Κόλαφο για τους ίδιους τους ηγέτες της ΕΕ αποτελεί το προσχέδιο έκθεσης που έδωσαν χθες στη δημοσιότητα οι εισηγητές Οτμαρ Καράς και Λιμ Χόανγκ Νγκόκ εκ μέρους της επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που διενεργεί τον έλεγχο της δράσης της τρόικας, όσον αφορά στη δημοκρατική νομιμοποίησή της, αλλά και τα αποτελέσματα των ενεργειών της.
Οι εισηγητές υπογραμμίζουν ότι το συγκεκριμένο προσχέδιο έκθεσης αποτελεί τη βάση για τις πολιτικές συζητήσεις, τις επισκέψεις αντιπροσωπειών στα κράτη μέλη και της ακροάσεις διαφόρων υπευθύνων στις αρχές του 2014, προσθέτοντας ότι στόχος του κειμένου είναι η εξαγωγή συμπερασμάτων και συστάσεων, που θα οριστικοποιηθούν τους επόμενους μήνες.
Όπως αναφέρεται, το προσχέδιο θα αποτελέσει τη βάση του πολιτικού έργου που θα αρχίσει τον Ιανουάριο, με ακροάσεις σημαντικών παραγόντων που καθόρισαν το περιεχόμενο των προγραμμάτων στήριξης και την αποστολή αντιπροσωπειών του ΕΚ στην Κύπρο, στην Ελλάδα, στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία.
Ειδικότερα, οι δύο εισηγητές υποστηρίζουν ότι όλες οι αποφάσεις που σχετίζονται με την ενίσχυση της ΟΝΕ θα πρέπει να λαμβάνονται βάσει της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οποιαδήποτε απόκλιση από την κοινοτική πρακτική και η ενισχυμένη χρήση των διακυβερνητικών συμφωνιών θα διαιρέσουν και θα αποδυναμώσουν την Ένωση συμπεριλαμβανομένης της ζώνης του ευρώ, αναφέρουν και υπενθυμίζουν ότι ο ESM (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας ΕΜΣ) θα πρέπει να λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων για τη χορήγηση οικονομικής ενίσχυσης ώστε να ενισχυθεί ο δημοκρατικός έλεγχος του ΕSM.
Επίσης, ζητείται να εξεταστεί η τροποποίηση της Συνθήκης του ESM ώστε οι αποφάσεις να λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία αντί για ομοφωνία και απευθύνεται έκκληση για συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των σημερινών και μελλοντικών προγραμμάτων προσαρμογής.
Έμφαση δίνεται από κ.κ. Κάρας και Νγκόγκ στην ανάγκη να δώσει λόγο η τρόικα για τα «λάθη» στους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές, αλλά και να εξεταστεί η αναθεώρηση των Μνημονίων με βάση τα αποτελέσματά τους.
Παράλληλα, σημειώνουν ότι προκειμένου να υπάρξει βελτίωση της λογοδοσίας της Επιτροπής όταν ενεργεί υπό την ιδιότητα του μέλους της τρόικας θα πρέπει να παρουσιάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από την ανάληψη των καθηκόντων και στη συνέχεια να προβλέπεται τακτική υποβολή εκθέσεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Υπογραμμίζεται, επίσης, η ανάγκη επαναξιολόγησης της διαδικασίας λήψης των αποφάσεων του Eurogroup για την τροποποίηση του Μνημονίου ώστε να υπάρχει στα κράτη μέλη που λαμβάνουν βοήθεια κατάλληλη δημοκρατική λογοδοσία τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Θα πρέπει ακόμη σύμφωνα με τους εισηγητές να διασφαλιστεί κατάλληλος δημοκρατικός έλεγχος σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων σε εθνικό επίπεδο.
Εξάλλου, ζητείται η διερεύνηση της αλλαγής της Συνθήκης για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου εντός του κοινοτικού πλαισίου, ως εναλλακτική λύση προς το ΔΝΤ.
Το προσχέδιο της έκθεσης υπογραμμίζει ότι στόχος των προγραμμάτων ήταν να αποφευχθεί μια μη ελεγχόμενη χρεοκοπία, να σταματήσει η κερδοσκοπία στο δημόσιο χρέος, η επίτευξη αειφόρου ανάπτυξης και η αποτελεσματική μείωση του χρέους σε μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βάση.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η αναφορά σύμφωνα με την οποία τα προγράμματα δεν ήταν κατάλληλα για την πλήρη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών που είχαν συσσωρευτεί επί δεκαετίες μερικές φορές.
Παράλληλα, όμως, αναγνωρίζεται ότι ήταν τεράστια η πρόκληση που αντιμετώπισε η τρόικα καθώς, μεταξύ άλλων, «ο φόβος της κατάρρευσης της ζώνης του ευρώ ήταν προφανής, πολιτικές συμφωνίες έπρεπε να γίνουν, η παγκόσμια οικονομία ήταν σε ύφεση».
Στο προσχέδιο της έκθεσης εκφράζεται λύπη για την έλλειψη διαφάνειας στις διαπραγματεύσεις, ενώ επισημαίνεται η ανάγκη να αξιολογηθεί αν έχουν ενημερωθεί τα εθνικά κοινοβούλια και σημειώνει περαιτέρω τον πιθανό αρνητικό αντίκτυπο αυτών των πρακτικών σχετικά με τα δικαιώματα των πολιτών.
Παράλληλα, εκφράζεται λύπη του για συστάσεις που απευθύνθηκαν μακριά από τη λογική της στρατηγικής της Λισαβόνας και των στρατηγικών «Ευρώπη 2020».
Οι εισηγητές αποδοκιμάζουν το γεγονός ότι τα προγράμματα για την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία περιλαμβάνουν εκτενείς παρεμβάσεις στα συστήματα υγείας και δεν δεσμεύονται από τον Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις Συνθήκες.
Ακόμη, αποδοκιμάζουν το γεγονός ότι από το 2008 η εισοδηματική ανισότητα έχει αυξηθεί, και επισημαίνουν ιδιαίτερα την απότομη αύξηση της ανεργίας των νέων στην Ελλάδα.
Χαιρετίζουν το τέλος του προγράμματος για την Ιρλανδία, το αναμενόμενο τέλος του προγράμματος για την Πορτογαλία και «εκφράζουν λύπη για την έλλειψη προόδου στην Ελλάδα, παρά τις πρωτοφανείς μεταρρυθμίσεις που έχουν αναληφθεί».
Η έκθεση αποδοκιμάζει το γεγονός ότι τα στατιστικά δεδομένα δεν ήταν πάντα διαθέσιμα με ειδική αναφορά για την Ελλάδα περί «απάτης μεγάλης κλίμακας» στις στατιστικές τα έτη που προηγήθηκαν του Μνημονίου.
Σημειώνει επίσης ότι η οικονομική βοήθεια και το πρόγραμμα προσαρμογής στην Ελλάδα, δεν εμπόδισαν την ελεγχόμενη χρεοκοπία, ούτε τη μετάδοση της κρίσης σε άλλα κράτη μέλη και αποδοκιμάζει την οικονομική και κοινωνική ύφεση, η οποία έγινε εμφανής όταν οι δημοσιονομικές και μακροοικονομικές διορθώσεις τέθηκαν σε ισχύ.
Η έκθεση αποδοκιμάζει, ακόμη, το γεγονός ότι η μείωση των διαρθρωτικών ελλειμμάτων σε όλες τις χώρες του προγράμματος από την έναρξη των αντίστοιχων προγραμμάτων παροχής βοήθειας δεν έχει ακόμη οδηγήσει σε μείωση των ποσοστών του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ και υπογραμμίζει ότι το ποσοστό του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, αντίθετα, έχει αυξηθεί πολύ.
Επισημαίνεται, επίσης, ο διπλός ρόλος της Επιτροπής στην τρόικα και ως εκπρόσωπος των κρατών μελών και ως θεσμικό όργανο της ΕΕ και απευθύνεται προειδοποίηση ότι μπορεί να υπάρχουν συγκρούσεις συμφερόντων στο εσωτερικό της Επιτροπής μεταξύ του ρόλου της στην τρόικα και της ευθύνης της ως θεματοφύλακας των Συνθηκών, ιδίως σε τομείς όπως ο ανταγωνισμός και οι κρατικές ενισχύσεις.
Η έκθεση τονίζει, τέλος, τη γενικά αδύναμη δημοκρατική λογοδοσία της τρόικας στις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα.
Σύμφωνα με τους εισηγητές, «παρουσιάσαμε το έργο μας δημόσια. Αυτό είναι το πρώτο βήμα. Τώρα διαμέσου των ακροάσεων και των επισκέψεών μας στις χώρες (οι οποίες βρίσκονται) σε προγράμματα στήριξης, εμείς και οι συνάδελφοί μας ευρωβουλευτές θα διερευνήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος προκειμένου να συγκεντρώσουμε πληροφορίες ώστε να διαμορφώσουμε την όποια πρόταση για αλλαγές. Θα λάβουμε επίσης απαντήσεις σε ένα λεπτομερές ερωτηματολόγιο το οποίο υποβάλαμε σε σημαντικούς διαμορφωτές πολιτικής. Καλωσορίζουμε την βούληση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να συνεισφέρει στην διαδικασία και καλούμε και άλλους, ειδικά την ΕΚΤ και το Eurogroup, να μιμηθούν το παράδειγμά της με το ίδιο πνεύμα διαφάνειας και λογοδοσίας».
Το κείμενο που κατατέθηκε, σύμφωνα με την Επιτροπή, επισημαίνει πως χρειάζονται επίσης βελτιώσεις και σε εθνικό επίπεδο, όσον αφορά κυρίως το σε ποιον «ανήκει» η ευθύνη για την διαδικασία εφαρμογής μεταρρυθμίσεων καθώς εάν δεν υπάρχει τέτοια απόδοση ευθυνών η εφαρμογή είναι λιγότερο αποτελεσματική και οι επιπτώσεις των μεταρρυθμίσεων λιγότερο θετικές.
Σύμφωνα με το ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα που παρατίθεται, αντιπροσωπεία της Επιτροπής Οικονομικών θα μεταβεί στη Λισαβόνα από την 6η ως την 7η Ιανουαρίου 2014, στην Αθήνα από την 8η ως την 9η Ιανουαρίου, στην Λευκωσία από την 10η ως την 11η Ιανουαρίου και στο Δουβλίνο την 16η ως την 17η Ιανουαρίου.
Ενώπιον της επιτροπής θα μιλήσουν παράλληλα ο Ευρωπαίος Επίτροπος αρμόδιος για Οικονομικά και Νομισματικά Θέματα Όλι Ρεν (13η Ιανουαρίου), ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν-Κλοντ Τρισέ (14η Ιανουαρίου) και ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) Κλάους Ρέγκλινγκ (15η Ιανουαρίου).
Το σχέδιο της έκθεσης θα παρουσιαστεί κι επίσημα στην Επιτροπή την 16η Ιανουαρίου στο Στρασβούργο.