Η απόφαση να μην αντιμετωπιστεί ως «Βίβλος» η εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ για τα διαρθρωτικά μέτρα που πρέπει, κατά την άποψη του Οργανισμού, να εφαρμοστούν στην Ελλάδα προκειμένου να πέσουν οι τιμές, ελήφθη κατά την χθεσινή σύσκεψη του πρωθυπουργού με τους αρμόδιους υπουργούς στο υπουργείο των Οικονομικών.
Η σύσκεψη πραγματοποιήθηκε ενόψει της σημερινής (το απόγευμα) έναρξης των διαπραγματεύσεων με την τρόικα που επέστρεψε στην Αθήνα.
Όπως αποφασίστηκε, η κυβέρνηση τάσσεται υπέρ της μερικής απελευθέρωσης, όσον αφορά στα επίμαχα προϊόντα: Μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, βιβλία και γάλα.
Η «γραμμή» που θα ακολουθηθεί είναι τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα να διατίθενται από τα φαρμακεία με απελευθέρωση της τιμής τους, στα βιβλία η ενιαία τιμή να καταργηθεί μόνο ως προς τα ξενόγλωσσα και να υπάρξει συνεννόηση μεταξύ των υπουργείων Ανάπτυξης και Αγροτικής Ανάπτυξης για τον χρόνο διάρκειας του γάλακτος, ώστε να υπάρξει κοινή γραμμή στις συζητήσεις με τους εκπροσώπους των δανειστών, με τους οποίους ο κ. Στουρνάρας θα συναντηθεί σήμερα το απόγευμα.
Η εντολή του πρωθυπουργού ήταν να υπάρξει κοινή γραμμή σε όλα, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα φαίνεται ότι προσφέρει τη δυνατότητα στην ελληνική πλευρά να θέσει και την δική της ατζέντα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η χθεσινή παρουσία του πρωθυπουργού κρίθηκε αναγκαία λόγω των σφοδρών διαφωνιών μεταξύ των αρμοδίων υπουργών που σημειώθηκε το τελευταίο διάστημα.
Η κυβέρνηση εμμένει στην εφαρμογή του 80% των θεμάτων της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ για την ενίσχυση του ανταγωνισμού, ενώ οι δανειστές επιμένουν για την κατά 100% εφαρμογή των προτάσεων του διεθνούς Οργανισμού.
Η ελληνική πλευρά επιζητεί να υπάρξει συμφωνία με τους εκπροσώπους των δανειστών έως το Eurogroup της 10ης Μαρτίου, προκειμένου να εγκριθεί η δόση των 8,3 δις ευρώ (2,6 δις ευρώ για το δ΄ τρίμηνο 2013 και 5,7 δις ευρώ για το α΄ τρίμηνο 2014) από την ευρωζώνη και των 3,6 δις ευρώ (από 1,8 δις ευρώ για το γ΄ και το δ΄ τρίμηνο 2013) από το ΔΝΤ.
Στο τραπέζι και οι ομαδικές απολύσεις
Εντός της εβδομάδας αναμένεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να πραγματοποιηθεί και η συνάντηση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας με την τρόικα, με αντικείμενο τις ομαδικές απολύσεις και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3,9 ποσοστιαίες μονάδες.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, για να γίνουν οι απολύσεις πρέπει να προηγηθούν διαβουλεύσεις μεταξύ εργοδότη και εκπροσώπων των εργαζομένων και το αποτέλεσμα υποβάλλεται στον υπουργό Εργασίας, ο οποίος έχει το δικαίωμα να εγκρίνει ή να μην εγκρίνει τις απολύσεις.
Πρακτικά, από το 1983 που θεσμοθετήθηκε η διαδικασία αυτή με το νόμο 1387/83, δεν έχει υπάρξει έγκριση από τον αρμόδιο υπουργό για ομαδικές απολύσεις.
Οι εκπρόσωποι των δανειστών έχουν ζητήσει κατά το παρελθόν την κατάργηση του δικαιώματος αρνησικυρίας (άσκηση «βέτο») του υπουργού Εργασίας πρακτική που σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν υπάρχει με εξαίρεση την Ολλανδία.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας είχε δεσμευτεί ότι η νέα διαδικασία ομαδικών απολύσεων θα είχε θεσμοθετηθεί έως το τέλος του 2013 μετά την ολοκλήρωση σχετικής μελέτης. Τον περασμένο Ιανουάριο, το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ) στο οποίο συμμετέχουν εκπρόσωποι εργοδοτών και εργαζομένων είχε συμφωνήσει σε ένα βασικό πλαίσιο για τις ομαδικές απολύσεις.
Σε περιπτώσεις απολύσεων άνω του επιτρεπομένου ορίου θα απαιτείται η έγκριση του ΑΣΕ και όχι του αρμόδιου υπουργού, με βασικό κριτήριο την οικονομική κατάσταση της επιχείρησης που ζητεί τις απολύσεις, ενώ προβλέπονται προστατευτικές διαδικασίες όπως, κριτήρια για την επιλογή των εργαζομένων που πρόκειται να αποληθούν, ρήτρες επαναπρόσληψης και σχέδιο αντιμετώπισης των κοινωνικών επιπτώσεων από την απώλεια των θέσεων εργασίας.
Σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που απορρέουν από το μνημόνιο, η κυβέρνηση έχει την υποχρέωση να νομοθετήσει τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους μέσω της αφαίρεσης 3,9 ποσοστιαίων μονάδων από τις ασφαλιστικές εισφορές, έως και το 2016.
Αναζητούνται όμως τρόποι για να καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό στα ασφαλιστικά ταμεία το οποίο, στελέχη του υπουργείου Εργασίας, εκτιμούν στα 700 εκατ. ευρώ, ανά έτος.
Σύμφωνα με την ελληνική πλευρά το κενό αυτό μπορεί εν μέρει να καλυφθεί από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας εξαιτίας της μείωσης του μη μισθολογικού κόστους.
Για το ίδιο θέμα, ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης έχει διατυπώσει την άποψη ότι «με τον εξορθολογισμό του ασφαλιστικού συστήματος έχουν επιτευχθεί πολύ σημαντικές οικονομίες κλίμακος για τις επιχειρήσεις αλλά και το γενικότερο νοικοκύρεμα συμβάλλει στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, στη μείωση της γραφειοκρατίας και στη μείωση διοικητικών βαρών και κατά συνέπεια του κόστους που επωμίζονται οι επιχειρήσεις».
Υπενθυμίζεται ότι το Σάββατο υπήρξε σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον πρωθυπουργό Α. Σαμαρά, με τη συμμετοχή του αντιπροέδρου κ. Βενιζέλου και του υπουργού των Οικονομικών κ. Στουρνάρα, ο οποίος απάντησε και στις επικρίσεις του επιτρόπου Όλι Ρεν (που επέρριψε ευθύνες στην Ελλάδα για καθυστερήσεις), τονίζοντας ότι λάθη έχουν γίνει και από τις δύο πλευρές.
Σε δηλώσεις του μετά το πέρας της συνάντησης, ο κ. Βενιζέλος τόνισε ότι το τρέχον εξάμηνο είναι εξαιρετικά πυκνό, καθώς είναι το εξάμηνο που πρέπει να πιάσουν τόπο οι θυσίες των Ελλήνων και να βγούμε οριστικά στο ξέφωτο της εξόδου από την κρίση και το μνημόνιο «εις πείσμα αυτών που επενδύουν πολιτικά στην ύπαρξη της κρίσης και του μνημονίου».
Ο κ. Βενιζέλος εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι θα επιτευχθεί συμφωνία με την τρόικα πριν από το επόμενο Eurogroup, υπογραμμίζοντας ότι «η ισχυρή δόση αισιοδοξίας» του οφείλεται στα «πάρα πολύ εντυπωσιακά αποτελέσματα των θυσιών των πολιτών. Στο ίδιο πλαίσιο, τόνισε ότι η δημοσιονομική προσαρμογή είναι μοναδική, το πρωτογενές πλεόνασμα είναι πάρα πολύ σημαντικό και «άρα, τώρα έχουμε να κάνουμε μόνο με διαρθρωτικά μέτρα που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα, που εκσυγχρονίζουν το κράτος, που ανοίγουν την αγορά και άρα είναι μέτρα που τα θέλει ο πολίτης. Επίσης, είπε, «έχουμε τη δυνατότητα να προστατεύσουμε την κοινωνική συνοχή και να αποκαταστήσουμε αδικίες μέσα από το πρωτογενές πλεόνασμα και την έναρξη της αντίστροφης διαδικασίας: ως τώρα όλοι έπρεπε να συνεισφέρουν, τώρα το κράτος μπορεί να ανταποδώσει στις ευαίσθητες ομάδες».
Κληθείς να σχολιάσει κατά πόσο βοηθούν δηλώσεις όπως του επιτρόπου Όλι Ρέν «που χρεώνει τις καθυστερήσεις στη διαπραγμάτευση με την τρόικα στους Έλληνες», ο κ. Βενιζέλος είπε ότι δεν θέλει να σχολιάσει για κανέναν διεθνή ή ευρωπαϊκό παράγοντα, προσθέτοντας ωστόσο ότι είναι γεγονός πως υπάρχει επί χρόνια μια άδικη διεθνής συζήτηση βασισμένη σε στερεότυπα για τη χώρα και πως «η ανακύκλωση αυτής της συζήτησης αδικεί την Ελλάδα». Τώρα, σημείωσε, πρέπει να μιλήσουμε επί τη βάση αριθμών και στοιχείων και υπογράμμισε ότι τα στερεότυπα αυτήν τη στιγμή διαψεύδονται.
«Τώρα καλούμε τους εταίρους μας να μελετήσουν τους αριθμούς, αλλά με ολοκληρωμένο θεσμικό τρόπο και όχι δήθεν τεχνοκρατικό, να αντιληφθούν ότι η Ελλάδα έχει αλλάξει κατάσταση» και ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να πάει με άλλη αφήγηση στις ευρωεκλογές εάν δεν πετύχει η υπόθεση που λέγεται Ελλάδα.
Ο Όλι Ρεν
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έχουν επιτευχθεί πολλά στον τομέα των δημοσιονομικών και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αναγνωρίζει ο επίτροπος για τη Δημοσιονομική Πολιτική Όλι Ρεν, αλλά εκφράζει επιφυλάξεις για την έξοδο της χώρας στις αγορές πριν από τις ευρωεκλογές. Υποστηρίζει ότι οι καθυστερήσεις στη συνεργασία με την τρόικα χρεώνονται στην Ελλάδα και επαναλαμβάνει ότι τα επίσημα ελληνικά στοιχεία θα είναι διαθέσιμα στο τέλος Απριλίου.
«Στην Ελλάδα τα πράγματα είναι πάντα περίπλοκα και διαρκούν πολύ. Ο τρέχων έλεγχος διαρκεί ήδη τώρα μήνες. Οι καθυστερήσεις χρεώνονται στους Έλληνες» τονίζει ο κ. Ρεν σε συνέντευξή του στη γερμανική οικονομική επιθεώρηση «WirtschaftsWoche» που θα κυκλοφορήσει τη Δευτέρα, εξηγώντας γιατί η συζήτηση για την Ελλάδα θα αρχίσει τον Αύγουστο. «Πρέπει να συγκεντρώσουμε επιμελώς όλα τα στοιχεία. Πρέπει να επικαιροποιήσουμε τις προβλέψεις μας, για να έχουμε μια πραγματικά ακριβή εικόνα της προοπτικής ανάπτυξης - η οποία έχει μεγάλη επίδραση στην βιωσιμότητα του χρέους. Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας και την υλοποίηση του τρέχοντος προγράμματος, το οποίο βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο».
Ο Φιλανδός Επίτροπος δήλωσε επίση ότι δεν έχει ακόμη αναπτύξει ανοσία στην απογοήτευση, αν και, όπως λέει, ζει αυτές τις καθυστερήσεις ήδη εδώ και τέσσερα χρόνια.
«Είναι λυπηρό. Ειδικά τα πρώτα δύο χρόνια υπήρχε ένα έλλειμμα εθνικής ενότητας και τα συμφέροντα υπερασπίζονταν αποφασιστικά τα προνόμιά τους. Και τα δύο εμπόδισαν την ανάπτυξη. Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα πέτυχε τα τελευταία δύο χρόνια πολλά στα δημοσιονομικά και στις μεταρρυθμίσεις. Τώρα πρέπει να διατηρήσει τη δυναμική στα δύο πεδία. Υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά στο άνοιγμα της αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών, από συμβολαιογράφους μέχρι φαρμακοποιούς. Η αγορά εργασίας πρέπει να μεταρρυθμιστεί και να προχωρήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις» επισημαίνει.
Κληθείς να σχολιάσει δηλώσεις που θέλουν την Ελλάδα να επιστρέφει στις αγορές ακόμη και πριν από τις ευρωεκλογές με ένα νέο ομόλογο, δηλώνει: «Εάν πληρώνει κανείς έναν υψηλό τόκο, μπορεί πάντα να επιστρέψει στις αγορές. Η Ελλάδα εξέδωσε στο παρελθόν ξανά και ξανά T-bills. Οι αγορές όμως δεν μπορούν να γίνουν η πιο σημαντική πηγή χρηματοδότησης, όσο η χώρα δεν έχει μπει σε βιώσιμο δρόμο στον προϋπολογισμό και στην ανάπτυξη». Δηλώνει ωστόσο πεπεισμένος ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα παραμείνει στην τρόικα, παρά τις όποιες διαφορές έχουν καταγραφεί κατά το παρελθόν.
«Παρά κάποιες εντάσεις, η συνεργασία λειτουργεί καλά και θα συνεχιστεί στα κράτη που βρίσκονται τώρα σε πρόγραμμα. Πριν από έναν χρόνο υπήρχαν μεγάλες προστριβές. Τότε συζήτησα πολλές φορές με την Κριστίν Λαγκάρντ και τον Μάριο Ντράγκι. Αποφασίσαμε ότι είναι καλύτερα να καταστήσουμε το όλο θέμα λειτουργικό, μιας και όλοι μας είμαστε στην ίδια βάρκα. Καθένας από τους τρεις έχει τη δική του οικονομική προσέγγιση και είναι πολύ περήφανος για την ανεξαρτησία του. Όταν και οι τρεις θεσμοί πρέπει να τα βρουν και μάλιστα με αρχή την ομοφωνία, δεν είναι πάντα παιδικό παιχνίδι. Αλλά η κρίση δεν μας αφήνει άλλη επιλογή» επισήμανε ο κ. Ρεν.