Ελλάδα – Ουγγαρία, βίοι παράλληλοι, αλλά με διαφορετικές πολιτικές14/12/2010
Γράφει η
Σοφία Βούλτεψη
Συναντήθηκαν οι ίδιοι, αλλά όχι και οι δρόμοι τους. Ο λόγος για τους πρωθυπουργούς της Ελλάδας και της Ουγγαρίας, που απ’ όσο καταλάβαμε ή, καλύτερα, απ’ ότι ανακοινώθηκε, στην χθεσινή συνάντησή τους στο «Πεντελικόν» - αλήθεια, έχει μεταφερθεί εκεί το πρωθυπουργείον; - κουβέντιασαν για τα γενικότερα προβλήματα και για τον συζητούμενο (με τους γνωστούς ρυθμούς της ευρωπαϊκής χελώνας) μόνιμο μηχανισμό στήριξης.
Στην Ουγγαρία, ως γνωστόν, έχουν συμβεί τον τελευταίο καιρό κοσμογονικές αλλαγές. Η χώρα ήλθε σε συμφωνία με το ΔΝΤ, για δανεισμό ύψους 25 δις δολαρίων, τον Οκτώβριο του 2008. Ακολούθησε υποτίμηση του νομίσματος κατά 20%, πάγωμα μισθών του Δημοσίου για δύο χρόνια, κατάργηση δώρων και της 13ης σύνταξης και μείωση όλων των κοινωνικών δαπανών. Επιπλέον, ο ΦΠΑ πήγε στο 25% και αυξήθηκαν τα όρια συνταξιοδότησης στα 65.
Όσο για τον μηχανισμό βάσει του οποίου δόθηκε το δάνειο, προερχόταν (στο μεγαλύτερο μέρος του) από το ΔΝΤ, από την ΕΕ και από την Παγκόσμια Τράπεζα.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, την θέση της Παγκόσμιας Τράπεζας πήρε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αλλά ουσιαστικά πρόκειται για την ίδια τριμερή χρηματοδότηση – κι’ ας επαίρεται η κυβέρνησή μας ότι «έστησε έναν μηχανισμό από την αρχή». Ο μηχανισμός είχε στηθεί ήδη από τον Νοέμβριο του 2008, όταν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφασίστηκαν αυτού του είδους οι δανεισμοί με συμμετοχή του ΔΝΤ και εφαρμόστηκε (με τον γνωστό τρόπο και τα γνωστά αποτελέσματα) πρώτα στην Ουγγαρία.
Ο ουγγρικός λαός αντέδρασε – δεν έδωσε δηλαδή το δικαίωμα στους κυβερνώντες να λένε ότι κέρδισαν στις κάλπες, όπως συνέβη στην Ελλάδα με τις πρόσφατες περιφερειακές εκλογές. Η σοσιαλιστική κυβέρνηση του Γ. Μπαϊνάι τα βρήκε πραγματικά σκούρα – όχι δηλαδή όπως συμβαίνει στην Ελλάδα που οι απεργίες προγραμματίζονται μια μέρα μετά την ψήφιση σημαντικών νομοσχεδίων.
Έτσι, η κυβέρνηση Μπανάι απέτυχε να περάσει το δημοψήφισμα (γιατί ακόμη και στην Ουγγαρία γίνονται δημοψηφίσματα), με τις αλλαγές στους τομείς της υγείας και της παιδείας.
Και τελικά, στις εκλογές του Απριλίου 2010, έχασε παταγωδώς, συγκεντρώνοντας μόλις το 19,3% των ψήφων, ενώ ο δεξιός συνασπισμός (Fidesz) του Β. Όρμπαν συγκέντρωσε το 52,7%.
Λίγο πριν ο ουγγρικός λαός απορρίψει το δικό του Μνημόνιο, στέλνοντας στην αντιπολίτευση αυτούς που το συμφώνησαν, ο κ. Γ. Παπανδρέου είχε σπεύσει, τον Μάρτιο του 2010, να επισκεφθεί την Ουγγαρία, που τότε εφάρμοζε ακόμη τα μέτρα του ΔΝΤ, για να δει από κοντά το «ουγγρικό πείραμα» (που θα οδηγείτο σε συντριβή ένα μήνα αργότερα).
Μίλησε σε οικονομικό φόρουμ για την κρίση που οργανώθηκε στην Βουδαπέστη και συζήτησε με τον ομόλογο και ομοϊδεάτη του την «εμπειρία της Ουγγαρίας». Προφανώς εκείνος του είπε «όλα καλά» και ο κ. Παπανδρέου επέστρεψε και μας έστειλε κατευθείαν στην αγκαλιά του (τοκογλυφικού) «μηχανισμού στήριξης».
Όταν ο Όρμπαν εξελέγη, δήλωσε ότι δεν πρόκειται να δεχθεί εντολές από τους δανειστές. «Κατά τη γνώμη μου, ούτε το ΔΝΤ, ούτε τα οικονομικά όργανα της ΕΕ είναι αφεντικά μας. Δεν υπαγόμαστε σ’ αυτούς», ξεκαθάρισε – ίσως παίρνοντας εκδίκηση για λογαριασμό της χώρας του και για το (σκανδαλώδες) ειδύλλιο του Ντομινίκ Στρος-Καν με την συμπατριώτισσά τους Πιρόσκα Νάγκι, που παραιτήθηκε όταν ο άνδρας της ανακάλυψε τα φλογερά e-mails που αντάλλασσε με το αφεντικό του ΔΝΤ.
Εκείνη την περίοδο, η Ουγγαρία διαπραγματευόταν την εκταμίευση της τελευταίας δόσης του δανείου. Το ΔΝΤ, όμως, έβαζε δύο νέους όρους: «Κανένας νέος φόρος στις τράπεζες και πρόσθετα μέτρα λιτότητας».
Η νέα κυβέρνηση αρνήθηκε να συμμορφωθεί με τους νέους όρους και το κλιμάκιο του Οργανισμού έφυγε, οπότε η Πέμπτη δόση πάγωσε.
«Η συμφωνία δεν μας υποδεικνύει πώς θα φτάσουμε στον στόχο», είπε ο Ούγγρος πρωθυπουργός που προσέγγισε την Μέρκελ με ένα χειροφίλημα. Και εκείνη, εξήρε τις προσπάθειές του.
Κατά τα λοιπά, οι δύο χώρες έχουν ακολουθήσει παράλληλη πορεία, ευρισκόμενες πολύ κοντά σε όλους τους δείκτες μέτρησης των διεθνών οργανισμών (γραφειοκρατία, ανταγωνιστικότητα, διαφθορά). Δηλαδή στον πάτο.
Αλλά η Ουγγαρία προερχόταν από ένα άλλο σύστημα και από μια κοσμογονική αλλαγή, αυτήν της κατάρρευσης του ανατολικού μπλοκ. Η Ελλάδα αντίθετα, υποτίθεται ότι βρίσκεται σε σταθερή πορεία από το 1974 και έχει καταβροχθίζει τέσσερα – πάει για το πέμπτο – κοινοτικά πλαίσια στήριξης.
Η Ελλάδα και η Ουγγαρία, όμως, βρίσκονταν σταθερά στην πρώτη θέση στην ΕΕ από πλευράς γραφειοκρατίας, ενώ όσον αφορά στους δείκτες ανταγωνιστικότητας του ΟΟΣΑ, τον Ιούνιο του 2010 πληροφορηθήκαμε ότι η μεν Ελλάδα βρισκόταν στο -0,97, η δε Ουγγαρία στο -0,71.
Όσο για τις ξένες επενδύσεις, η Ελλάδα το 2005 βρισκόταν προτελευταία στον κατάλογο του ΟΟΣΑ με μόλις 8,9 δις δολάρια μεταξύ του 1995 και του 2004. Σ’ εκείνον τον κατάλογο, η Ουγγαρία βρισκόταν πέντε θέσεις πάνω από τη χώρα μας – και χωρίς πακέτα στήριξης, τα οποία εδώ τα κατέκλεψαν αυτοί που τώρα προσπαθούν να μας σώσουν, καλώντας μας σε «εθνική συνεννόηση» - σε όποια παράταξη και αν ανήκουν.
Όσον αφορά στη διαφθορά, από το ευρωβαρόμετρο του Δεκεμβρίου 2009 προκύπτει ότι ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος βρισκόταν στο 78%, στην Ελλάδα το 98% των πολιτών δήλωνε ότι η διαφθορά είναι μείζον πρόβλημα για τη χώρα. Μας ακολουθούσε κατά πόδας η Ουγγαρία με 96% - σημειώστε ότι η ουγγρική σοσιαλιστική κυβέρνηση που έπεσε τον περασμένο Απρίλιο είχε παραμείνει στην εξουσία επί οκτώ συναπτά έτη (και εδώ βίοι παράλληλοι, σε σχέση με την ελληνική «σοσιαλιστική» περίοδο 1996-2004).
Σε ανάλογη παράλληλη πορεία βρεθήκαμε με την Ουγγαρία και όσον αφορά σε μισθούς, συντάξεις και ποσοστά ανεργίας (παρά το γεγονός ότι, όπως είπαμε, εμείς εδώ είχαμε τα αναγκαία μέσα για να βελτιώσουμε την κατάσταση).
Τον δε Σεπτέμβριο του 2009, μάθαμε από τον ΟΟΣΑ ότι ο φόρος εισοδήματος της μέσης ελληνικής οικογένειας αυξήθηκε κατά 50% και η Ελλάδα είναι η χώρα με το υψηλότερο φορολογικό βάρος (φόρος εισοδήματος και ασφαλιστικές εισφορές) μετά την Ουγγαρία. Επίσης, η Ελλάδα έχει τη δεύτερη υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση στους μισθωτούς από τις χώρες του ΟΟΣΑ.
Τέλος, να θυμίσω ότι πρόσφατα, ο Έλληνας υπουργός των Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου πήρε το… βραβείο της Goldman Sachs και κατατάχθηκε όγδοος καλύτερος υπουργός Οικονομικών μεταξύ 19 ευρωπαϊκών χωρών – πρώτος στην ικανότητα να επιβάλει τα μέτρα, 17ος στις οικονομικές επιδόσεις και τελευταίος στις επιδόσεις όσον αφορά στην αξιοπιστία στις αγορές. Αντίθετα, ο Ούγγρος υπουργός Οικονομικών κατέλαβε την προτελευταία (18η) θέση.
Τώρα αυτό το λένε για καλό;