Τελικά, ούτε και χθες έπεσε η κυβέρνηση.
Ήταν από την αρχή βέβαιο. Ουδείς στη χώρα είχε την παραμικρή ανησυχία ή την παραμικρή ελπίδα (ανάλογα με την πολιτική του τοποθέτηση).
Ουδέποτε πρόταση δυσπιστίας προς κυβέρνηση αντιμετωπίστηκε με τόσο μεγάλη αδιαφορία – από πολιτικούς και από πολίτες.
Βαρετές έγιναν (βοηθούντος και του ηλιόλουστου σαββατοκύριακου) και οι αναλύσεις σχετικά με το ποιος βγαίνει κερδισμένος και ποιος χαμένος, ποιος συσπειρώνεται περισσότερο και ποιος λιγότερο, γιατί τώρα, γιατί με αυτή την αφορμή και τα λοιπά και τα λοιπά.
Προφανώς, η συζήτηση ήταν βαρετή και για τους ίδιους τους βουλευτές, που το Σάββατο εγκατέλειψαν τα έδρανα της Βουλής και βρέθηκαν έξω από το ραδιομέγαρο.
Επί του προκειμένου πάντως έχουμε δύο δεδομένα:
Πρώτον οι βουλευτές έχουν δικαίωμα, επιδεικνύοντας την βουλευτική τους ταυτότητα, να έχουν πρόσβαση όπου επιθυμούν.
Δεύτερον, οι βουλευτές δεν έχουν δικαίωμα να τίθενται επικεφαλής πλήθους οπαδών τους, δίνοντας κάλυψη σε παράνομες ενέργειες.
Και επομένως, οι βουλευτές έχουν δικαίωμα πρόσβασης ως πρόσωπα και όχι ως ομαδάρχες διαδηλωτών.
Διαφορετικά, δεν θα έπρεπε να διαμαρτυρόμαστε όταν βουλευτές τίθενται επικεφαλής ομάδων κρούσης και αναποδογυρίζουν πάγκους ή αρπάζουν μικρόφωνα.
Και για να επιτρέψουμε στο θέμα της πρότασης μομφής:
Αυτό που από την αρχή είχε τη μεγαλύτερη σημασία ήταν οι επίδοξοι εταίροι του ΣΥΡΙΖΑ.
Πρώτη και καλύτερη η Χρυσή Αυγή, μετά οι λεγόμενοι «Ανεξάρτητοι Έλληνες», κάποιοι από τους ανεξάρτητους βουλευτές (περισσότερο ορμώμενοι από προσωπικά πάθη γενιτσαρισμού) και το ΚΚΕ (που καταψηφίζει πάντα για να πέσει ο καπιταλισμός).
Και η επιχειρηματολογία υπήρξε ανάλογη της συμμαχίας.
Για «μέγιστη θεσμική εκτροπή» και για «συρρίκνωση και απαξίωση της Δημοκρατίας» μίλησε ο κ. Τσίπρας, για «πραξικοπηματική ενέργεια» ο ΣΥΡΙΖΑ, για «έκτακτα μέτρα περιστολής της Δημοκρατίας», για «Δημοκρατία στη φορμόλη, στην τεχνητή αναπνοή, στο απόσπασμα» και για «χούντα με κοινοβουλευτικό μανδύα» τα στελέχη του.
Για «χούντα» μίλησε η Χρυσή Αυγή.
Άρα, συμφωνούν και… γαία πυρί μιχθήτω.
Δοθέντος του προδιαγεγραμμένου αποτελέσματος, ο κ. Τσίπρας, μεταξύ μιας ομιλίας στο Τέξας και μιας δεύτερης (την ημέρα έναρξης της συζήτησης στη Βουλή) στο Ινστιτούτο Λεβί, κάλεσε και πάλι τον λαό σε «ανένδοτο αγώνα», ζητώντας να κατέβει στο Σύνταγμα και να διαδηλώσει για να πέσει η κυβέρνηση.
Φυσικά, δεν υπήρχε τρόπος να συμβεί κάτι τέτοιο – ούτε μπορούσε να συμβεί, ούτε είχε κανείς τέτοια όρεξη.
Η προηγούμενη φορά που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καλέσει τον λαό να ρίξει την κυβέρνηση, ήταν και πάλι με αφορμή την ΕΡΤ:
Στις 17 Ιουνίου, όταν σε ένα άδειο Σύνταγμα, ο κ. Τσίπρας, ανεβασμένος στην εξέδρα, με τα αυτοκίνητα να κινούνται άνετα και στα δύο ρεύματα της Αμαλίας, βροντοφώναζε:
«Απόψε τελειώνουμε με την κυβέρνηση της καταστροφής. Ο λαός μίλησε. Η Πλατεία Συντάγματος στέλνει μήνυμα ανατροπής. Κύριε Σαμαρά, τελειώσατε. Τε-λει-ώ-σα-τε!».
Και το σπουδαιότερο:
«Αυτό είναι η κοινή πεποίθηση, το τελεσίδικο μήνυμα από τον αγώνα της ΕΡΤ και το τεράστιο κύμα αλληλεγγύης που σαρώνει όλη την Ελλάδα. Τελειώσατε κ. Σαμαρά, γιατί έχετε εκθέσει τη χώρα διεθνώς. Σε αυτή τη βίαιη ενέργεια, στο κλείσιμο της ΕΡΤ, στην προσπάθεια για επιβολή του σκότους στις ζωές των ανθρώπων είστε απελπιστικά μόνος, αλλά όχι εντελώς μόνος ... Όλοι ενώνουν τη φωνή τους ενάντια στο σκοτάδι. Ένας μόνο σύμμαχος σας έμεινε κ. Σαμαρά. Η Χρυσή Αυγή. Μόνο οι νεοναζί συμφωνούν με τα αίσχη σας».
Προφανώς ο κ. Τσίπρας δεν φανταζόταν τότε, μέσα στον πανικό ενός άδειου Συντάγματος, πως οι ίδιοι νεοναζί θα συμφωνούσαν έξι μήνες μαζί του και θα πρόσθεταν τις ψήφους τους στις ψήφους των βουλευτών του…
Υ.Γ. Όσο για τα υποστηριζόμενα από τον ΣΥΡΙΖΑ, πως τάχα τώρα είναι η ώρα οι βουλευτές των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση να δείξουν έμπρακτα τη διαφωνία τους, συγγνώμη, αλλά η πρόταση μομφής υποβλήθηκε με αφορμή την ΕΡΤ και όχι για κάποιο από τα υπό συζήτηση θέματα.