Στις 24 Μαρτίου, το κυπριακό υπουργείο Ενέργειας προχώρησε στην προκήρυξη του τρίτου γύρου αδειοδότησης για υδρογονάνθρακες στην κυπριακή ΑΟΖ, προκειμένου να δοθούν άδειες για έρευνα και εκμετάλλευση τριών τεμαχίων, συγκεκριμένα των 6, 8 και 10.
Πρόκειται για τα τεμάχια που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, μετά την ανακάλυψη του «Ζοr» στην ΑΟΖ της Αιγύπτου και τη νέα γεωλογική ερμηνεία σε σχέση με τα κοιτάσματα, που συνδέονται με τη δημιουργία του υποθαλάσσιου όρους του «Ερατοσθένη».
Δυο μέρες αργότερα, στις 26 Μαρτίου, το τουρκικό υπουργείο των Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση ισχυριζόμενο ότι μέρος του οικοπέδου 6 βρίσκεται εντός της τουρκικής υφαλοκρηπίδας και προειδοποιώντας ότι «η Τουρκία θα λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να προστατεύσει τα δικαιώματα και τα συμφέροντά της στην υφαλοκρηπίδα της».
Όπως αναφέρεται, «στο παρόν στάδιο που έχουν φτάσει σε μια κρίσιμη φάση οι διαπραγματεύσεις για επίτευξη περιεκτικής λύσης με στόχο την ίδρυση ενός νέου συνεταιρισμού στην Κύπρο, η απόφαση της ελληνοκυπριακής διοίκησης για διαγωνισμό, από τη μια παραβλέπει τα ίσα και αδιαχώριστα δικαιώματα και συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων επί των φυσικών πόρων του νησιού και από την άλλη παραβιάζει τα δικαιώματα της χώρας μας τα οποία πηγάζουν από την υφαλοκρηπίδα της περιοχής».
Η Άγκυρα προειδοποίησε επίσης ότι «δεν θα επιτρέψει ούτε και τώρα σε ξένες εταιρείες να δραστηριοποιηθούν στον τομέα των υδρογονανθράκων χωρίς άδεια σε πεδία της θαλάσσιας αρμοδιότητάς της και θα λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να προστατεύσει τα δικαιώματα και τα συμφέροντά της στην υφαλοκρηπίδα».
Η Λευκωσία απάντησε πως «η Κυπριακή Δημοκρατία, κράτος-μέλος των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ασκεί, όπως κάθε άλλο κράτος της διεθνούς κοινότητας, όλα τα κυριαρχικά της δικαιώματα που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο επί του εδάφους και της θάλασσάς της, συμπεριλαμβανομένων των κυριαρχικών δικαιωμάτων επί της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης/ Υφαλοκρηπίδας της, όπως διασφαλίζονται από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (1982) την οποία η Κυπριακή Δημοκρατία έχει επικυρώσει από το 1988», προσθέτοντας ότι «είναι αποφασισμένη να προχωρήσει στην εκμετάλλευση του φυσικού της πλούτου, ιδιαίτερα σε σχέση με τους υδρογονάνθρακες, για την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία ολόκληρου του λαού της, χωρίς διακρίσεις».
Είναι γνωστό ότι τα τελευταία χρόνια η Τουρκία απειλεί, παρεμποδίζει τις έρευνες της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ της, παρενοχλεί τα πλοία των ξένων εταιριών που δραστηριοποιούνται στην περιοχή, εκδίδει NAVTEX, δεσμεύει περιοχές, στέλνει το ερευνητικό «Μπαρμπαρός».
Τα προηγούμενα χρόνια η Κύπρος δεν είχε να αντιμετωπίσει μόνο τις τουρκικές απειλές και παρενοχλήσεις, αλλά και να εφαρμόσει το δικό της μνημόνιο.
Τα κατάφερε και τα δύο: Και συνέχισε τις έρευνες για υδρογονάνθρακες και προκηρύσσει νέους διαγωνισμούς και βγήκε από το μνημόνιο.
Την ίδια περίοδο, η Ελλάδα δεν κατάφερε τίποτε από όλα αυτά – το αντίθετο!
Διότι η Ελλάδα είχε την ατυχία (που εξελίχθηκε σε απρονοησία) να έχει τον ΣΥΡΙΖΑ πρώτα ως αξιωματική αντιπολίτευση και μετά ως κυβέρνηση.
Ως αξιωματική αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ καταδίκαζε κάθε ενέργεια προς την κατεύθυνση εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων, υποστηρίζοντας πως κάθε συζήτηση επί του θέματος αποτελούσε προπαγάνδα για να «περνάνε τα μνημόνια».
Κι’ όταν τον Φεβρουάριο του 2013 η Ελλάδα προχώρησε σε ρηματική διακοίνωση προς τον ΟΗΕ με την οποία κατοχυρώνονταν οι ελληνικές θέσεις, με δεδομένη την άδεια που είχε εκδώσει η Άγκυρα για έρευνες σε περιοχές ελληνικής υφαλοκρηπίδας νότια της Ρόδου, με το ελληνικό υπουργείο των Εξωτερικών να διατυπώνει σαφείς θέσεις οι οποίες στηρίζονται στη διεθνή σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας που έχουν κυρώσει 162 χώρες μέλη του ΟΗΕ, στις οποίες δεν περιλαμβάνεται η Τουρκία, ο ΣΥΡΙΖΑ εξέδωσε ανακοίνωση κατηγορώντας την κυβέρνηση για… καθυστερημένη αντίδραση!
Στο μεταξύ, συνέχιζαν να υποστηρίζουν πως ερχόμενοι στην κυβέρνηση θα προσανατόλιζαν τη χώρα προς έναν «δημοκρατικό ενεργειακό σχεδιασμό» - προφανώς αλά Βραζιλία και Βενεζουέλα – «πάντα βέβαια», όπως έλεγαν «μετά από ουσιαστικό, δημοκρατικό διάλογο με τις τοπικές κοινωνίες»!
Μάλιστα, τον Φεβρουάριο του 2014, όταν έγινε γνωστό ότι η χώρα μας μπορεί να αποβλέπει σε έσοδα 150 δις ευρώ από τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ξεσπαθώσει, μιλώντας για «νέο αδιέξοδο success story».
Τον Σεπτέμβριο του 2014, καταψήφισαν τις συμβάσεις για έρευνα και εξόρυξη, καταγγέλλοντας και μιλώντας περί εργολάβων, πολυεθνικών, αποικιοκρατικών συμβάσεων, δώρων στις «επτά αδελφές», παράδοσης του ορυκτού πλούτου σε μια χούφτα ομίλους, κάνοντας λόγο για «προϊόντα εγωκεντρικού ψευδοπατριωτικού παραληρήματος και έντονου μικροπολιτικού και αποπροσανατολιστικού λαϊκισμού».
Μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, στο τιμόνι της προσπάθειας βρέθηκε ακριβώς ο άνθρωπος που είχε αυτές τις απόψεις (δηλαδή ο κ. Λαφαζάνης, τον οποίο είχε επιλέξει ο κ. Τσίπρας).
Και άρχισε να μας μιλά για «μια νέα ενεργειακή στρατηγική με σαφές προοδευτικό πρόσημο», για ανάπτυξη «μιας ανεξάρτητης, πολυεπίπεδης και πολυδιάστατης ενεργειακής στρατηγικής πολλαπλών δεσμών και συνεργασιών χωρίς μονομερείς εξαρτήσεις και τεσσάρων οριζόντων», με γνώμονα το «λαϊκό συμφέρον», για την ανάγκη η χώρα να πάψει να είναι «εξαρτημένος ενεργειακός δορυφόρος ορισμένων ηγεμονικών κρατών ή ομάδων κρατών, για «εξαρτημένο τροϊκανό οικονομικό προτεκτοράτο» και για «ενεργειακή μπανανία».
Μετά μας είπε πως οι διαγωνισμοί στις τρεις χερσαίες περιοχές θα προχωρούσαν κανονικά και για τους υπόλοιπους (για τα είκοσι θαλάσσια οικόπεδα) θα ακολουθούσε διαφορετική πρακτική – το αποτέλεσμα ήταν να ανακρούσουν πρύμναν όλες οι ξένες εταιρίες, ακόμη και η ENEL, που πρώτη είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον.
Αποτέλεσμα: Η Κύπρος βγήκε από το μνημόνιο και συνεχίζει τις έρευνες για εκμετάλλευση της ΑΟΖ της παρά τις τουρκικές απειλές και η Ελλάδα καρκινοβατεί και στα δύο, υπογράφοντας αμφισβητούμενες συμφωνίες με την Τουρκία…