Γιατί η κυβέρνηση αγόρασε ωφέλιμο πολιτικό χρόνο;Γράφει ο
Θανάσης Παπανδρόπουλος
Στις Βρυξέλλες την 21η Ιουλίου η κυβέρνηση αγόρασε –ως συνήθως, τους 20 τελευταίους μήνες– πολύτιμο πολιτικό χρόνο. Απομένει να δούμε αν θα χρησιμοποιήσει αυτό το πολιτικό κεφάλαιο για να πάει σε εκλογές.
Από το βράδυ της Πέμπτης, 21ης Ιουλίου, ο πρωθυπουργός κ.Γιώργος Α. Παπανδρέου έδωσε πραγματικό ρεσιτάλ ανακοινώσεων και συνεντεύξεων, στη διάρκεια των οποίων επανελάμβανε τα ίδια πράγματα. Αποκρύπτοντας, όμως, αν όχι συσκοτίζοντας, τις πιο κρίσιμες πλευρές της ευρωπαϊκής παρεμβάσεως για την αποφυγή της επισήμου χρεοκοπίας της χώρας. Επίσης, ο κ. Γ. Α. Παπανδρέου, προφανώς σκοπίμως, αποσιώπησε και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) βοηθά την χώρα μας να αντιμετωπίσει τη διαρθρωτική κρίση του δημοσίου χρέους της.
Αξίζει, λοιπόν, να δούμε το όλο θέμα υπό το πρίσμα όλων αυτών των πλευρών που ο πρωθυπουργός απέφυγε επιμελώς να αναφέρει και τις οποίες έθιξε ακροθιγώς ο αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως και υπουργός Οικονομικών κ. Ευάγγελος Βενιζέλος.
Εν πρώτοις, ο κύριος πρωθυπουργός έδωσε μιαν ευρωπαϊκή διάσταση στην «ιστορική», όπως την αποκάλεσε, συμφωνία, την στιγμή που ο ίδιος πυροδότησε την ευρύτερη κρίση της ευρωζώνης. Όπως υποστηρίζει και ο Γάλλος πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Βαλερύ Ζισκάρ ντ’ Εσταίν, η Ευρώπη παρασύρθηκε από τον κ. Γ. Α. Παπανδρέου και άφησε το θέμα του ελληνικού δημοσίου χρέους να γίνει ευρωπαϊκό –με ό,τι αυτό συνεπάγεται σήμερα για το μέλλον της ευρωζώνης. Επαναλαμβάνουμε δε στο επίπεδο αυτό ότι η διεθνοποίηση του ελληνικού προβλήματος υπήρξε σκόπιμη επιλογή της ελληνικής κυβερνήσεως, με μοναδικό κριτήριο τον περιορισμό του πολιτικού κόστους των μεταρρυθμίσεων που πρέπει να γίνουν στην χώρα.
Μεταρρυθμίσεις, εξάλλου, που αφορούν άμεσα σε περικοπή δημοσίων δαπανών και μείωση της κρατικής παρεμβάσεως στην οικονομία, τομείς στους οποίους το κυβερνητικό έργο είναι σχεδόν μηδενικό. Έτσι, παρά τις παρατάσεις, επιμηκύνσεις και λοιπές ελαφρύνσεις, η δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων για την αποπληρωμή του τεράστιου χρέους μας είναι όνειρο απατηλό.
Επίσης, στον βαθμό που το παρακράτος των συντεχνιών θα επιβάλει τους νόμους του στην ελληνική κοινωνία, η όποια ανόρθωση της τελευταίας θα είναι… ανέκδοτο.
Τους τελευταίους μήνες, οι συντεχνιακές μαφίες έχουν προκαλέσει απίστευτες ζημιές στην ελληνική οικονομία και έχουν οδηγήσει στην ανεργία χιλιάδες ανθρώπους, οι οποίοι στωικά υπομένουν τις καταστροφές και τις καταπατήσεις της δημοκρατίας από φοροφυγάδες και άλλους «αγανακτισμένους» που έπαψε να χρυσοπληρώνει ο κρατικός κορβανάς.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η είσοδος της ελληνικής οικονομίας σε αναπτυξιακή πορεία είναι πέρα για πέρα προβληματική και, βοηθούσης της γραφειοκρατικής ακαμψίας, γίνεται προβληματικότερη. Αλλά ούτε και αυτό το τεράστιο πρόβλημα έθιξε ο πρωθυπουργός. Μίλησε γενικώς και αορίστως για αλλαγές, χωρίς όμως να προσδιορίσει ποιες είναι αυτές.
Έτσι, οι περισσότερες σοβαρές ευρωπαϊκές οικονομικές εφημερίδες, κρίνοντας από τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα τους τελευταίους μήνες, κάθε άλλο παρά «ιστορική» θεωρούν την συμφωνία της 21ης Ιουλίου 2011 στις Βρυξέλλες. Αντιθέτως, όπως έγραψε η βελγική «Ηχώ του Χρηματιστηρίου», το σχέδιο στήριξης προς την Ελλάδα θα αποδειχθεί μη πραγματοποιήσιμο, γιατί η χώρα μας δεν θα καταφέρει ποτέ να έχει πρωτογενή πλεονάσματα. Έτσι, η βελγική εφημερίδα προβλέπει ότι, με ηπιότερη ίσως μορφή, η κρίση της ευρωζώνης θα συνεχισθεί.
Και από την άποψη αυτή δεν έχει άδικο. Στις σημερινές συνθήκες διεθνοποιήσεως του ελληνικού προβλήματος δημοσίου χρέους, ο ουσιαστικός κίνδυνος είναι η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού της Ιταλίας και της Ισπανίας –των δύο μεγάλων χωρών που βρίσκονται στον πυρήνα της Ευρώπης. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος ήταν ο αληθινός στόχος της διάσκεψης. Και η επιβίωση της ευρωζώνης εξαρτάται από το αν οι αποφάσεις των ηγετών θα επιτρέψουν εν τέλει στην Ιταλία, την Ισπανία και κάθε άλλη χώρα να παραμείνει εντός ευρωζώνης σε βιώσιμη βάση. Εφόσον, λοιπόν, αυτός ήταν ο στόχος, η έκβαση της Συνόδου Κορυφής θα πρέπει να κριθεί στην βάση δύο προτεραιοτήτων.
Η πρώτη και πιο σημαντική είναι αν ο ευρωπαϊκός μηχανισμός απέκτησε, με βάση τις αποφάσεις, το μέγεθος και την ευελιξία που χρειάζεται προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της Ιταλίας και της Ισπανίας.
Στο ζήτημα της ευελιξίας σημειώθηκε σοβαρή πρόοδος. Μέχρι στιγμής, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας παρείχε δάνεια μόνον στις κυβερνήσεις υπό τον όρο ότι θα αποδέχονταν την εφαρμογή αυστηρών προγραμμάτων λιτότητος υπό την εποπτεία της ΕΕ και του ΔΝΤ και λειτουργούσε μόνον εκ των υστέρων –εκεί, δηλαδή, που η κρίση είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις. Στο εξής, αυτός ο περιορισμός αίρεται. Ο ευρωπαϊκός μηχανισμός θα μπορεί πλέον να δρα αποτρεπτικά, ακόμη και για λογαριασμό χωρών που δεν μετέχουν σε κάποιο επίσημο πρόγραμμα. Θα μπορεί ακόμη να αγοράσει ομόλογα από την πρωτογενή και δευτερογενή αγορά, να χρηματοδοτήσει την ανακεφαλαιοποίηση τραπεζικών ιδρυμάτων και να παράσχει έκτακτες πιστώσεις σε περιπτώσεις κρίσεως.
Όμως, στο θέμα του μεγέθους δεν υπάρχει πρόοδος. Το συνολικό μέγεθος του ευρωπαϊκού μηχανισμού ήταν και παραμένει 450 δισεκατ. ευρώ. Καθώς είναι υπό ετοιμασία το δεύτερο πακέτο δανεισμού προς την Ελλάδα –και αναμένεται να ακολουθήσουν ανάλογα δεύτερα πακέτα χρηματοδότησης προς την Ιρλανδία και την Πορτογαλία– το κατώφλι των κονδυλίων δεν είναι αρκετά ψηλά προκειμένου να βοηθήσει την Ισπανία ή, πολύ περισσότερο, την Ιταλία. Για να μπορέσει ο μηχανισμός να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της Ιταλίας ή της Ισπανίας, τα κονδύλιά του πρέπει να διπλασιαστούν ή και να τριπλασιαστούν. Δίχως την αύξησή τους, η ευρωζώνη κατά πάσα πιθανότητα δεν θα μπορέσει να βγει ακέραιη από την κρίση –εκτός και αν ακολουθήσουν αρκετά γρήγορα και άλλες αποφάσεις.
Η όποια αισιοδοξία, λοιπόν, για την Ελλάδα και την ευρωζώνη μόνον προσωρινό χαρακτήρα μπορεί να έχει. Είναι δε πολύ πιθανόν, όσο υπάρχει αυτή η πρόσκαιρη αισιοδοξία, ο κ. Γ. Α. Παπανδρέου να βρει μιαν ευκαιρία προκήρυξης εκλογών, ώστε το πρόβλημα μιας πιθανής χρεοκοπίας να το φορτωθεί η Νέα Δημοκρατία ή μια ευρύτερη συμμαχική κυβέρνηση.
Επισημαίνουμε ότι οι εσωτερικές οικονομικές εξελίξεις είναι κάκιστες και μη αναστρέψιμες υπό την σημερινή συγκυρία. Με υπολογιζόμενη ύφεση 4,5% για το 2011 και με δημοσιονομικό εκτροχιασμό 12,8 δισεκατ. ευρώ έναντι 10,3 δισεκατ. που ήταν ο στόχος, η ελληνική οικονομία δεν διαθέτει πλέον δυνάμεις. Από την άλλη, οι πραγματικοί εχθροί της χώρας, ήτοι το συντεχνιακό παρακράτος και η ολοκληρωτική αριστερά, σπρώχνουν προς τα άκρα… Συνεπώς;…