είτε σε τρίτες χώρες, όπως η Ελβετία
Νωρίτερα, τον Οκτώβριο του 2011, ο κ. Σεμέτα, πάλι απαντώντας στον κ. Χουντή, είχε αφήσει σαφείς υπαινιγμούς ότι η συμφωνία της Γερμανίας με την Ελβετία αλλά και η αντίστοιχη επικείμενη συμφωνία Ελλάδας-Ελβετίας για τη φορολόγηση Ελλήνων καταθετών στις ελβετικές τράπεζες θα αμνηστεύουν περιπτώσεις ξεπλύματος μαύρου χρήματος και θα προσφέρουν άσυλο σε φοροφυγάδες.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Σεμέτα, «ωστόσο, η Επιτροπή είναι πεπεισμένη ότι η Γερμανία, η Ελλάδα και τα λοιπά κράτη μέλη έχουν πλήρη επίγνωση της αρχής της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου έναντι των διμερών συμφωνιών. Ως εκ τούτου, ό,τι και αν συμφωνήσουν τα κράτη μέλη με τρίτες χώρες, αυτό θα ισχύσει μόνο στο βαθμό που δεν έρχεται σε σύγκρουση με το ενωσιακό δίκαιο. Η Επιτροπή, μολονότι σέβεται πλήρως τα δικαιώματα των κρατών μελών να σχεδιάζουν τα δικά τους φορολογικά συστήματα και να διαπραγματεύονται με χώρες εκτός ΕΕ, θεωρεί ότι τυχόν συμφωνίες ή συζητήσεις με πρωτοβουλία των κρατών μελών θα συμπληρώνουν, ως προς το πεδίο εφαρμογής».
Υποστηρίζει δηλαδή η ΕΕ – και τότε αυτό είχε γίνει αποδεκτό από τον ΣΥΡΙΖΑ – ότι αυτές οι συμφωνίες δίνουν την ευκαιρία στους φοροφυγάδες να ξεμπερδεύουν με ένα ποσό, διατηρώντας την ανωνυμία τους και χωρίς ποτέ να μαθαίνουμε αν το ποσό αυτό ανταποκρίνεται στο ύψος των καταθέσεών τους, αφού αυτό αποφασίζεται από τις ελβετικές αρχές.
Επομένως, όταν ο κ. Τσίπρας ρωτάει «πού είναι η συμφωνία με την Ελβετία;», γνωρίζει πολύ καλά τι ισχύει και απλώς παραπληροφορεί τον λαό, ο οποίος δεν μπορεί να γνωρίζει όλες αυτές τις λεπτομέρειες.
Ο κ. Νικολούδης παραδέχθηκε δημόσια τις δυσκολίες, καταρρίπτοντας τις αστήρικτες κατηγορίες του κόμματος που τον επέλεξε για υπουργό.
Διερωτάται, ωστόσο κανείς, τι θα πει ο κ. Τσίπρας όταν δεν θα καταφέρει κάτι διαφορετικό από αυτό που πέτυχαν οι άλλες χώρες.
Προφανώς, τίποτα. Όπως έκανε ότι δεν άκουσε τις δηλώσεις Νικολούδη…