Στήν προσπάθεια τῶν πολιτικῶν ἀναλυτῶν νά βρεθοῦν οἱ αἰτίες τῆς, ὅλο καί πιό ἔντονης στίς μέρες μας, δυσφορίας τῶν πολιτῶν ἀπέναντι στούς πολιτικούς, συχνά ἐνοχοποιεῖται τό εἶδος τοῦ π ο λ ι τ ι κ ο ῦ λ ό γ ο υ πού ἐκφέρεται ἀπό ὅσους εἶναι, ἤ ἐπιδιώκουν νά γίνουν, πατέρες τοῦ ἔθνους καί κυβερνητικοί ἄρχοντες, ὅσο καί ἡ ἀναντιστοιχία μεταξύ λόγων καί ἔργων τους. Κατηγοροῦνται, δηλαδή, γενικῶς οἱ πολιτικοί ὅτι, στήν διαδικασία τῆς πολιτικῆς πειθοῦς, χρησιμοποιοῦν λόγο «ξύλινο», ἀνακόλουθο, στρεβλωτικό τῆς πραγματικότητας, ψηφοθηρικό καί, πάντως, ἀ ν α ξ ι ό π ι σ τ ο.
* * *
Ὅμως, ὁ πολιτικός λόγος δέν ἐκφέρεται στό κενό, οὔτε στὀ κέντρο μιᾶς ἔρημης βραχονησίδας. Ἀπευθύνεται καί προσπαθεῖ νά πείσει τούς ἀπο-δέκτες του, δηλαδή ὅλους ἐμᾶς. Ἑπομένως, ἄν ἐπιτυγχάνει ἤ ὄχι τόν σκοπό του, ἐξαρτᾶται, τουλάχιστον κατά τό μισό, ἀπό αὐτούς πού τόν ἀποδέχονται. Ἐκτός ἐάν ἀρχίσουν καί αὐτοί νἀ ψελλίζουν ὅτι «δέν κατάλαβα», «δέν φταίω ἐγώ», «δέν ἐνημερώθηκα» κλπ.
Τό ρητορικό, βεβαίως, ἐρώτημα πού φαίνεται νά προκύπτει εἶναι: «Ἐπιθυμοῦν ἄραγε οἱ ἀποδέκτες ἕναν πολιτικό λόγο πού νά ἀνταποκρίνεται στίς προδιαγραφές ἑνός ὑψηλοῦ ἤθους;». Κι ἄν τό ἐπιθυμοῦν, θά θελήσουν ἄραγε, στήν συνέχεια, νά δικαιώσουν μέ τήν ψῆφο τους αὐτόν πού ἐκφράζει τά ἀληθινά καί ὄχι τά εὐχάριστα γιά τούς ἀκροατές; Αὐτόν πού χρησιμοποιεῖ τεκμηριωμένες ἀπόψεις καί ὄχι διαστρεβλωτικές εἰκασίες καί πού ὑποστηρίζει, τέλος, ὅσα τοῦ ὑπαγορεύει ἡ εὐθύνη καί ἡ εὐσυνειδησία του;
Στό σημεῖο αὐτό, ἀρχίζει νά διατυπώνεται σαφῶς ἡ ἀνάγκη μιᾶς ἐπι-λογῆς. Οἱ κρίνοντες, διαφωνοῦντες ἤ κατακρίνοντες τόν σύγχρονο πολιτικό λόγο, θά πρέπει νά ἀποφασίσουν ἄν θά δεχθοῦν ὅτι, οἱ ἀποδέκτες, πού πεί-θονται καί συμφωνοῦν μέ ἕναν συγκεκριμένο πολιτικό λόγο, εἶναι ἁπλῶς πα-θητικά καί δύσμοιρα θύματα ἤ, ἀντιθέτως, εἶναι συνυπεύθυνοι καί συμμέτοχοι ἑταῖροι μιᾶς συνθήκης. Ἡ ἀπάντηση πού, κατά τή γνώμη μου, πρέπει νά δεχθεῖ κατηγορηματικά τήν δεύτερη διάζευξη, τήν σ υ ν υ π ε υ θ υ ν ό τη τ α, στηρίζεται στό ὅτι, στίς ἐλεύθερες καί δημοκρατικές κοινωνίες, ὑπάρχει πάντα τό ἀδιαμφισβήτητο καί ἀποτελεσματικό ὅπλο τῆς ἐλεύθερης ψήφου. Τό δικαίωμα πού ἔχει ὁ πολίτης γιά ἐπιλογή τῶν κυβερνώντων του, τόν χρεώνει καί μέ μιά βαριά, ἀλλά ὑπέροχη συγχρόνως, ἠ θ ι κ ή ε ὐ θ ύ ν η. Τοῦ νά μήν εἶναι «ἰδιώτης» καί «ἀχρεῖος», κατά τήν ἀρχαία ἔννοια τῶν ὅρων.
Ἔχουν, συνεπῶς, οἱ πολίτες τήν θεμελιώδη ὑποχρέωση νά μήν εἶναι παθητικοί ἀποδέκτες καί χειροκροτητές τοῦ ὅποιου «ἀν-ήθικου» πολιτικοῦ λόγου. Ἔχουν ὑποχρέωση νά καλλιεργήσουν τίς ἀντιστάσεις τους ἐνάντια σέ ὅ,τι ὑποβαθμίζει τή νοημοσύνη καί τήν κρίση τους, ὅπως καί τίς ἀπαιτήσεις τῆς ἠθικῆς τους.
Δυστυχῶς, ὅμως, ὑπάρχει καί ἡ ἄλλη ὄψη τοῦ νομίσματος, αὐτή πού διατυπώνει ὁ Ἰσοκράτης ὅταν λέει πώς: «Τό ἦθος τῶν πολιτῶν ὅλων, ἐξομοι-ώνεται μέ τό ἦθος τῶν ἀρχόντων του». Κι ἐδῶ ἀκριβῶς εἶναι πού ἐλλοχεύει ὁ πραγματικός κίνδυνος. Ὁ κίνδυνος τοῦ βολέματος καί τοῦ μιμητισμοῦ, πού ἐξαχρειώνει καί τά ἤθη καί τήν ἠθική. Ἡ ἔλλειψη ἀντιδράσεως πρός ὁρισμένες ἀπαράδεκτες στάσεις ζωῆς, πού, σιγά-σιγά, μετατρέπονται σέ πρότυπα, ἀποτελεῖ πιά μιά καθημερινή πραγματικότητα. Καί χρειάζεται τώρα, πού ἡ διαφθορά καλπάζει, νά ξαναχτιστοῦν - ἀπό ὅποιους πολιτικούς τυχόν βασανίζονται ἀπό ἀγωνία γιά τό μέλλον αὐτῆς τῆς πατρίδας – οἱ σωτήριες ἀντιστάσεις, με νύχια και με δόντια.
Εἶναι ἀνάγκη νά καλλιεργηθεῖ στούς πολίτες ἡ οὐσιαστική ἐπίγνωση ὅτι κανείς δέν εἶναι κ τ ῆ μ α καί ὀ π α δ ό ς κανενός. Ὅτι ἡ κατάργηση τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, ἀπό καί ἐν ὀνόματι τῆς πολιτικῆς, ὁδηγεῖ σέ μιά κοινωνία-ζούγκλα, καί ὅτι ὁ κάθε εἴδους φανατισμός, ὑποδηλώνει πνευματική τύφλωση. Ἀκόμα, χρειάζεται ὁ κάθε πολίτης νά πιστέψει πώς πηγή τῆς ὀρθῆς κρίσης εἶναι ἡ σωστή πληροφόρηση καί ἡ ἐνεργός συμμετοχή στό κοινωνικό γίγνεσθαι, μέ καταλυτικό πάντα τόν ρόλο τῆς Παιδείας στήν εὐρύτερή της ἔννοια.
Οἱ συνειδητοποιημένοι πολίτες εἶναι αὐτοί πού θά ἀντιληφθοῦν ὅτι, αὐτοί οἱ ἴδιοι, μέ τίς δ ι κ έ ς τους ἐπιλογές, μποροῦν νά καθορίσουν τό εἶδος τοῦ πολιτικοῦ λόγου πού τούς πείθει καί τῆς ἀντίστοιχης πολιτικῆς πράξης. Κατ’ ἐπέκταση, αὐτοί θά καθορίσουν καί τήν ποιότητα τῶν πολιτικῶν πού ἐκφέρουν τόν πειστικό πολιτικό λόγο. Οἱ πολίτες ἔχουν τόν τελευταῖο λόγο καί κανείς ἄλλος δέν μπορεῖ νά τόν πεῖ γιά λογαριασμό τους. Αὐτή εἶναι καί ἡ πεμπτουσία τῆς εὐθύνης τους.
«Τόν καθρέφτη, ὅπως τόν κοιτᾶς σέ βλέπει». Ἡ σοφή παροιμία εἶναι καίρια στήν διαπίστωσή της. Ἄν, δηλαδή, μέ τήν ψῆφο τους οἱ πολίτες ἐξακο-λουθήσουν νά ἐγκρίνουν καί νά ἐπιβραβεύουν αὐτούς πού ἐκφέρουν τόν λόγο τοῦ ἐμπαιγμοῦ καί τῆς πολιτικῆς ἀπάτης, τότε τό εἴδωλο πού θά συνεχίσει νά καθρεφτίζεται στόν καθρέφτη τοῦ πολιτικοῦ «μάρκετιγκ», θά ἀποδεικνύει ὅτι, αὐτή ἀκριβῶς ἡ πολιτική συμπεριφορά εἶναι πού ταιριάζει σ’ αὐτούς τούς πολίτες. Θά ἀποδεικνύει ἀκόμη ὅτι, αὐτός ὁ ἐκμαυλιστικός πολιτικός λόγος εἶναι πού πείθει, καί, κατά συνέπεια, μέ αὐτόν τόν ἴδιο λόγο θά ἐ ξ α κ ο λ ο υ- θ ή σ ο υ ν οἱ ἐνδιαφερόμενοι ἐπίδοξοι κυβερνῆτες, κάθε βαθμίδας, νά ὑποβάλλουν τούς ἀποδέκτες του σέ μιά συστηματική πλύση ἐγκεφάλου. Μἐ ἀδιαμφισβήτητη, όμως, καί ἀσυγχώρητη τήν ἀ μ φ ί δ ρ ο μ η εὐθύνη.