Οι λαθρομετανάστες του ΜαρόκουΓράφει η
Καίτη Βασιλάκου
Το φαινόμενο της μετακίνησης φτωχών πληθυσμών προς τις πλούσιες χώρες ούτε καινούργιο είναι ούτε η σημερινή Δύση διεκδικεί αυτή την αποκλειστικότητα.
Η διαφορά όμως είναι ότι οι πολίτες στις δυτικές χώρες παρά την ανησυχία που αισθάνονται πολλές φορές και παρά τα κρούσματα ξενοφοβίας που εμφανίζονται εδώ κι εκεί, σέβονται στην πλειοψηφία τους τα ανθρώπινα δικαιώματα των μεταναστών, η δε Πολιτεία έχει θεσπίσει νόμους που προστατεύουν τη ζωή και την ακεραιότητά τους.
Δεν συμβαίνει δυστυχώς το ίδιο σε άλλες χώρες που βρίσκονται έξω από τη δυτική κουλτούρα και οι οποίες παρά το χαμηλό βιοτικό επίπεδο των πολιτών τους δέχονται λαθρομετανάστες ακόμα πιο φτωχούς.
Αυτό παραδείγματος χάριν συμβαίνει στο Μαρόκο, το οποίο έχει κατακλυσθεί από εξαθλιωμένους μετανάστες της Υποσαχάριας Αφρικής.
Μεταξύ 19 Αυγούστου και 10 Σεπτεμβρίου η μαροκινή αστυνομία έκανε αλλεπάλληλες εισβολές στις παράγκες τους που βρίσκονταν σε διάφορες πόλεις της χώρας και τις κατέστρεψε. Οι λαθρομετανάστες, ανάμεσά τους γυναίκες και παιδιά, απελάθηκαν στη «χώρα του κανενός», δηλαδή στα σύνορα μεταξύ Μαρόκου και Αλγερίας και εγκαταλείφθηκαν εκεί χωρίς τροφή και νερό. Μεταξύ των απελαθέντων υπήρχαν έγκυες γυναίκες, άνθρωποι άρρωστοι ή τραυματισμένοι, μερικοί μάλιστα από την ίδια την αστυνομία. Στη «χώρα του κανενός» έμειναν ολόκληρη τη νύχτα εκτεθειμένοι στον κίνδυνο των ληστών και των λαθρέμπορων που δρουν στην περιοχή.
Μερικοί δοκίμασαν να περάσουν στην Αλγερία, άλλοι επέστρεψαν με τα πόδια στο Μαρόκο. Όσοι επέστρεψαν, βρίσκονταν σε έσχατη ένδεια, δεν είχαν απολύτως τίποτα. Οι απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης και η παντελής έλλειψη υγιεινής επιβάρυναν ακόμα περισσότερο την υγεία τους. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα που περιέθαλψαν μερικούς από αυτούς, ανέφεραν ότι ένα ποσοστό 18% υπέφερε από δερματικές παθήσεις, ένα 10% από αναπνευστικά προβλήματα και ένα 11% από στομαχικά.
Είναι γνωστή σε όλους μας η κοινωνική αναστάτωση που προκαλείται από την ανεξέλεγκτη μετανάστευση και τη λαθρομετανάστευση. Η χώρα μας, όπως και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, δυσκολεύεται να αναχαιτίσει αυτό συνεχές ρεύμα εισροής των ξένων που εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους σε αναζήτηση καλύτερης τύχης.
Διενέξεις αναφύονται ακόμα και μεταξύ των πολιτών σχετικά με τη μεταχείριση που πρέπει να έχουν αυτοί οι άνθρωποι και άλλοι από μας είναι υπερβολικά αυστηροί, άλλοι πιο ανεκτικοί απέναντί τους.
Κανείς όμως πολιτισμένος άνθρωπος δεν μπορεί να ανεχθεί την κακοποίησή τους και την εγκατάλειψή τους σε μια έρημο χωρίς τροφή και νερό και χωρίς καμιά προοπτική εκτός ίσως από το θάνατο. Και αυτό κάνει τη διαφορά ανάμεσα στις χώρες της Δύσης και στις χώρες του υπόλοιπου κόσμου.
Η Καίτη Βασιλάκου είναι φιλόλογος και συγγραφέας.