Σάββατο
27 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4968RSS FEED
Ο ενεργειακός πόλεμος και η πολιτική των αγωγών
22/12/2014
Γράφει ο Νικόλαος Λάος*


Από καθαρά επιχειρηματική οπτική γωνία, η πτώση των τιμών της ενέργειας στα τέλη του 2014 οφείλεται στο γεγονός ότι οι Σαουδάραβες προμηθεύουν τις αγορές με φθηνό πετρέλαιο, προκειμένου να πλήξουν το εμπόριο πετρελαίου από περιοχές που δεν ελέγχει ο OPEC. Αυτήν την εκτίμηση έχουν διατυπώσει, μεταξύ άλλων, και οι αναλυτές της RusEnergy. Στις ίδιες τις ΗΠΑ, οι εταιρείες σχιστολιθικών υδρογονανθράκων αντιλαμβάνονται την πτώση των τιμών του πετρελαίου ως απειλή.

Ο Νταν Ντίκερ (Dan Dicker), πρόεδρος της MercBloc Wealth Management Solutions, σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε στο Bloomberg, στις 20 Νοεμβρίου 2014, δήλωσε: «Η σχιστολιθική επανάσταση δεν λειτουργεί στα 80 δολάρια, τελεία».

Ο Ραλφ Ηντς (Ralph Eads), παγκόσμιος επικεφαλής του τομέα ενεργειακής επενδυτικής τραπεζικής της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας Jefferies LLC, δήλωσε στο Bloomberg, στις 8 Οκτωβρίου 2014, ότι «εάν οι τιμές φθάσουν στα 80 δολάρια ή χαμηλότερα, τότε θα δούμε μείωση στη δραστηριότητα των γεωτρήσεων» και τότε θα βρισκόμαστε πλέον σε «αχαρτογράφητη περιοχή». Πράγματι, στις 25 Νοεμβρίου 2014, η τιμή του πετρελαίου Brent έπεσε στα 78,33 δολάρια το βαρέλι.

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, στη διάρκεια συνέντευξης τύπου που έλαβε χώρα στο Μιλάνο, στις 17 Οκτωβρίου 2014, μετά από ξεχωριστές συναντήσεις που είχε με τον Ιταλό πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι και με τον Αυστριακό καγκελάριο Βέρνερ Φάιμαν σχετικά με τη δέκατη σύνοδο κορυφής της Συνάντησης Ασίας-Ευρώπης (ASEM), δήλωσε ότι η πτώση της τιμής του πετρελαίου θα πλήξει και τις ίδιες τις ΗΠΑ, καθιστώντας οικονομικώς ασύμφορη την εκμετάλλευση των αμερικανικών κοιτασμάτων σχιστολιθικών υδρογονανθράκων και του λεγομένου «στριμωγμένου πετρελαίου» (tight oil) και καταστρέφοντας τα σχέδια αμερικανικών εταιρειών για την πραγματοποίηση επιχειρήσεων υδραυλικής ρωγμάτωσης ή διάρρηξης (hydraulic fracturing ή fracking) στη Βόρεια Αμερική και σε άλλες περιοχές ανά τον πλανήτη.

Από την άλλη πλευρά, πέρα από την επιχειρηματική διάσταση, υπάρχει και η γεωπολιτική διάσταση. Η σαουδαραβική πολιτική φθηνού πετρελαίου, ή ακριβέστερα η πολιτική του άξονα ARAMCO, ή πετροδολαριακού άξονα Ουάσινγκτον-Ριάντ, αποσκοπεί στο να ασκήσει πίεση (εν είδη οικονομικού πολέμου) στο Εκουαδόρ, στο Ιράν, στη Ρωσία και στη Βενεζουέλα, ώστε να «περάσει» η πολιτική της Ουάσινγκτον σε μια σειρά από πολιτικά ζητήματα, όπως το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και οι κρίσεις στη Συρία και στην Ουκρανία.

Λίγο μετά από τη σύνοδο κορυφής της ASEM, την 1 Νοεμβρίου 2014, ο Ρώσος πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβέντεφ υπέγραψε διάταγμα σύμφωνα με το οποίο θα πωληθεί ρωσικό φυσικό αέριο στην Ουκρανία με έκπτωση 100 δολάρια εάν η τιμή για τα 1.000 κυβικά μέτρα φυσικού αερίου προς την Ουκρανία δεν πέσει κάτω από τα 333 δολάρια. Εάν η τιμή πέσει κάτω από τα 333 δολάρια, τότε η ρωσική έκπτωση θα διαμορφωθεί στο 30 τοις εκατό της τιμής. Ενώ αυτή η διαδικασία συμφωνίας ήταν σε εξέλιξη και ο Ουκρανός πρόεδρος Πέτρο Ποροσένκο επεξεργαζόταν την επανεκίνηση της ροής ρωσικού φυσικού αερίου στην Ουκρανία, ο Ουκρανός πρωθυπουργός Αρσένιι Γιατσένιουκ ενέκρινε την κατασκευή ενός νέου αγωγού φυσικού αερίου από την την Πολωνία, με σκοπό να αποδεσμεύσει ενεργειακά την Ουκρανία από τη Ρωσία και να προσδέσει ενεργειακά την Ουκρανία στην Πολωνία μέχρι το 2016.

Ο Γιατσένιουκ παρουσίασε το σχέδιό του για την κατασκευή αγωγού φυσικού αερίου Ουκρανίας-Πολωνίας σαν μια πρωτοβουλία για την προμήθεια ενέργειας από χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην πραγματικότητα όμως εξυπηρετεί τη γεωστρατηγική της Ουάσινγκτον σε βάρος της Ρωσίας και τα συμφέροντα των δυτικών πολυεθνικών εταιρειών ενέργειας Chevron, ConocoPhillips, ExxonMobil και Marathon Oil, οι οποίες έχουν τεράστια συμφέροντα από συμβόλαια εκμετάλλευσης των

Παράλληλα, η Ουάσιγκτον έχει λάβει μέτρα για να περιφρουρήσει τον έλεγχό της επί των καναδικών σχιστολιθικών υδρογονανθράκων, που είναι από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα παγκοσμίως. Ο καναδικός κλάδος ενέργειας ενσωματώνεται όλο και περισσότερο μέσα στο ενεργειακό σύστημα της Ουάσινγκτον. Οι ΗΠΑ σχεδιάζουν μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις εκμετάλλευσης κοιτασμάτων σχιστολιθικών υδρογονανθράκων στη Βόρεια Αμερική το 2015 και το 2016.

Ο τρέχον πετρελαϊκός πόλεμος τιμών που έχουν εξαπολύσει η Ουάσινγκτον και το Ριάντ οφείλεται στο γεγονός ότι, όπως έχουν μέχρι σήμερα τα δεδομένα, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να ανταγωνιστούν εντίμως τη Ρωσία στον κλάδο της ενέργειας. Τα αμερικανικά προϊόντα ενέργειας που βασίζονται σε σχιστολιθικούς υδρογονάνθρακες είναι πολύ ακριβότερα από την ενέργεια που προσφέρει η Ρωσία. Γι’ αυτό η Ουάσιγκτον αποφάσισε να πυροδοτήσει την αστάθεια, αφενός δημιουργώντας εντάσεις στην Ευρώπη σε βάρος της Ρωσίας, αφετέρου πιέζοντας για την επιβολή κυρώσεων σε βάρος της ρωσικής ενέργειας.

Παρεμπιπτόντως, αξίζει να επισημάνουμε ότι, όπως φαίνεται από όλα αυτά τα δεδομένα, η θεωρία περί ελεύθερης αγοράς και ελεύθερου ανταγωνισμού είναι μια ρητορεία που χρησιμοποιούν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους μόνο για λόγους προπαγάνδας, ενώ στην πράξη ουδόλως ισχύει. Επίσης, στο πλαίσιο της υπονόμευσης των ρωσικών ενεργειακών δεσμών με την ΕΕ και την Ουκρανία, η Ουάσινγκτον υποδαυλίζει την κατάρρευση των Συμφωνιών του Μινσκ, δηλαδή τη συνθήκη ειρήνης μεταξύ του Κιέβου και των αυτονομιστικών κοινοτήτων της Ανατολικής Ουκρανίας. Ο σκοπός των ΗΠΑ είναι να εξασθενίσουν οικονομικώς τόσο τη Ρωσία, που επισήμως είναι ανταγωνιστής τους, όσο και την ΕΕ, που είναι συμμαχική δύναμη προς τις ΗΠΑ, προκειμένου να διασφαλιστεί η παγκόσμια κυριαρχία του καθεστώτος του πετροδολαρίου. Με άλλα λόγια, ενεργειακή πολιτική, νομισματική/χρηματοοικονομική πολιτική και πολιτική εθνικής/διεθνούς ασφάλειας συγχωνεύονται σε ενιαίο πεδίο.

H Ρωσία αντιδρά στον ενεργειακό και νομισματικό πόλεμο μέσω σχετικών πρωτοβουλιών των BRICS και της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης. Η Νέα Τράπεζα Ανάπτυξης (New Development Bank), NDB, γνωστή προηγουμένως ως BRICS Development Bank ‒ως εναλλακτική επιλογή και ανταπάντηση προς την ελεγχόμενη από τις ΗΠΑ Παγκόσμια Τράπεζα και προς το επίσης ελεγχόμενο από τις ΗΠΑ Διεθνές Νομισματικό Ταμείο‒ επενδύει σε αναπτυξιακά προγράμματα υποδομών και σε προγράμματα βιώσιμης ανάπτυξης (sustainable development) σε παγκόσμια κλίμακα. Επιπλέον, στο πλαίσιο των BRICS, υπάρχει και η συμφωνία δημιουργίας μιας δεξαμενής συναλλαγματικών αποθεμάτων ύψους 100 δις δολαρίων. Αυτή η συμφωνία ονομάζεται Contingent Reserve Arrangement (CRA) και έχει περιγραφεί από τον Ρώσο υπουργό Οικονομικών Αντόν Σιλουάνοφ (Anton Siluanov) ως «ένα είδος μίνι-ΔΝΤ». Στη δημιουργία αυτής της δεξαμενής συναλλαγματικών αποθεμάτων των BRICS, που αποτελεί έναν μηχανισμό αντίστοιχο προς εκείνον του ΔΝΤ για τις χώρες BRICS, συνεισέφεραν: η Κίνα 41 δις δολάρια, η Βραζιλία, η Ινδία και η Ρωσία από 18 δις δολάρια η κάθε μια και η Νότια Αφρική  5 δις δολάρια.

Επιπλέον, η Ρωσία προωθεί και ένα σχέδιο οικονομικής ενοποίησης του πρώην σοβιετικού χώρου και άλλων ευρωπαϊκών και ασιατικών περιοχών ως εναλλακτική επιλογή προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρόκειται για την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (Eurasian Economic Union, EaEU). Αυτή η ιδέα βασίζεται στο πρότυπο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ), αλλά, σε αντιδιαστολή προς την Ευρωζώνη, η Ευρασιατική Οικονομική Κοινότητα αφήνει στα κράτη μέλη της σημαντικούς βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση εθνικής οικονομικής πολιτικής.

Στις 29 Μαΐου 2014, οι πρόεδροι της Ρωσίας, του Καζακστάν και της Λευκορωσίας συναντήθηκαν στην πρωτεύουσα του Καζακστάν, Αστάνα, και επισφράγησαν επισήμως τη συμφωνία τους για την ολοκλήρωση της δημιουργίας της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2015. Στις 10 Οκτωβρίου 2014, η πρωτεύουσα Μινσκ της Λευκορωσίας φιλοξένησε την τελευταία συνεδρίαση της Ευρασιατικής Οικονομικής Κοινότητας, εφόσον, στις 29 Μαΐου 2014, στην Αστάνα, οι πρόεδροι της Ρωσίας, του Καζακστάν και της Λευκορωσίας συμφώνησαν τη μετατροπή και τη μετωνομασία της Ευρασιατικής Οικονομικής Κοινότητας σε Ευρασιατική Οικονομική Ένωση.

Στη σύνοδο κορυφής των ηγετών των κρατών‐μελών της Ευρασιατικής Οικονομικής Κοινότητας στο Μινσκ, στις 10 Οκτωβρίου 2014, ο πρόεδρος της Λευκορωσίας, Αλεξάντερ Λουκασένκο δήλωσε σχετικά: «Σήμερα πραγματοποιούμε τη συνάντησή μας γνωρίζοντας ότι η Ευρασιατική Οικονομική Ένωση έχει de facto κατοχυρώσει τη θέση της στην παγκόσμια οικονομική και ακόμη και στην πολιτική ατζέντα. Πρόκειται να ολοκληρώσουμε τη διαμόρφωση της μεγαλύτερης κοινής αγοράς στην Ευρασία de jure. Η Λευκορωσία, το Καζακστάν και η Ρωσία έχουν πληροφορήσει τη διεθνή κοινότητα για τη σχεδόν ταυτόχρονη επικύρωση από τα κοινοβούλια της συνθήκης ένωσής μας, η οποία θα τεθεί σε ισχύ από 1η Ιανουαρίου 2015. Ένα νέο ισχυρό οικονομικό κέντρο εμφανίζεται στον παγκόσμιο χάρτη».

Ο πόλεμος των ενεργειακών αγωγών

Το έργο του υποθαλάσσιου αγωγού φυσικού αερίου του Ευξείνου Πόντου που θα παρακάμπτει την Ουκρανία ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2007, παραμονές του πολέμου φυσικού αερίου που ξεκίνησε το Κίεβο εναντίον της Μόσχας. Παράλληλα προς τον υπεράκτιο αγωγό North Stream στη Βαλτική Θάλασσα, ο αγωγός South Stream θα παρέκαμπτε την πολιτικώς ασταθή Ουκρανία  για να εξασφαλίζει τακτικές προμήθειες ενέργειας στη Βουλγαρία, τη Σερβία, την Ουγγαρία, την Κροατία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία, την Αυστρία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Η σχεδιασμένη ικανότητα του αγωγού South Stream, αξίας 16 δις δολαρίων, ήταν 63 δις κυβικά μέτρα.

Οι ΗΠΑ αντιτάχθηκαν έντονα στο σχέδιο του South Stream. Τον Ιούλιο του 2009, η Βουλγαρία αποχώρησε από τον South Stream χάριν του υποστηριζόμενου από τις ΗΠΑ αγωγού Nabucco, ο οποίος συνδέει ενεργειακά την Ευρώπη με το Αζερμπαϊτζάν και τα ιρανικά κοιτάσματα φυσικού αερίου στο Νότιο Παρς (ωστόσο, το 2010, η Σόφια επανήλθε στο σχέδιο του South Stream). Τον Ιανουάριο του 2011, ο Γκιούντερ Έτινγκερ (Günther Oettinger), Επίτροπος της ΕΕ για την Ενέργεια, κάλεσε τα κράτη-μέλη της ΕΕ να εμποδίσουν τη Ρωσία από το να κατασκευάσει τον South Stream και να την επαναφέρουν στην ενεργειακή οδό μέσω Ουκρανίας. Τον Απρίλιο του 2014, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπό την επιρροή των ΗΠΑ, υιοθέτησε ψήφισμα εναντίον του αγωγού South Stream. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάλεσε τα κράτη που εμπλέκονται στον South Stream να εγκαταλείψουν το σχέδιο, παρ’ ότι είχαν ήδη δαπανηθεί πολύ μεγάλα χρηματικά ποσά για την κατασκευή του εν λόγω δικτύου μέχρι τότε.

Μετά τις ανωτέρω επιχειρήσεις υπονόμευσης και κατάρρευσης του σχεδίου South Stream εκ μέρους του ευρωατλαντικού κατεστημένου, η Ρωσία υπέγραψε συμφωνία με την Τουρκία για την επέκταση του υπεράκτιου αγωγού Blue Stream, ο οποίος θα έχει πλέον ικανότητα 63 δις κυβικών μέτρων, όση δηλαδή θα είχε και ο South Stream. Περίπου 16 δις κυβικά μέτρα θα πηγαίνουν στην Τουρκία, ενώ τα υπόλοιπα θα προορίζονται για την Ευρώπη.

Στο πεδίο του πολέμου των ενεργειακών αγωγών, η συμφωνία Ρωσίας-Τουρκίας της 1 Δεκεμβρίου 2014 για την επέκταση του αγωγού Blue Stream «σκοτώνει» δύο σχέδια αγωγών τα οποία υποστηρίζουν η Ουάσινγκτον και οι Βρυξέλλες, δηλαδή τους αγωγούς Nabucco, που έκλεισε το 2013, και TANAP (Trans Anatolian Natural Gas Pipeline), που είναι ένας αγωγός φυσικού αερίου από το Αχερμπαϊτζάν, μέσω Τουρκίας, προς Ευρώπη. Επίσης, ο αγωγός Blue Stream μπορεί να επεκταθεί περαιτέρω ώστε να διοχετεύει και ιρανικό φυσικό αέριο και ισραηλινό φυσικό αέριο (κοίτασμα Λεβιάθαν) προς την Ευρώπη. Μέσω του αγωγού Blue Stream, η Ρωσία θα συνεχίσει να προμηθεύει με ρωσικό φυσικό αέριο την Ευρώπη, όπως γινόταν μέχρι τώρα, ενώ ανταπαντά δυναμικά στην υπονόμευση που υπέστη ο αγωγός South Stream από την Ουάσινγκτον και τους Ευρωπαίους συμμάχους της.

Κατόπιν των ανωτέρω εξελίξεων, από τις χώρες διέλευσης του South Stream, ο μεγαλύτερος χαμένος είναι η Βουλγαρία. Επίσης έντονα οικονομικά πλήγματα υφίστανται η Σερβία και η Ουγγαρία. Ωστόσο, το κομμάτι Ιταλίας-Ελλάδας του σχεδίου South Stream παραμένει σχεδόν ανεπηρέαστο και υπό το νέο σχέδιο για τον Blue Stream. Επίσης, η συμφωνία Ρωσίας-Τουρκίας για τον αγωγό Blue Stream προβλέπει την κατασκευή κόμβου φυσικού αερίου κοντά στα ελληνικά σύνορα με έναν βραχίονα να εκτείνεται στην Ευρώπη. Για να ενισχυθούν οι μακροπρόθεσμες προμήθειες του Blue Stream, προβλέπετει και η δημιουργία ενός κόμβου εισροών μέσω του οποίου θα εισέρχεται στον Blue Stream φυσικό αέριο, εκτός από τη Ρωσία, από το Αζερμπαϊτζάν και από το Ιράν.

*Εταίρος της R‐Techno private intelligence company

http://www.omegapress.gr/analyseis/304-2014-12-05-13-34-45