Μακάβρια Δεξίωση περί το πτώμα Δημοκρατίας (Απάντηση στην Πρόσκληση του κ. Κ. Παπούλια)Γράφει ο
Μιχάλης Στυλιανού
Κύριε Πρόεδρε,
Την πρόσκλησή σας στην ετήσια δεξίωση για την επέτειο της αποκατάστασης της Δημοκρατίας δεχόμουν με πολλήν ευχαρίστηση στις αρχές της θητείας σας.
Η προέλευσή σας από τις τάξεις του αντιχουντικού στρατοπέδου στο εξωτερικό και το γεγονός ότι περιορίσατε τον κατάλογο των προσκλήσεων στους αγωνιστές του αντιδικτατορικού αγώνα και τους αμέσους συγγενείς των θυμάτων του φαινόταν να σηματοδοτεί μια ελπιδοφόρο αναστροφή από τον εκφυλιστικό κατήφορο των θεσμών. (Ο προκάτοχός σας περιλάμβανε και χουντικούς αποστράτους στους κοσμικούς καλεσμένους της επετειακής εσπερίδας του).
Είχα και εξ αυτού του λόγου χαιρετίσει, στην τότε αρθρογραφία μου, την επιλογή σας από τον κ. Κ. Καραμανλή και έφθασα μάλιστα να την κατατάσσω στους απαράγραπτους τίτλους της πρωθυπουργίας του -πλάι στην ενθάρρυνση του κυπριακού «Όχι» στο εθνοκτόνο Σχέδιο Ανάν, στο «όχι» που ο ίδιος αντέταξε στον Αμερικανό πρόεδρο Μπους στο Βουκουρέστι κατά της ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ και στη προσπάθεια διεύρυνσης των οριζόντων της εθνικής μας πολιτικής με το άνοιγμα προς τη Ρωσία.
Υπέρμετρη αισιοδοξία για τις προεκτάσεις της εκλογής σας με κίνησε στον ασύγγνωστο, ως αποδείχθηκε, υποβιβασμό της σημασίας του γεγονότος που σημάδεψε την έναρξη της θητείας σας: Στο λογίδριο με το οποίο σας ανήγγειλε την εκλογή σας, επισκεπτόμενη το ιδιωτικό σας γραφείο, η τότε Πρόεδρος της Βουλής κ. Ψαρούδα- Μπενάκη περιέλαβε και τη πληροφορία ότι κατά την προεδρία σας μπορεί να σημειωθεί αλλαγή των συνόρων και περιορισμός της εθνικής ανεξαρτησίας…
Το ότι εσείς δεν φρικιάσατε με αυτόν τον απαίσιο χρησμό, ότι δεν αντιδράσατε και δεν ζητήσατε δημόσιες εξηγήσεις, προτού αναλάβετε να προεδρεύσετε υπό την σκιά του, ατυχώς το παρέκαμψα, αποδίδοντας αυτή την απουσία αντίδρασής σας σε παροδική διάλειψη, υπό το κράτος ιλίγγου από την αιφνίδια εκτίναξή σας στο κορυφαίο αξίωμα.
Ο χρόνος και οι εξελίξεις δεν έπαψαν όμως να διαψεύδουν, κατά τρόπο ολοένα δριμύτερο, την αφελή εκείνη διάγνωση. Με αποκορύφωμα την δεξίωση εορτασμού της Δημοκρατίας την οποία πραγματοποιείτε και φέτος, όπως άναυδος ανακαλύπτω με την πρόσκληση που μού στείλατε.
Μα είναι δυνατόν κύριε Παπούλια να καλείτε σε εορτασμό της Δημοκρατίας, υπό τη σημερινή της κατάντια στη χώρα μας;
Η ευμενέστερη ερμηνεία που βρίσκω γι’ αυτή την απίστευτη απόφαση σας είναι ότι στο χρυσοποίκιλτο κέλυφος που σας περιβάλλει, εντός ισχυρού κλοιού σωματοφυλάκων, στη σιδηρόφρακτη Ηρώδου του Αττικού (κλειστή στη κυκλοφορία τη νύχτα και τις ημέρες διαδηλώσεων), δεν έχετε φαίνεται αντιληφθεί ότι:
Προ δεκαοκταμήνου το πολίτευμα έπεσε θύμα πολιτικής πειρατείας και υφαρπαγής δι΄εξαπατήσεως.
Η χώρα έχει διαπομπευθεί διεθνώς (από τον πρωθυπουργό και τους αυλικούς του) ως άσυλο φυγοπόνων και διεφθαρμένων, γεγονός που έχει αποθρασύνει τους τοκογλύφους «εταίρους και συμμάχους» της, με τους οποίους δεν υπήρξε άλλωστε ούτε απόπειρα, ούτε πρόθεση διαπραγμάτευσης από τους κυβερνώντες.
Ο λαός υπόκειται σε ανηλεή βομβαρδισμό προπαγάνδας οικονομικού τρόμου, συνεχώς αυτοδιαψευδόμενης αλλά και ανανεούμενης, με ατέρμονα εναλλαγή σαλπισμάτων Αρμαγεδώνα και επαγγελιών προσεχούς σωτηρίας, προκειμένου να επιτευχθεί παράλυση των αντιστάσεων σε μια πρωτοφανή επιχείρηση μαζικής φτωχοποίησης, εξαθλίωσης και εξάρθρωσης της ελληνικής κοινωνίας.
Ο Συνταγματικός Χάρτης βιάζεται βάναυσα (κατά τη μαρτυρία οικείων σας κορυφαίων συνταγματολόγων και άλλων καθηγητών του Δικαίου) μέσα σε ένα σιδηρόφρακτο Κοινοβούλιο, όπου η εθνική κυριαρχία εκχωρείται σε ξένους και οι εθνικές πηγές πλούτου και βάσεις μελλοντικής εθνικής ανόρθωσης ξεπουλιούνται κοψοχρονιάς, ενώ εμπεδώνεται ξενική κατοχή υπό καθεστώς προτεκτοράτου. Και αυτά με απλή –τσίμα-τσίμα- πλειοψηφία επαγγελματιών της πολιτικής, που, ενώπιον του φάσματος της προσωπικής ανεργίας και εξαφάνισης, ενδίδουν στους εκβιασμούς ενός κλειστού κονκλαβίου διαχειριστών της διάλυσης.
Κατά την υποτροπή αυτού του «κοινοβουλευτικού» βιασμού του πολιτεύματος, στις 15 και 29 Ιουνίου, εναντίον μεγαλειώδους ειρηνικής υπερκομματικής συγκέντρωσης διαμαρτυρίας και καταδίκης από εκατοντάδες χιλιάδες λαού εξαπολυθήκαν πρωτοφανούς αγριότητας πολεμικές επιχειρήσεις, με ενορχηστρωμένη δράση δυνάμεων κρούσεως κράτους και παρακράτους, σε ένα όργιο λυσσώδους βίας με ρόπαλα και καταπρόσωπο ρίψη τοξικών χημικών, εναντίον παιδιών και γερόντων, ανδρών και γυναικών, ακόμη και τραυματιών πεσμένων στο δάπεδο ή υπό περίθαλψη σε αυτοσχέδιους σταθμούς πρώτων βοηθειών.
Πολλές δεκάδες τραυματιών μεταφέρονταν αιμόφυρτοι στα νοσοκομεία με το μετρό, για να προστατευθούν από την λύσσα των δυνάμεων «προστασίας του πολίτη», Δημοσιογράφοι κακοποιήθηκαν άγρια και ένας εξ αυτών, που υποδείχθηκε ως στόχος χειροβομβίδας κρότου και λάμψης, διέφυγε τον θάνατο αλλά έμεινε διά βίου ανάπηρος -έχασε οριστικά την ακοή του και την επαγγελματική σταδιοδρομία του.
Το κέντρο της Αθήνας, σε περίμετρο πολλών χιλιομέτρων, εκάλυπτε επί ώρες πνιγηρό σύννεφο από τα χημικά καταστολής, στα οποία το Γενικό Χημείο του Κράτους εντόπισε και την περιβόητη ουσία C S, απαγορευμένη με διεθνείς συνθήκες και με τη Σύμβαση του Παρισιού, που είχε υπογράψει και η χώρα μας. (Η γερμανική κατοχή υπολείφτηκε σ’ αυτό της «δημοκρατίας» που προεδρεύετε.)
Αυτό το όργιο βίας καταγγέλθηκε από όλους τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας, ενώ η Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Συντακτών εκίνησε αγωγές κατά του Υπουργού «Προστασίας του Πολίτη» και των ηγετών της Αστυνομίας για «την πρωτοφανή εξευτελιστική και απάνθρωπη μεταχείριση δημοσιογράφων». Με την δημόσια έκφραση συγνώμης και την επανάληψη της λέξης ντροπή συνδικαλιστικό στέλεχος των ανδρών της Αστυνομίας υποδήλωσε την αποδοκιμασία της πλειονότητας των συναδέλφων του για την εκτροπή. Διακρινόταν άλλωστε μεταξύ των στόχων αυτής της πολεμικής επιχείρησης η δημιουργία ψυχολογικού ρήγματος μεταξύ λαού και αστυνομίας, προκειμένου να ανακοπεί και ματαιωθεί μια διαγνωσθείσα διεργασία όσμωσης, σύγκλισης και συμπαράταξης.
Τηλεοπτικά δίκτυα μετέφεραν συγκλονιστικές σκηνές αυτού του πολέμου ανά την υδρόγειο, ο Τύπος δημοσίευσε εκτενείς μαρτυρίες αυτοπτών και θυμάτων και στο διαδίκτυο παραμένουν κατατοπιστικά βίντεο για την ενημέρωσή σας.
Φοβούμαι (για λογαριασμό της άλλης πλευράς), δηλαδή διαβλέπω ότι και αυτή η χωρίς προηγούμενο από της γερμανικής κατοχής πολεμική επιχείρηση καταπτόησης και υποταγής του ελληνικού λαού στην εκχώρηση της πατρίδας του και στην υποδούλωσή του το μόνο που πέτυχε είναι να ηλεκτρίσει το
πατρογονικό ένστικτο εθνικής επιβίωσης και να οξύνει την αποφασιστικότητά του για αντίσταση και ανατροπή.
Κύριε Πρόεδρε,
Περιλαμβάνομαι στη λίστα των προσκαλουμένων στη ετήσια δεξίωσή σας προφανώς για το γεγονός ότι το 1967 αρνήθηκα να συνεχίσω τη δημοσιογραφία υπό καθεστώς χούντας και ότι στη Γαλλία, όπου αναζήτησα οικογενειακώς την προβληματική πλην ελεύθερη επιβίωση, υπό τη διεύθυνσή μου η ελληνική εκπομπή της Γαλλικής Ραδιοφωνίας αναδείχθηκε σε πομπό αδέσμευτης πληροφόρησης και μηνύματος ελευθερίας σε Ελλάδα και Κύπρο.
Θα κατανοήσετε, είμαι βέβαιος, ότι αποδοχή της πρόσκλησης σας θα σήμαινε πως θα συνεόρταζα τη «Δημοκρατία μας» (!) με τον υπουργό «Προστασίας του Πολίτη», τον Πρόεδρο των παραβιάσεων του Κανονισμού της Βουλής (και της Πολεοδομίας), τους υπουργούς αρχιτέκτονες των νόμων της εθνικής απώλειας ίσως και τον πρωθυπουργό κατάλυσης του Συντάγματος με τον συνήθη αστερισμό αυλικών, μέσα σε ένα σιδηρόφρακτο προεδρικό μέγαρο, υπό την προστασία ισχυρών δυνάμεων των ΜΑΤ για την απώθηση αγανακτισμένων δημοκρατικών πολιτών και με τους επίσημους προσκεκλημένους σας να «πολιτειολογούν» για την απειλή κατά των… θεσμών που, κατ’αυτούς, αποτελούν οι εκρήξεις λαϊκής κατακραυγής τις οποίες πυροδοτούν όπου αποτολμούν να εμφανισθούν δημοσίως.
Συμμετοχή μου σ’ αυτόν τον εορτασμό μιας οικτρής παρωδίας Δημοκρατίας - από την οποία έχει αφαιρεθεί κάθε ίχνος ουσίας, και μένουν στο ετοιμόρροπο παλκοσένικο ράκη υποκριτικής, μαδημένες περούκες, διάτρητες μάσκες και οσμή χημικών - θα αποτελούσε ύβρη στη μνήμη χαμένων συντρόφων και απάρνηση των αρχών ολόκληρου βίου.
Ως εκ των άνω, μόνο λόγοι ευπρεπείας και σεβασμού στο αξίωμά σας με αποτρέπουν να επιστρέψω την πρόσκλησή σας, αλλά σας γνωστοποιώ την άρνησή μου να ανταποκριθώ.
Με τη δέουσα τιμή