Αναστολή πλειστηριασμών: Το θέμα είναι εθνικό και όχι οικονομικό 05/08/2013
Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι πως η συζήτηση για την απελευθέρωση πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ.
Αν ήταν οικονομική, τότε θα μπορούσαν να ακουστούν και να συζητηθούν επιχειρήματα περί συσσώρευσης δανείων και κινδύνου να συμβεί και στην Ελλάδα ό,τι και πριν από μερικά χρόνια στις ΗΠΑ, δηλαδή η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων.
Η συζήτηση δεν περιορίζεται επίσης στο δικαίωμα στην ιδιοκτησία ή στην ασφάλεια που παρέχει η εξασφάλιση «ενός κεραμιδιού πάνω από το κεφάλι μας».
Η συζήτηση είναι ΕΘΝΙΚΟΥ περιεχομένου.
Σχετίζεται κατά την άποψή μου, με τον κίνδυνο να ξεσπάσει στη χώρα ένας ακόμη εμφύλιος πόλεμος.
Διότι δεν υπάρχει αμφιβολία πως όποιοι βρεθούν σε απόγνωση, βλέποντας να βγαίνει στο σφυρί το μοναδικό τους σπίτι, θα αρπάξουν τις καραμπίνες!
Επομένως, είναι προτιμότερο να καταρρεύσει η αγορά ακινήτων – εκτός κι’ αν οι «εγκέφαλοι» περί τα οικονομικά μπουν στον κόπο να σκεφθούν κάτι καλύτερο, ώστε και να μην καταρρεύσει η αγορά και να μην ζήσουμε έναν ακόμη εμφύλιο.
Το 2004, η κυβέρνηση Καραμανλή προχώρησε σε σειρά ρυθμίσεων για τα δάνεια, με σκοπό την ελάφρυνση των δανειοληπτών από τα υπέρογκα πανωτόκια.
Σύμφωνα με εκείνες τις ρυθμίσεις, η ανώτατη οφειλή δεν μπορούσε να είναι υψηλότερη από το τριπλάσιο του αρχικού δανειακού κεφαλαίου (αυτό ίσχυσε και για τα νέα δάνεια) και για τους αγρότες δεν μπορούσε να είναι υψηλότερη από το διπλάσιο του αρχικού δανειακού κεφαλαίου – και για τα προ του 1990 αγροτικά δάνεια στο 1,5.
Παράλληλα, είχαν ανασταλεί οι πλειστηριασμοί ως το τέλος του 2004 – και έκτοτε αυτή η αναστολή επιβάλλεται κάθε χρόνο με νομοθετική ρύθμιση.
Από τη ρύθμιση εξαιρούνταν δάνεια άνω των 2,2 εκ ευρώ, αλλά και πάλι οι πλειστηριασμοί είχαν ανασταλεί και γι’ αυτά, ενώ οι τράπεζες που δεν δέχονταν να προχωρήσουν σε ρυθμίσεις δεν είχαν δικαίωμα να προβούν σε κανέναν πλειστηριασμό.
Πριν από το 2004 είχε καταβληθεί ανεπιτυχής προσπάθεια ρύθμισης του μεγάλου αυτού κοινωνικού προβλήματος.
Έτσι, ο νόμος του 1998 είχε λειτουργήσει προς όφελος των τραπεζών, επειδή ως αφετηριακό κεφάλαιο δε λαμβανόταν το αρχικό δάνειο, αλλά το ποσό που είχε δημιουργηθεί κατά τη στιγμή της καταγγελίας της σύμβασης (κεφάλαιο, νόμιμοι τόκοι και πανωτόκια) με αποτέλεσμα να προκύπτουν τεράστια ποσά που πολλαπλασιάζονται επί δύο, επί τρία και επί τέσσερα.
Με το νόμο του 2001 και πάλι ευνοήθηκε το τραπεζικό σύστημα, καθώς ως αρχική βάση υπολογισμού ελήφθη το αρχικό κεφάλαιο προσαυξημένο κατά 50% και ακολουθούσε πολλαπλασιασμός επί 2, 3 ή 4 ανάλογα με το χρόνο λήψης του δανείου. (Για δάνεια που καταγγέλθηκαν πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1985 τετραπλασιασμός, μέχρι 31 Δεκεμβρίου1990 τριπλασιασμός και μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2000 διπλασιασμός).
Το Φθινόπωρο του 2005, με τροπολογία που είχε εσπευσμένα κατατεθεί στη Βουλή, οι πλειστηριασμοί είχαν ανασταλεί μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου 2006.
Η νομοθετική απαγόρευση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας συνεχίστηκε, ενώ τον Μάιο του 2007 οι κατασχέσεις είχαν ήδη φθάσει σε ύψη – ρεκόρ (σημειώστε ότι η κατάσχεση επιτρέπεται ώστε να καθίσταται σαφές ότι ο δανειστής ή το Δημόσιο δεν παραιτείται από το δικαίωμά του, αλλά αυτή μένει στα χαρτιά όταν πρόκειται για πρώτη κατοικία).
Στο μεταξύ, ήδη από το 2007 διπλασιάστηκαν οι αποφάσεις για πλειστηριασμούς ακινήτων (όχι πρώτης κατοικίας), φθάνοντας τους 3.229, κατά τον τότε Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, τους 5.000 κατά την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών – οπότε μπορούμε να φανταστούμε τι θα είχε ήδη συμβεί αν η δυνατότητα για πλειστηριασμό παρεχόταν και στην περίπτωση της πρώτης κατοικίας.
Εκείνη τη χρονιά είχαν πλειστηριαστεί και πάνω από 20.000 οχήματα, ενώ είχαμε πληροφορηθεί ότι το 70% των κατασχέσεων αφορούσε σε διεκδικήσεις τραπεζών και το 30% σε διεκδικήσεις ιδιωτών και του Δημοσίου.
Η Παγκόσμια Κρίση Το 2008 ήταν η χρονιά της διεθνούς οικονομικής κρίσης.
Η τότε κυβέρνηση (Καραμανλή) ψήφισε νόμο βάσει του οποίου δεν επιτρεπόταν ο πλειστηριασμός της μοναδικής κατοικίας για οφειλή μέχρι 20.000 ευρώ, απαγορεύθηκαν οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας για οφειλές από καταναλωτικά δάνεια μέχρι 20.000 ευρώ, έγινε υποχρεωτική η διεξαγωγή των πλειστηριασμών κινητών και ακινήτων στα Ειρηνοδικεία με γραπτές, σφραγισμένες προσφορές κατά την έναρξη του πλειστηριασμού, ενώ μισθοί και συντάξεις μέχρι 1.000 ευρώ δεν κατάσχονταν για χρέη προς το Δημόσιο.
Στο πρώτο εννεάμηνο του 2008 είχαν βγει στο σφυρί πάνω από 3.500 ακίνητα ιδιωτών ή επιχειρηματιών.
Μπορούμε να φανταστούμε τι θα είχε γίνει (όταν τα χρέη προς τις τράπεζες είχαν ήδη ξεπεράσει τα 80 δις), σε περίπτωση που η (τρισκατάρατη) κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν είχε ψηφίσει τον συγκεκριμένο νόμο;
Πολύ περισσότερο που τον Ιούνιο του 2008 υπήρξαν καταγγελίες και δημοσιεύματα σύμφωνα με τα οποία οι τράπεζες έβγαζαν «στα κρυφά»
στο σφυρί ακίνητα για οφειλές από 1.800 ευρώ, αν και τα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα έβαζαν ως όριο τα 10.000 ευρώ και ως όρους την ανάγκη να μην έχει εγγραφεί με τη βούληση του οφειλέτη προσημείωση ή υποθήκη υπέρ της τράπεζας, ο οφειλέτης να ήταν σε θέση να αποδείξει ότι βρίσκεται σε οικονομική αδυναμία και να έχει ασκηθεί από τον οφειλέτη αίτηση ανακοπής του πλειστηριασμού σε διάστημα 15 ημερών από την ημέρα έκδοσης της διαταγής πληρωμής.
Τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο του 2008, μέσα σε ένα δίμηνο δηλαδή, ο αριθμός των πλειστηριασμών έφθασε τους 4.855 – δηλαδή περισσότεροι από όσους είχαν γίνει στο προηγούμενο εννεάμηνο.
Τότε, τον Νοέμβριο του 2008, επί (τρισκατάρατης) Νέας Δημοκρατίας, η Εθνική Τράπεζα αποφάσισε πάγωμα πλειστηριασμών και δόσεων, καθώς και αναστολή για έξι μήνες των κατασχέσεων και περίοδο χάριτος δώδεκα μηνών για τους ανέργους που είχαν λάβει στεγαστικά δάνεια.
Εκείνη την περίοδο βρισκόταν σε εξέλιξη η διελκυστίνδα με τις τράπεζες σχετικά με το αν θα δέχονταν τη στήριξη με το πακέτο των 28 δις.
Τους έδιναν χρήματα και δεν τα έπαιρναν – και τελικώς τα πήραν ανόρεχτα και με παρακάλια.
Γιατί;
Μα επειδή μέσα στους όρους της (τρισκατάρατης) κυβέρνησης Καραμανλή, ήταν η αναστολή πλειστηριασμών ή κατάσχεση ακινήτου που αφορούσε σε στεγαστικό δάνειο πρώτης κατοικίας μέχρι 300.000 ευρώ, αναστολή των δόσεων στα στεγαστικά δάνεια για ανέργους ως το τέλος του 2009, περιορισμένη μείωση επιτοκίων σε επιχειρηματικά δάνεια, καταναλωτικά και πιστωτικές κάρτες, διάθεση επιπλέον κεφαλαίων για τη χορήγηση δανείων προς επιχειρήσεις και μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και του ΤΕΜΠΕ.
Μετά, ήλθε η κυβέρνηση του «λεφτά υπάρχουν».
Και ο τότε υπουργός Οικονομικών άρχισε μια προπαγάνδα, απειλώντας με κατασχέσεις και πλειστηριασμούς της ακίνητης περιουσίας 26.165 φορολογούμενων που συνολικά χρωστούσαν στην Εφορία πάνω από μισό δις και είχαν στην κατοχή τους 103.290 ακίνητα αξίας πάνω από 5 δις ευρώ.
Τον Αύγουστο του 2010 πληροφορηθήκαμε ότι κατασχέθηκαν οκτώ βίλες σε Μύκονο και Σαντορίνη.
Λίγο πριν, στις 28 Ιουλίου 2010, είχε ψηφιστεί ο νόμος Κατσέλη για την ανακούφιση των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, αλλά και την απαγόρευση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας έως τις αρχές Φεβρουαρίου 2011 για χρέη προς τράπεζες και ιδιώτες, εφ' όσον η αξία της κατοικίας δεν υπερέβαινε το αφορολόγητο όριο απόκτησής τους προσαυξημένο κατά 50%.
Έκτοτε, πορευόμαστε με τον ίδιο πάνω-κάτω τρόπο – και πάντως απαγορεύεται ο πλειστηριασμός της πρώτης κατοικίας.
Μετεκλογικές «φήμες» Μάλιστα, μετά τις εκλογές του 2012 και τον σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης, είχαμε τις ίδιες φήμες και το υπουργείο των Οικονομικών είχε επισήμως διαψεύσει ότι η τρόικα πίεζε για άρση της απαγόρευσης πλειστηριασμών:
«Ουδέποτε τέθηκε ή συζητήθηκε το συγκεκριμένο θέμα», ξεκαθάρισε με ανακοίνωσή του, τον Αύγουστο του 2012, το ΥΠΟΙΚ.
Τον Νοέμβριο του 2012, δόθηκε στη δημοσιότητα κείμενο «Προγράμματος διευκόλυνσης για ενυπόθηκες απαιτήσεις»:
Αφορούσε μισθωτούς και συνταξιούχους ιδιωτικού και δημοσίου τομέα καθώς και όσους έχουν τεκμαιρόμενη σχέση εξαρτημένης εργασίας (η δραστηριότητά τους παρέχεται αποκλειστικά σε ένα νομικό πρόσωπο) με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα έως 25.000 ευρώ και εφόσον αυτό έχει μειωθεί περισσότερο από 35% από 01.01.2010.
Επιπλέον αφορούσε σε ανέργους, πάσχοντες από βαριά ασθένεια ή/και μόνιμη αναπηρία και πολύτεκνους.
Τα δάνεια που υπάγονταν αφορούσαν μόνο στην κύρια κατοικία του δανειολήπτη με αντικειμενική αξία έως 180.000 ευρώ (200.000 ευρώ για πολύτεκνους).
Χορηγείτο περίοδος χάριτος 4 ετών με επανεξέταση στα 2 έτη, κατά τη διάρκεια της οποίας ο δανειολήπτης καταβάλλει μόνο τόκους (τοκοπληρωμή) οι οποίοι υπολογίζονται με σταθερό επιτόκιο 1,5%.
Εάν το ποσό της ως άνω τοκοπληρωμής υπερβαίνει το 30% του φορολογητέου εισοδήματος, η μηνιαία καταβολή περιορίζεται στο ύψος αυτό.
Σε περίπτωση μηδενικών εισοδημάτων, προβλέπεται η δυνατότητα μηδενικών καταβολών.
Η συμβατική διάρκεια του δανείου παρατείνεται ισόχρονα με την περίοδο χάριτος και η εξόφλησή του μετά το πέρας αυτής συνεχίζεται με τους όρους της αρχικής σύμβασης.
Παράλληλα, παρατάθηκε η αναστολή πλειστηριασμών έως την 31 Δεκεμβρίου 2013, ενώ για τον Τειρεσία προβλέφθηκε βελτίωση του υφιστάμενου πλαισίου έτσι ώστε να αναγνωρίζονται οι συνέπειες της δυσχερούς οικονομικής περιόδου και να δίνεται η δυνατότητα μίας πιο ευέλικτης αντιμετώπισης των συναλλασσομένων με τα πιστωτικά ιδρύματα ανάλογα με το συνολικό τους προφίλ και όχι με βάση μεμονωμένα ατυχή περιστατικά.
Η αναστολή πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013, ρυθμίστηκε με μια (τρισκατάρατη) Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (17 Δεκεμβρίου 2012), που ψηφίστηκε από τη Βουλή στις 13 Ιανουαρίου 2013, μαζί με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με την οποία ανεστάλησαν οι εξώσεις στις εμπορικές μισθώσεις μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013 αντί της 31ης Δεκεμβρίου 2012.
(Αυτά γιατί πολλή προπαγάνδα έχει γίνει για τις περίφημες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και περί «χούντας με κοινοβουλευτικό μανδύα», λες και χρειάζεται να συνεδριάζει μέρες η Βουλή για να αποφασιστεί κάτι επί του οποίου συμφωνούν όλοι, όπως οι αναστολές πλειστηριασμών).
Ερχόμαστε τώρα στο «ψητό».
Ενόψει της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, η τρόικα άρχισε να πιέζει όσον αφορά στις ρυθμίσεις των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, εκφράζοντας (κατά τις διαπραγματεύσεις του Μαρτίου 2013) φόβους ότι οι ρυθμίσεις αυτές μπορεί να δυσχέραιναν το εγχείρημα της ανακεφαλαιοποίησης.
Οι διαφωνίες της τρόικας όσον αφορά στις υπέρ των δανειοληπτών ρυθμίσεις, αφορούσαν στο ύψος του επιτοκίου (1,5%) και στη διάρκεια της περιόδου των διευκολύνσεων (τέσσερα χρόνια).
Τότε ήταν που ο Μπομπ Τράα φέρεται να δήλωσε πως «όποιος δεν έχει να πληρώσει, ας πουλήσει».
Τον Ιούνιο του 2013, κατά τη συζήτηση στη Βουλή για τη ρύθμιση των ενήμερων δανείων, ετέθη το θέμα της παράτασης αναστολής πλειστηριασμών πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2013.
Στις 5 Ιουνίου 2013, κατά την εμφάνισή του στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, ο γενικός γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) Χρήστος Γκόρτσος, ξεκαθάρισε πως «αφού η κυβέρνηση άνοιξε και αμέσως έκλεισε το θέμα, δεν βλέπει τον λόγο να το ξανανοίξει η Ένωση» και διαβεβαίωσε ότι «η Ελληνική Ένωση Τραπεζών δεν άσκησε πιέσεις στην κυβέρνηση για το θέμα αυτό».
«Οι τράπεζες δεν θέλουν να ξαναμαζέψουν ακίνητα, όπως μαζεύονταν στο παρελθόν τα αυτοκίνητα», είπε ο κ. Γκόρτσος, απαντώντας σε ερώτηση του προέδρου της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής Γιώργου Βλάχου.
Σύμφωνα με στοιχεία που ο κ. Γκόρτσος έδωσε στην επιτροπή, τον Ιούνιο του 2012 ο αριθμός των στεγαστικών δανείων ανερχόταν σε 1,5 εκατομμύριο και τα καθυστερούμενα στεγαστικά ανέρχονταν σε ποσοστό 20% - ενήμερα, δηλαδή ήταν τα στεγαστικά σε ποσοστό 80%.
Τον Ιούνιο του 2012 τα στεγαστικά ενυπόθηκα για τα οποία οι τράπεζες έχουν κάνει ρυθμίσεις ήταν ύψους 12,38 δις ευρώ και το ποσό αυτό αφορά σε ρυθμίσεις 222.384 στεγαστικών δανείων.
Είπε επίσης ότι μεγάλος είναι ο ρυθμός αύξησης των καθυστερήσεων στην εξυπηρέτηση των δανείων, καθώς ειδικά για τα στεγαστικά δάνεια ο μέσος όρος ήταν το 2009 στο 7,5% και ο μέσος όρος στο σύνολο ήταν στο 7,7%, αλλά σήμερα ο μέσος όρος είναι στο 24,5%.
Τα καταναλωτικά δάνεια σε καθυστέρηση ήταν 7,4% το 2009 και έφτασαν στο 21% τον Δεκέμβριο του 2012.
Όσον αφορά στο θέμα ενός ενδεχόμενου «κουρέματος» δανείων, είχε πει πως αν αποφασιζόταν κάτι τέτοιο, οι τράπεζες θα χρειάζονταν άλλα 20 δις ευρώ – δηλαδή το απέκλεισε.
Επομένως:
Η τρόικα γκρίνιαζε φοβούμενη πως δεν θα προχωρούσε η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών – αλλά αυτές ανακεφαλαιοποιήθηκαν μια χαρά χωρίς να χρειαστεί να προβούν σε πλειστηριασμούς.
Και εφόσον ανακεφαλαιοποιήθηκαν με χρήματα από τον μηχανισμό στήριξης, οφείλουν να μην ζητούν και τα ρέστα – ακριβώς όπως υποχρεώθηκαν να πράξουν επί κυβέρνησης Καραμανλή, όταν έλαβαν τα πρώτα 28 δις ευρώ.
Ο Τράα είπε μια ανοησία – αλλά το μνημόνιο δεν γράφει πουθενά ότι είμαστε υποχρεωμένοι να ακούμε και να εφαρμόζουμε ανοησίες.
Η Ελληνική Ένωση Τραπεζών έχει επισήμως δηλώσει ότι δεν ασκεί πιέσεις επί του θέματος, αλλά και δεν θέλει «κούρεμα» δανείων – οπότε δεν υπάρχει άλλη λύση από την συνέχιση της αναστολής πλειστηριασμών.
Και όποιος διαθέτει μυαλό στο κεφάλι του, προτιμά η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων, των τραπεζών, των δημόσιων ταμείων, του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής (και ό,τι άλλο κατέβει στο μυαλό οποιουδήποτε) να προηγηθούν του εμφυλίου πολέμου.
Διότι η απάντηση στο ερώτημα «πώς θα αποφύγουμε τον εμφύλιο;», είναι σημαντικότερη από την απάντηση στα ερωτήματα που θέτουν διάφορες οικονομικές θεωρίες…