«Λευκή Βίβλος», «Μεγάλος Καλλικράτης», «Επιτελικό Κράτος»: Από σαράντα κύματα – και τρία μνημόνια – έχει περάσει η προσπάθεια να συμμορφώσουμε το Κράτος μας που παλεύει με τα κύματα της γραφειοκρατίας, της πολυνομίας και της αδιαφανούς και χωρίς κανόνες λειτουργίας.
Σκόπιμη και συχνά θεσμοθετημένη – η γραφειοκρατία δεν είναι αδυναμία, αλλά σύστημα διακυβέρνησης που βασίζεται στην πολυνομία και στις αντικρουόμενες διατάξεις, διευκολύνοντας έτσι τη μάχη οπισθοφυλακών – η αφόρητη αυτή κατάσταση υπήρξε χωρίς αμφιβολία ένα από τα βασικά αίτια της οικονομικής καταστροφής της χώρας.
Όταν βρεθήκαμε στο χείλος του γκρεμού, άρχισε το σίριαλ της αναμόρφωσης της δημόσιας διοίκησης: Αξιολόγηση, μετάταξη, κινητικότητα, διαθεσιμότητα, εφεδρεία, η πονεμένη ιστορία της συγχώνευσης ή κατάργησης οργανισμών ή φορέων, οι αλλεπάλληλες απογραφές δημοσίων υπαλλήλων, η εμπλοκή της περίφημης Task Force των κυρίων Ράιχενμπαχ και Φούχτελ, αλλά και οργανισμών όπως ο ΟΟΣΑ.
Στα χρόνια που ακολούθησαν την είσοδο της χώρας στα μνημόνια, ο όρος «επιτελικό κράτος» έχει βρεθεί στα χείλη όλων:
Ο Γ. Παπανδρέου είχε μιλήσει για «επιτελικό, ισχυρό κράτος, που βάζει κανόνες και ασκεί εποπτεία με αποκεντρωμένους πόρους και αρμοδιότητες». Και μέσα στις εξαγγελίες του είχε συμπεριλάβει το «ισχυρό πρωθυπουργικό γραφείο που θα παρακολουθεί και θα αξιολογεί τους υπουργούς», καθώς και ασυμβίβαστο κρατικής και κομματικής θέσης.
Η προσπάθεια και οι διαβουλεύσεις συνεχίστηκαν και επί κυβέρνησης Παπαδήμου.
Μάλιστα, τον Ιανουάριο του 2012, επί υπουργίας Ρέππα, με τη συμμετοχή των τριών κυβερνητικών εταίρων, είχε συνεδριάσει το Εθνικό Συμβούλιο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και υπήρξε ταύτιση απόψεων για την ανάγκη ολοκλήρωσης του νομοσχεδίου για το Επιτελικό Κράτος, «με στόχο την ανάπτυξη, βασικό εργαλείο της οποίας θα είναι η Δημόσια Διοίκηση». Με τον κ. Ρέππα να δηλώνει πως «απαιτείται μια μεταρρυθμιστική έκρηξη».
Με λίγα λόγια, αμέσως μετά την είσοδό μας στα Μνημόνια, ακούγαμε για «Λευκή Βίβλο που θα οδηγούσε στο επιτελικό κράτος» και για «Μεγάλο Καλλικράτη». Και για αξιολόγηση, βεβαίως, που δεν γινόταν ποτέ!
Κυβέρνηση επιτελικού χαρακτήρα
Η περιπέτεια συνεχίστηκε μέχρι την ανάληψη της εξουσίας από τον Αντώνη Σαμαρά. Στον πυρήνα των μεταρρυθμίσεων που ο Σαμαράς είχε εξαγγείλει ήταν «ο ρόλος του κράτους να αναμορφωθεί ριζικά και να είναι κυρίως επιτελικός, ρυθμιστικός και υποστηρικτικός της ανάπτυξης».
Η Προγραμματική Συμφωνία των τριών κομμάτων (στη δημοσιότητα στις 23 Ιουνίου 2012) περιλάμβανε τον σχηματισμό κυβέρνηση επιτελικού χαρακτήρα, αναφέροντας συγκεκριμένα:
«-Αναμόρφωση του τρόπου λειτουργίας Κυβέρνησης και υπουργείων: Κεντρικός διυπουργικός συντονισμός των καθημερινών οριζόντιων αποφάσεων. Ενίσχυση της επιτελικότητας, του συντονισμού και του ελέγχου της εφαρμογής δημοσίων πολιτικών.
-Ενίσχυση της αυτοτέλειας της δημόσιας διοίκησης από τις πολιτικές αλλαγές: Δραστική μείωση του αριθμού των γενικών διευθύνσεων και ορισμός γενικών διευθυντών με 5ετή θητεία και μισθό ίσο με του Γενικού γραμματέα.
-Περιορισμός της πολυνομίας και εξάλειψη της σύγκρουσης νομοθετημάτων. Πάταξη της διαφθοράς μέσω της ενίσχυσης πρακτικών διαφάνειας και νομοθέτησης νέου αυστηρότερου πειθαρχικού δίκαιου και κυρίως εφαρμογή του στην πράξη.
-Αντικειμενικές και διαφανείς διαδικασίες προαγωγής. Διαδικασίες εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης υπηρεσιών και προσωπικού. Θεσμοθέτηση της λογοδοσίας και της διαφάνειας. Σύνδεση του προϋπολογισμού που δίδεται σε κάθε δημόσια υπηρεσία με τους στόχους και την απόδοση».
Και στη συνεδρίαση του πρώτου υπουργικού συμβουλίου, στις 21 Ιουνίου 2012, ο Σαμαράς, μεταξύ άλλων, είχε πει: «Θα έλθω στα υπουργεία όλων σας και θα φτιάξουμε ένα χρονο-στοχοδιάγραμμα. Πότε θα τελειώνει τι. Και θα υπάρχει συνέχεια, παρακολούθηση και έλεγχος: Τι απ’ όσα αποφασίσαμε έγινε στην ώρα του; Τι άργησε; Τι δεν έγινε και γιατί δεν έγινε; Ξέρετε πολύ καλά ότι η κυβέρνηση αυτή δεν έχει περίοδο χάριτος».
Με τον νόμο 4093/2012 ορίστηκαν τα συνολικά ανώτατα όρια δαπανών για τη Γενική Κυβέρνηση, καθώς και τα ανώτατα όρια του Κρατικού Προϋπολογισμού, των ΟΤΑ και των ΟΚΑ για την περίοδο, καθώς και οι προβλεπόμενες δαπάνες της Κεντρικής Κυβέρνησης ανά Υπουργείο για τον Προϋπολογισμό του επόμενου έτους, καθώς και οι συνολικές δαπάνες τους για την υπό εξέταση περίοδο. Παράλληλα τέθηκε και το νέο πλαίσιο για την κινητικότητα των δημοσίων υπαλλήλων και ενισχύθηκε ο θεσμός της αργίας, ώστε να επιτυγχάνεται η άμεση απομάκρυνση από την υπηρεσία όσων υπαλλήλων διώκονται ή τιμωρούνται για σοβαρά ποινικά ή πειθαρχικά παραπτώματα.
Ήδη από το 2012 η τρόικα απαιτούσε την απόλυση 150.000 δημοσίων υπαλλήλων, γεγονός το οποίο απέτρεψε η κυβέρνηση Σαμαρά, ωστόσο το σύνολο των συνδικαλιστικών οργανώσεων αρνήθηκε πεισματικά την αξιολόγηση, με το πρόσχημα ότι αυτή θα οδηγούσε σε απολύσεις.
Όχι σε όλα από αντιπολίτευση και λοιπούς
Τον Ιανουάριο του 2013 ψηφίστηκε ο νόμος για τη δημιουργία γενικής γραμματείας συντονισμού του κυβερνητικού έργου και για (πάλι καθώς κανένας από τους προηγούμενους νόμους δεν είχε εφαρμοστεί) καταργήσεις/συγχωνεύσεις οργανισμών. Η τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά είχε απέναντί της το σύνολο της αντιπολίτευσης και το σύνολο των συνδικαλιστικών οργανώσεων και της ΚΕΔΕ.
Τον Μάιο του 2013, τέθηκε σε διαβούλευση ο νόμος «Οργάνωση Δημόσιας Διοίκησης και άλλες διατάξεις» (υπουργός Αντώνης Μανιτάκης), με σημαντικές αλλαγές στο σύστημα προαγωγών, στην κατάργηση και συγχώνευση φορέων, στη ριζική και ευρεία αναδιοργάνωση των δημοσίων υπηρεσιών, στην ευελιξία και στη λειτουργικότητα της Διοίκησης, με νέο πλαίσιο επιλογής και κινητικότητας προϊσταμένων οργανικών μονάδων και με νέο αυστηρό σύστημα χορήγησης αναρρωτικών αδειών. Ειδικά ως προς τις προαγωγές, δίνεται έμφαση περισσότερο στα προσόντα και δευτερευόντως στην προϋπηρεσία.
Φυσικά, η ΑΔΕΔΥ καταγγέλλει αμέσως την «τρικομματική μνημονιακή κυβέρνηση», μιλά για «βίαιη ανατροπή» στην υπηρεσιακή εξέλιξη, καταφέρεται κατά της κινητικότητας και υπερασπίζεται τις αναρρωτικές άδειες, μιλώντας για «περιορισμό των δικαιωμάτων των εργαζομένων»!
Τελικά ο νόμος δεν ψηφίζεται, καθώς η ΔΗΜΑΡ αποχωρεί τον Ιούνιο από την κυβέρνηση. Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης αναλαμβάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και τον Ιούνιο του 2014 ψηφίζεται ο νόμος 4275/2014, με τον οποίο εισήχθησαν διαδικασίες επιλογής προϊσταμένων στο Δημόσιο που συνάδουν με τις ανάγκες της αναδιοργάνωσης των δομών και των νέων Οργανογραμμάτων που αποκτούσε η Δημόσια Διοίκηση για πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια.
Προηγουμένως είχε ψηφιστεί ο νόμος 4250/2014 για τις διοικητικές απλουστεύσεις και τις καταργήσεις και συγχωνεύσεις δημοσίων φορέων.
Αξιοκρατία με το Νόμο Μητσοτάκη
Σε όλες τις περιπτώσεις σηκωνόταν ο κόσμος στο ποδάρι. Με πρώτο και καλύτερο τον κ. Ραγκούση, ο οποίος, ως υπουργός Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, δεν είχε καταφέρει να εφαρμόσει ούτε τον δικό του το νόμο!
Ο κ. Ραγκούσης είχε βραδυφλεγώς αντιδράσει στο νόμο του Ιουνίου 2014 και τον Οκτώβριο του 2014, με ανάρτησή του στο Facebοοκ μίλησε για «νομοθετικό και αξιακό ανοσιούργημα του κ. Μητσοτάκη, με το οποίο παύθηκαν οι μοναδικοί αξιοκρατικά επιλεγμένοι διευθυντές στη δημόσια διοίκηση».
Από το υπουργείο έλαβε την ακόλουθη απάντηση:
«Η Βουλή των Ελλήνων, μετά από εκτεταμένη δημόσια διαβούλευση, ψήφισε τον περασμένο Ιούνιο, το Νόμο 4275/2014, για το νέο τρόπο επιλογής προϊσταμένων στο Δημόσιο. Ο Γιάννης Ραγκούσης ως πρώην υπουργός Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, προσεκλήθη προσωπικά από τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Κυριάκο Μητσοτάκη, να συμμετάσχει στη διαβούλευση καταθέτοντας τις απόψεις του. Ουδέποτε το έπραξε. Σήμερα, τέσσερις μήνες αργότερα, αποφάσισε να σχολιάσει στο Facebοοκ το νόμο, με σκαιότατο μάλιστα τρόπο».
Ο νόμος τον οποίο ο κ. Ραγκούσης υπερασπιζόταν (3839/2010) για την επιλογή προϊσταμένων ψηφίστηκε το Μάρτιο του 2010 και, αν εξαιρέσουμε τις μεταβατικές διατάξεις, δεν εφαρμόστηκε ποτέ! Και κυρίως, ο νόμος εκείνος βασίστηκε στα μόρια και όχι στα ουσιαστικά προσόντα.
Ο νόμος Μητσοτάκη προήγαγε την αξιοκρατία στην πράξη, αφού έδινε έμφαση στην πραγματική δημόσια υπηρεσία και στην προϋπηρεσία, αλλά και στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, ανεξαρτήτως των υπολοίπων τίτλων σπουδών ενώ περιλάμβανε και συγκεκριμένα στάδια επιλογής.
Παράλληλα, ο σημερινός πρωθυπουργός έδωσε τη μάχη για την αντιμετώπιση του μεγάλου προβλήματος πλαστών πιστοποιητικών, ζητώντας από την αρχή ελέγχους και αξιολόγηση. Όπως είχε πει «δεν κάνουμε αξιολόγηση για να απολύσουμε. Η αξιολόγηση είναι ένα εργαλείο διοίκησης του ανθρώπινου δυναμικού. Ένα εργαλείο επιβράβευσης των καλών. Ένα εργαλείο για να βοηθήσουμε όσους δεν αποδίδουν».
Προπαγάνδα επί ΣΥΡΙΖΑ για «δημοκρατικό προγραμματισμό»
Μετά ήλθε η σειρά του ΣΥΡΙΖΑ που αν και ψήφισε διάφορους νόμους, δεν κατάφερε να εφαρμόσει ούτε το νόμο για την αξιολόγηση, με αποτέλεσμα να τον… ξεψηφίσει λίγο πριν από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019.
Όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση, ο κ. Τσίπρας υποσχόταν «μια Νέα Μεταπολίτευση στηριγμένη σε ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης», που θα «απαντά στις ανάγκες της εποχής για μικρότερο και ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα, για άρση των επικαλύψεων αρμοδιοτήτων, ισχυρό και αποτελεσματικό κέντρο διεύθυνσης κυβερνητικού έργου και διαχείρισης κρίσεων. Απαντά, όμως, ταυτόχρονα και στην ανάγκη περικοπής της σπατάλης στα υπουργεία, στην πάταξη της γραφειοκρατίας και στην ανάγκη εισαγωγής της έννοιας του κοινωνικού ελέγχου, της διαρκούς αξιολόγησης της παραγωγικότητας και της ποιότητας των παρεχόμενων στους πολίτες υπηρεσιών». Πρόσθετε, βέβαια, ότι αυτό θα γινόταν με… «δημοκρατικό προγραμματισμό»…
Μάλιστα, στην ομιλία του στο Ναύπλιο, στις 10 Ιουνίου 2013, κατά την παρουσίαση των προτάσεων του κόμματός του για τη Δημόσια Διοίκηση, ο κ. Τσίπρας είχε, μεταξύ άλλων, αναφερθεί στην ανάγκη η Κεντρική Διοίκηση να επικεντρωθεί στον καθορισμό των βασικών αναπτυξιακών στόχων και στη χάραξη κατευθυντηρίων γραμμών, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για «σαφή διάκριση της κυβερνητικής από τη διοικητική λειτουργία» και «την αξιοποίηση του υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού της Δημόσιας Διοίκησης».
Και βέβαια, μιλούσε για «άμεση αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών στη Διοίκηση, άρση των επικαλύψεων στις αρμοδιότητες διαφόρων φορέων που δημιουργούν σύγχυση και ταλαιπωρούν τον πολίτη, κατάργηση της πολυνομίας και απλούστευση των διαδικασιών», καθώς αποτελούν «καίριας σημασίας μεταρρυθμίσεις».
Όπως έλεγε, «έχουμε ήδη έτοιμες τις αναγκαίες νομοθετικές παρεμβάσεις και τα προεδρικά διατάγματα. Προτού ορκιστεί η κυβέρνηση θα υλοποιηθεί το νέο αυτό πρότυπο»!
Αυτό που είχαν έτοιμο, ήταν ο νόμος 4325/2015, με τον πολύ εύγλωττο και προπαγανδιστικό τίτλο «Εκδημοκρατισμός της Διοίκησης – Καταπολέμηση Γραφειοκρατίας και Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση. Αποκατάσταση αδικιών και άλλες διατάξεις». Ένας νόμος εκσυνδικαλισμού της δημόσιας διοίκησης, με την παράδοση των πειθαρχικών συμβουλίων στους συνδικαλιστές και την ουσιαστική κατάργηση της αυτοδίκαιης αργίας.
Ακολούθησε ο Νόμος 4369/2016 «Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης. Βαθμολογική διάρθρωση θέσεων, συστήματα αξιολόγησης, προαγωγών και επιλογής προϊσταμένων (διαφάνεια, αξιοκρατία, και αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης)» - από τα εντός παρενθέσεως καταλαβαίνει κανείς πολλά…
Τον Ιούνιο του 2016, ο κ. Τσίπρας μιλούσε ακόμη για το σχέδιό του για «το μέλλον του δημόσιου τομέα που δεν είναι η περιθωριοποίηση, αλλά η αποκατάσταση του επιτελικού του ρόλου για την ελληνική οικονομία. Θέλουμε ένα δημόσιο τομέα που να παρέχει υπηρεσίες υψηλής στάθμης, βαθιά αντιγραφειοκρατικό, με τις ελάχιστες καθυστερήσεις και χρονοτριβές για τους παραγωγικούς φορείς. Ικανό, όμως, να σχεδιάσει, να διαγνώσει δυνατότητες και να ανακατευθύνει πόρους σε δημιουργικές κατευθύνσεις».
Το «επιτελικό κράτος» εξακολουθούσε να αναζητείται. Και η αξιολόγηση παρέμενε γράμμα κενό…
Οπότε, στο νόμο 4489/2017 περιελήφθη το άρθρο 36, όπου υπάλληλοι και αξιολογητές δεν μπορούσαν να συμμετέχουν σε διαδικασίες επιλογής και τοποθέτησης προϊσταμένων, αν υπαιτίως δεν εκπλήρωναν την υποχρέωση της αξιολόγησης. Με λίγα λόγια, δεν λάμβαναν προαγωγή. Ωστόσο μέσα στον πελατειακό προεκλογικό ορυμαγδό ο ΣΥΡΙΖΑ κατήργησε και αυτό το άρθρο που ο ίδιος είχε ψηφίσει δυο χρόνια νωρίτερα και πλέον μπορούσαν και οι αρνούμενοι την αξιολόγηση να εξελιχθούν βαθμολογικά.
Τέλος, μετά το 2017, ακολούθησε ο «Νόμος 4590/2019 για το ΑΣΕΠ. Αλλαγές στον Υπαλληλικό Κώδικα (Ενίσχυση και αναβάθμιση δημόσιας διοίκησης και άλλες διατάξεις)».
Το πρώτο νομοσχέδιο…
Τον Σεπτέμβριο του 2017, στη ΔΕΘ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξαγγέλλει ότι το πρώτο νομοσχέδιο της επόμενης Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας θα είναι το νομοσχέδιο το οποίο θα σχεδιάζει την επιτελική δομή του Κράτους.
Διότι, όπως επαναλάμβανε έκτοτε ο σημερινός πρωθυπουργός, «αν δεν υπάρχει ένα Κράτος συνεκτικό με πραγματικό επιτελικό ρόλο που θα καθορίζει τα επίπεδα των αρμοδιοτήτων μεταξύ κεντρικού Κράτους, αποκεντρωμένου Κράτους, Περιφερειακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα βρισκόμαστε μονίμως μπλεγμένοι σε ένα τεράστιο κυκεώνα αλληλοσυγκρουόμενων αρμοδιοτήτων με αποτέλεσμα να αναπαράγεται η γραφειοκρατία, να αναπαράγεται η πολυνομία. Πάνω από όλα, όμως, αυτός ο επιτελικός σχεδιασμός του νέου Κράτους θα έχει στον πυρήνα του μία διαφορετική πολιτική για τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού της ελληνικής δημόσιας διοίκησης».
Στο μεταξύ, το «επιτελικό κράτος» - που ο κ. Ραγκούσης αποκαλεί τώρα «βαρύγδουπο» όρο, κάνοντας ότι ξεχνά πως αυτόν τον όρο προσπάθησε ο ίδιος ανεπιτυχώς να υπηρετήσει επί υπουργίας του - εξακολουθούσε να αγνοείται…
Τα πομπώδη του Ραγκούση
Ήδη από τον Δεκέμβριο του 2010, ο τότε αρμόδιος υπουργός Γ. Ραγκούσης – στον οποίο, αν θυμάστε, ο κ. Παπανδρέου είχε αναθέσει να πρωθυπουργεύει για να τρέχει ο ίδιος στις υποχρεώσεις της Σοσιαλιστικής Διεθνούς - ανακοίνωσε εν χορδαίς και οργάνοις ότι ο ΟΟΣΑ αναλαμβάνει «μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2011» να προχωρήσει σε «λειτουργική αξιολόγηση» του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί η δημόσια διοίκηση, «άρα να επισημάνει πού υπάρχουν κενά και πού ελλείψεις».
Λίγο μετά εξεδόθη και η εγκύκλιος που καλούσε υπουργεία, ΝΠΔΔ και Ανεξάρτητες Αρχές να προχωρήσουν έως τις 12 Φεβρουαρίου 2011 σε αναλυτική καταγραφή του προσωπικού που υπηρετούσε σε αυτούς, καθώς και τις θέσεις και ειδικότητες, όπου είχαν τοποθετηθεί.
Παράλληλα, ζητούνταν και στοιχεία σχετικά με τις ανάγκες που έχουν για προσωπικό, οι οποίες θα μπορούσαν να καλυφθούν με μετατάξεις ή για τυχόν πλεονάζον προσωπικό που θα μπορούσε να διατεθεί σε άλλες υπηρεσίες.
Μάθαμε τότε ότι «ήδη έχει ανατεθεί η εκπόνηση «Λευκής Βίβλου» για την αναμόρφωση του κράτους, που στοχεύει στη δημιουργία επιτελικού κράτους και περιλαμβάνει δράσεις από τη διαμόρφωση νέας δομής στα υπουργεία και τις υπηρεσίες και την ανακατανομή και τοποθέτηση των υπαλλήλων στη νέα δομή μέχρι την απογραφή της κτιριακής υποδομής του Δημοσίου».
Στο μεταξύ, είχε ψηφιστεί και ο νόμος για την κατάργηση 75 φορέων και οργανισμών, με τους υπαλλήλους τους να καλούνται να υποβάλουν αίτηση προτίμησης για τις θέσεις, στις οποίες επιθυμούν να μεταταχθούν, μέχρι τις 10 Ιανουαρίου 2011.
Η ώρα του «Μεγάλου Καλλικράτη»
Σύμφωνα με τα πομπώδη ρεπορτάζ του Νοεμβρίου 2010, η κυβέρνηση Παπανδρέου, με αιχμή του δόρατος τον κ. Ραγκούση, θα επιχειρούσε την «εκ βάθρων αναδιοργάνωση της κρατικής μηχανής», με «σαρωτικές αλλαγές» και «αθρόες μετακινήσεις προσωπικού από τις υπηρεσίες που θεωρούνται δευτερεύουσας σημασίας στις υπηρεσίες πρώτης γραμμής».
Διότι… « Μετά τον «Καλλικράτη» της αυτοδιοίκησης, ο Γ. Ραγκούσης αναλαμβάνει κομβικό ρόλο και στον «μεγάλο Καλλικράτη» για την αναμόρφωση του Δημοσίου. Ο νέος «Καλλικράτης» θα ξεκινήσει στις αρχές του 2011 αμέσως μετά την ολοκλήρωση του «Καλλικράτη» της αυτοδιοίκησης και θα καλύπτει όλο το φάσμα του Δημοσίου»!
Θυμίζω ότι η τρόικα είχε αναβάλει την προγραμματισμένη για τις 22 Νοεμβρίου 2010 συνέντευξη Τύπου, λόγω ακριβώς της εμπλοκής στις συζητήσεις για τον όγκο του Δημοσίου.
Διότι, τον Οκτώβριο του 2010, μέσα στα «πέντε ΔΕΝ» που είχε αναφέρει ο κ. Παπακωνσταντίνου ήταν και το «δεν θα γίνουν απολύσεις στις ΔΕΚΟ»!
Είχε προηγηθεί (στις 30 Ιουλίου 2010) πομπώδης κοινή συνέντευξη των πρώην υπουργών Παπακωνσταντίνου και Ραγκούση, στη διάρκεια της οποίας μας είχαν απειλήσει με «Καλλικράτη στο Κράτος», οπότε μας είχαν ενημερώσει πως σύμφωνα με τα στοιχεία που η Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων είχε συλλέξει μέχρι τις 11.35 π.μ. της Πέμπτης, 29 Ιουλίου, είχαν απογραφεί 768.009 δημόσιοι υπάλληλοι και από αυτούς οι 625.738 ήσαν οι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι στον στενό δημόσιο τομέα, στα ΝΠΔΔ και στους ΟΤΑ.
Υποτίθεται πως εκείνη η απογραφή είχε γίνει με σκοπό την «πλήρη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού του Δημοσίου».
Φυσικά, έναν χρόνο μετά δεν είχε γίνει τίποτε, η απογραφή δεν είχε χρησιμεύσει σε τίποτε, αλλά παρ’ όλα αυτά, ο κ. Ραγκούσης μας διαβεβαίωνε από το βήμα της Βουλής, στις 21 Ιουνίου 2011, ότι ήδη είχε γίνει «η μεγαλύτερη μείωση υπαλλήλων που έγινε ποτέ, υπαλλήλων που σήμερα είναι κατά 130.000 λιγότεροι» και επομένως «η κυβέρνηση κατάφερε να μην τίθεται καν θέμα απολύσεων στο δημόσιο τομέα»!
Στο μεταξύ, είχε τεθεί το θέμα της εφεδρείας, με τον τότε υπουργό Υποδομών Δ. Ρέππα να αντιδρά, λέγοντας στο δελτίο ειδήσεων του «Μέγκα» (19 Μαΐου 2011) ότι «η τρόικα ζητεί τις απολύσεις για λόγους συμβολικούς και όχι διότι έχουν κάποιο δημοσιονομικό αποτέλεσμα».
Και η ΓΣΕΕ είχε σπεύσει να απορρίψει την αξιολόγηση, αποκαλώντας την «παγίδα ανεργίας», διότι «αξιολόγηση ίσον απόλυση».
Στις 27 Ιουλίου 2011, λίγες μέρες μετά τη Σύνοδο Κορυφής της 21ης Ιουλίου και την απόφαση για το PSI, ο τότε πρωθυπουργός κ. Παπανδρέου είχε αποστείλει στους υπουργούς επιστολές με τις προτεραιότητες ανά υπουργείο, συμπεριλαμβανομένου και του σχεδίου για την (περίφημη) συγχώνευση φορέων.
Ήδη, ο κ. Ρέππας είχε ενημερώσει (ως υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης πλέον) πως οι μετατάξεις θα προχωρούσαν και πως στο νέο νόμο περί Μισθολογίου θα περιλαμβανόταν και διάταξη με την οποία οι δημόσιοι υπάλληλοι θα θεωρούνται ως κρατικοί, με σκοπό να διευκολυνθεί η κινητικότητά τους από υπηρεσία σε υπηρεσία.
Και ο πρόεδρος της Κομισιόν Μπαρόζο είχε αποφασίσει να στείλει στην Ελλάδα την υπό τον Ράιχενμπαχ «Ομάδα Δράσης», για την παροχή τεχνικής βοήθειας, υπό τον γενικό συντονισμό του Επιτρόπου Ρεν.
Στις 2 Αυγούστου 2011, παρουσιάστηκε η έκθεση του ΟΟΣΑ, παρουσία πλειάδας υπουργών και του επικεφαλής του Οργανισμού Άνχελ Γκουρία, που ζητούσε άρση της μονιμότητας για τους νεοπροσληφθέντες στο Δημόσιο, εισαγωγή της μερικής απασχόλησης στο δημόσιο, μαζικές μετατάξεις 50.000 υπαλλήλων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, αξιολόγηση της απόδοσης του προσωπικού, κατάργηση αυτόματων προαγωγών και αυτοκέφαλες ΔΕΚΟ που, αν έχουν ελλείμματα, θα κλείνουν ή θα πωλούνται.
Το μεγάλο αλαλούμ
Οπότε, ήλθε ο θερμός Σεπτέμβριος του 2011, όταν έγινε το αλαλούμ με τον κατάλογο των 151 υπηρεσιών που καλούνταν να αποστείλουν καταλόγους με το πλεονάζον προσωπικό τους (ανάμεσά τους και αυτοχρηματοδοτούμενα φιλανθρωπικά ιδρύματα) και ο μύλος των κινητοποιήσεων κατά της εργασιακής εφεδρείας, στο καθεστώς της οποίας εντάσσονταν οι 30.000 υπάλληλοι αυτών των οργανισμών.
Στις 6 Οκτωβρίου 2011 κατατέθηκε το Πολυνομοσχέδιο για το ενιαίο βαθμολόγιο-μισθολόγιο στο Δημόσιο που περιλάμβανε και την εργασιακή εφεδρεία.
Μάθαμε έτσι (τον Δεκέμβριο του 2011) ότι δια της εφεδρείας θα αποχωρούσαν 4.929 υπάλληλοι.
Τότε ήταν που ήλθε η έκθεση-κόλαφος του ΟΟΣΑ, που δήλωνε ξεκάθαρα πως η Ελλάδα είναι… ανίκανη για μεταρρυθμίσεις.
Σύμφωνα με εκείνη την έκθεση:
«Μόνον δύο φορές το χρόνο για μερικές ώρες ελέγχονται από την κυβέρνηση τα υψηλόβαθμα στελέχη των υπουργείων. Η κυβέρνηση δεν έχει ούτε την εξουσία, αλλά ούτε τις κατάλληλες μεθόδους για να αναγκάσει τα νευραλγικά υπουργεία να ακολουθήσουν ενιαία πολιτική. Οι Έλληνες κρατικοί υπάλληλοι έχουν ελάχιστη επαφή με τους συναδέλφους τους σε άλλα υπουργεία ή ακόμη και με εκείνους του ίδιου υπουργείου. Σε όλα τα υπουργεία υπάρχει έλλειψη συστημάτων καταγραφής και επεξεργασίας δεδομένων και συστημάτων αρχειοθέτησης».
Επίσης:
«Η εξουσία των υπουργείων είναι κατακερματισμένη όχι μόνον επειδή και τα 14 είναι διασπαρμένα σε εκατοντάδες κτήρια στην ελληνική πρωτεύουσα, αλλά και γιατί απουσιάζει σχεδόν παντελώς οποιαδήποτε επαφή. (…) Έτσι ερμηνεύεται ίσως το γιατί τα 4/5 των κτηρίων, όπου στεγάζονται τα υπουργεία, δεν διαθέτουν αίθουσα συνεδριάσεων»!
Τι είχε απαντήσει η τότε κυβέρνηση;
Μα πώς αυτά είναι γνωστά από καταβολής ελληνικού κράτους!
Οπότε, στις 29 Δεκεμβρίου 2011, υπεγράφη μνημόνιο συνεργασίας με τη γαλλική κυβέρνηση και την Ομάδα Δράσης.
Όπως μάθαμε, με την αυγή του νέου έτους (του 2012, δηλαδή) θα ξεκινούσε η περίφημη αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και των δομών, με στόχο, μέχρι τα τέλη του 2012, να καταργηθούν εκατοντάδες περιττές υπηρεσίες και τμήματα στο Δημόσιο.
Έτσι, τον Ιανουάριο του 2012, εκδόθηκε και η Κοινή Υπουργική Απόφαση, που προσδιόριζε τους φορείς του δημόσιου τομέα των οποίων οι οργανικές μονάδες και το προσωπικό θα αξιολογούνταν – υπουργεία, αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες, αποκεντρωμένες διοικήσεις, Ανεξάρτητες Αρχές, ΔΕΚΟ, ΝΠΙΔ.
Ξανά το «επιτελικό Κράτος»
Η περίφημη «Λευκή Βίβλος για το επιτελικό κράτος» μπήκε σε διαβούλευση στις 20 Ιανουαρίου 2012 – υπενθυμίζω ότι στο μεταξύ είχε σχηματιστεί η κυβέρνηση Παπαδήμου, χωρίς να αλλάξουν τα πρόσωπα στα υπουργεία.
Στις 9 Φεβρουαρίου 2012, πληροφορηθήκαμε ότι συγκροτείται Ομάδα Εργασίας για την εκπόνηση κριτηρίων αξιολόγησης των δομών των υπηρεσιακών μονάδων της κεντρικής διοίκησης και τη μεθοδολογία εφαρμογής των κριτηρίων αυτών, στο πλαίσιο του άρθρου 35 παρ. 4 του Ν. 4024/2011 περί ενιαίου μισθολογίου – βαθμολογίου, κινητικότητας, προσυνταξιοδοτικής διαθεσιμότητας και εργασιακής εφεδρείας (επί υπουργίας Δημήτρης Ρέππα στο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης)
Οπότε, ξανά μανά τα πομπώδη ρεπορτάζ με τίτλους του τύπου «Ξαναστήνεται το Κράτος από το μηδέν», με αναφορές στο «σχέδιο των Γάλλων ειδικών» και στην αξιολόγηση και στην αλλαγή του ρόλου των υπουργείων και στην αναδιάρθρωση των (χιλιάδων) αρμοδιοτήτων και στην κατάργηση 1.347 ξεχωριστών κλάδων, που προκαλούν έμφραγμα στη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης και στα «περιγράμματα θέσης».
Και την 1η Μαρτίου 2012, είχαμε νέα Κοινή Υπουργική Απόφαση, αυτή τη φορά για τη δημιουργία… τριμελούς νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, προκειμένου αυτή να συντάξει το Προεδρικό Διάταγμα για την αξιολόγηση του προσωπικού στο Δημόσιο.
Στις 9 Μαρτίου 2012, είχαμε και συνεδρίαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Μεταρρύθμισης, υπό την προεδρία του κ. Παπαδήμου, όπου η αναδιάρθρωση του Δημοσίου ονομάστηκε «ναυαρχίδα των μεταρρυθμίσεων».
Η… πορεία της «ναυαρχίδας» διεκόπη από τις διπλές εκλογές και στις 22 Ιουνίου 2012 είχαμε την προγραμματική συμφωνία των αρχηγών των τριών κομμάτων που στήριξαν την πρώτη μετεκλογική κυβέρνηση, όπου ετέθησαν και τα ζητήματα αναθεώρησης της δανειακής σύμβασης, με σκοπό, μεταξύ άλλων, να μην υπάρξουν απολύσεις στο Δημόσιο, ενώ προβλεπόταν η κατάργηση - συγχώνευση δημοσίων οργανισμών και φορέων.
Ειδική μνεία γινόταν στην «ανασυγκρότηση της Δημόσιας Διοίκησης», όπου προβλέπονταν και οι διαδικασίες εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης υπηρεσιών και προσωπικού και η σύνδεση του προϋπολογισμού που δίδεται σε κάθε δημόσια υπηρεσία με τους στόχους και την απόδοση.
Οι παρεμβάσεις Μανιτάκη
Ενόψει των προγραμματικών δηλώσεων της νέας κυβέρνησης, ο νέος υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Α. Μανιτάκης δήλωνε ότι «βραχυπρόθεσμος στόχος της κυβέρνησης, είναι έως το τέλος του χρόνου να υπάρξουν αντισταθμιστικά μέτρα για τις 15.000 απολύσεις που προβλέπει το μνημόνιο και να μην ξεπεράσουν τα 500 άτομα οι προσλήψεις».
Μιλώντας στο συνέδριο του Economist, ο κ. Μανιτάκης είχε πει ότι «μέσα στις επόμενες 100 ημέρες θα πρέπει άμεσα και αποφασιστικά να προχωρήσει η μεταρρύθμιση της ελληνικής δημόσιας διοίκησης» και πως «στο πρόγραμμα παρεμβάσεων για την αναμόρφωση του διοικητικού συστήματος, που διαμορφώνεται σε συνεργασία με την Task Force και τη γαλλική κυβέρνηση, περιλαμβάνονται η επίσπευση των διαδικασιών αξιολόγησης για την αναμόρφωση των δομών και του προσωπικού με κριτήριο την ποιότητα, την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των παρεχομένων υπηρεσιών σε πολίτες και επιχειρήσεις».
Στη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης, ο κ. Μανιτάκης είχε επίσης πει πως η μεταρρυθμιστική διαδικασία πραγματοποιείται σε δύο φάσεις: Πρώτα, αξιολογούνται οι δημόσιες υπηρεσίες και μετά το προσωπικό και «κάθε άλλη συζήτηση σήμερα για μείωση ή απόλυση και μάλιστα 150.000 χιλιάδων ή 15.000 υπαλλήλων ή και για εφεδρεία είναι αυθαίρετη και αβάσιμη», οπότε, «δεν εντάσσεται ως εκ τούτου στο προγραμματισμό μας, ούτε είναι στις προθέσεις του υπουργείου».
Στις 12 Οκτωβρίου 2012, με έγγραφό του που διαβιβάστηκε στη Βουλή, ο κ. Μανιτάκης δηλώνει ότι «το ολοκληρωμένο εγχείρημα ριζικής μεταρρύθμισης της διοίκησης δεν μπορεί να προχωρήσει, εάν επισείεται συνεχώς στο σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων το φόβητρο των απολύσεων» και αναφέρει ότι «η αξιολόγηση των δομών της διοίκησης προχωρά και με την περάτωσή της θα έχουμε μείωση διοικητικών μονάδων, που σε ορισμένες περιπτώσεις φθάνει το 50%», ενώ όσον αφορά στην αξιολόγηση του προσωπικού, «αυτή βρίσκεται σε φάση προεργασίας, διαδικασία που δεν συνδέεται με απολύσεις και δεν οδηγεί σε απολύσεις».
Από την πλευρά της, η κ. Φώφη Γεννηματά, εκπρόσωπος Τύπου τότε του ΠΑΣΟΚ, δηλώνει πως «αν η τρόικα νομίζει ότι η Ελλάδα είναι τριτοκοσμική χώρα και ότι οι πολίτες της αντέχουν και άλλη πίεση, τότε βρίσκεται εκτός των ορίων της εντολής της. Ως εκ τούτου τα θέματα αυτά δεν είναι καν προς συζήτηση».
Στο μεταξύ, ο κ. Μανιτάκης μετακίνησε περί τους 2.000 υπαλλήλους που είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα και υποστήριζε ότι και από την επόμενη φάση της διαθεσιμότητας των 25.000 υπαλλήλων μέσα στο 2013 δεν θα περίσσευε κανείς, καθώς θα αποχωρούσαν και 35.000 άτομα μέσω συνταξιοδότησης, ενώ ήδη είχαν τεθεί σε αργία 800 επίορκοι.
Τον Ιανουάριο του 2013 ψηφίστηκε άλλο νομοσχέδιο για τις καταργήσεις-συγχωνεύσεις οργανισμών, οπότε ο ΣΥΡΙΖΑ υπέβαλε ένσταση αντισυνταγματικότητας, με την οποία συμφώνησαν Ανεξάρτητοι Έλληνες, Χρυσή Αυγή και ΚΚΕ.
Στις 9 Φεβρουαρίου 2013 τα χρονοδιαγράμματα της μεταρρύθμισης στο Δημόσιο συζητήθηκαν σε σύσκεψη του πρωθυπουργού Α. Σαμαρά με τον κ. Μανιτάκη.
Δέκα μέρες αργότερα, ο κ. Μανιτάκης συναντιόταν με τον Γάλλο Πρόεδρο Ολάντ που επισκεπτόταν την Ελλάδα και συσκεπτόταν με την Task Force, ανακοινώνοντας ότι ξεκινάει το έργο της αξιολόγησης των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης και του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων.
Στις 13 Απριλίου 2013, οι τρεις αρχηγοί συμφώνησαν πως συνολικά 15.000 υπάλληλοι θα αποχωρήσουν από το Δημόσιο μέχρι το 2014 - εκ των οποίων 4.000 μέχρι τα τέλη του τρέχοντος έτους.
Σύμφωνα με το ομόφωνο σχέδιο, προβλεπόταν η απομάκρυνση υπαλλήλων μέσω πειθαρχικών διαδικασιών (επίορκοι), αξιολόγησης και κινητικότητας (υπάλληλοι που εργάζονται σε οργανισμούς υπό κατάργηση), συνταξιοδοτήσεων και εθελουσίας εξόδου. Επί του σχεδίου υπήρξε και συμφωνία με την τρόικα.
Όπως μάθαμε, από πηγές του υπουργείου, αποφεύχθηκαν έτσι «οι αυθαίρετες και οριζόντιες απολύσεις χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων, καθώς αυτές δεν εξυπηρετούν κανένα σκοπό».
Στις 8 Μαΐου, από το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης ξεκίνησε η αποστολή των πρώτων ερωτηματολογίων προς 206.000 δημόσιους υπαλλήλους για τα καθήκοντα και τις απαιτήσεις κάθε θέσης εργασίας και φορά υπαλλήλους σε υπουργεία και φορείς, οι δομές των οποίων έχουν αξιολογηθεί.
Στο σημείο αυτό βρισκόμασταν όταν προκλήθηκε η «Κρίση της ΕΡΤ» (11 Ιουνίου), η αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ από την κυβέρνηση, ο σχηματισμός νέας, δικομματικής αυτή τη φορά, κυβέρνησης, και ο ανασχηματισμός.
Η θεσμοθέτηση της παρανομίας
Η ιστορία είναι πολύ παλιά και πολύ πονεμένη. Μετά την ψήφιση του νόμου Πεπονή για το ΑΣΕΠ (2190/1994) είχαμε την καταστρατήγησή του με… 49 συνολικά τροποποιήσεις.
Το χρονικό της θεσμοθέτησης της παρανομίας ξεκινά με την ψήφιση των νόμων του 1997, 2000 και 2002 (οπότε, «νομιμοποιήθηκαν» οι παράνομες προσλήψεις με την κατάργηση του ελέγχου των δικαιολογητικών που προσκόμιζαν οι προς πρόσληψη υπάλληλοι)
Με τον νόμο 2539 του 1997 για τον «Καποδίστρια» ορίστηκε πως οι οργανικές θέσεις που κενώνονταν στους δήμους του λοιπού θα καλύπτονταν από τους ίδιους τους δήμους χωρίς διαγωνισμό και στο ΑΣΕΠ απλώς ανετίθετο να… παρακολουθεί τη διαδικασία και να ελέγχει κατόπιν ενστάσεως - η οποία ένσταση όφειλε να σχετίζεται με τη νομιμότητα και όχι με την κρίση αυτή καθαυτή της Επιτροπής!
Και επειδή αυτό δεν ήταν… αρκετό, ψηφίστηκε και ο νόμος 2839 του 2000, οπότε και θεσπίστηκε η δυνατότητα τα δικαιολογητικά των πτυχιούχων να ελέγχονται από τον ίδιο τον φορέα και όχι από το ΑΣΕΠ - και μάλιστα χωρίς πρόβλεψη υποβολής ενστάσεων!
Σύμφωνα δε με έγγραφα του ίδιου του ΑΣΕΠ «με το νόμο 2839/2000 επήλθαν νέες σημαντικές μεταβολές στο σύστημα προσλήψεων του ΑΣΕΠ προς την κατεύθυνση της περαιτέρω εξασθένισης των ελεγκτικών αρμοδιοτήτων του».
Και επειδή ούτε αυτό ήταν αρκετό, ήλθε και ο νόμος 3051 του 2002, με τον οποίο ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ ΕΝΤΕΛΩΣ η διαδικασία ελέγχου των δικαιολογητικών από τους φορείς!
Δηλαδή επισήμως και με την άδεια του νόμου δόθηκε η δυνατότητα για προσλήψεις με πλαστά πιστοποιητικά!
Παράλληλα, με τους νόμους 2527 του 1997 και 2830 του 2000, δόθηκε η δυνατότητα στα υπουργεία να προσλαμβάνουν περί τα 15.000 άτομα το χρόνο στις κεντρικές υπηρεσίες τους, με συμβάσεις έργου και χωρίς διαγωνισμούς.
Επιπλέον, με τον νόμο 2956 του 2001 εγκαινιάσθηκε ο καινοφανής θεσμός των ενοικιαζομένων εργαζομένων, στους οποίους δόθηκε το προνόμιο να χαρακτηρίζεται η δουλειά τους ως προϋπηρεσία στο Δημόσιο.
Είχαμε και τον νόμο 3212 του 2003 που έδωσε για πρώτη φορά τη δυνατότητα σε υπηρεσία του Δημοσίου (το ΥΠΕΧΩΔΕ) να προσλάβει 900 άτομα (αορίστου χρόνου) εκτός ΑΣΕΠ, μέσω επιτροπών. (Με πρόσχημα τις ανάγκες στελέχωσης για αντισεισμικό σχεδιασμό και ο οποίος προέβλεπε ότι το πρακτικό διορισμών απλώς αποστέλλεται στο ΑΣΕΠ για... ενημέρωση).
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, φθάσαμε και στην έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη για τις προσλήψεις κατά την περίοδο 1994-2004.
Σύμφωνα με αυτήν, το 2000 (εκλογικό έτος) εννέα στις δέκα προσλήψεις έγιναν κατά παράβαση του νόμου Πεπονή για το ΑΣΕΠ (2190/1994), ενώ κατά την συγκεκριμένη δεκαετία επτά στους δέκα διορισμούς ελέγχονται για τη νομιμότητά τους.
Και από την έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το οικονομικό έτος 2002-2003 προέκυπτε σειρά παραλογισμών: Υπερωρίες που ξεπερνούσαν τις εργάσιμες ημέρες. Καταβολή μεταπτυχιακών επιδομάτων πριν από τη λήψη του τίτλου. Καταβολή σε υπαλλήλους πριμ για απόδοση ενώ βρίσκονταν σε αργία, πρόσληψη συμβασιούχων για κάλυψη θέσεων υπαλλήλων που βρίσκονταν σε άδεια, οι οποίοι μετά έπαιρναν και αυτοί με τη σειρά τους ανάλογη άδεια και έμενε ακάλυπτη η υπηρεσία.
Το 1981 ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων (στενός δημόσιος τομέας) ήταν 327.000 και το 2004 το ΠΑΣΟΚ παρέδωσε 596.000 δημοσίους υπαλλήλους, με μεγαλύτερη αύξηση σε διοικητικούς και όχι για το κοινωνικό κράτος. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν το Πασόκ επέστρεψε στην εξουσία, το 1994, επαναπροσέλαβε και μονιμοποίησε 14.000 συμβασιούχους που είχαν εργαστεί έστω και μια μέρα την περίοδο 1981-1989 και δεν ανανεώθηκε η σύμβασή τους την περίοδο 1990-1993.
Με το Π.Δ. 164/2004 (νόμος Παυλόπουλου) ρυθμίστηκε το θέμα των συμβασιούχων, κάτι που αποτελούσε και ευρωπαϊκή επιταγή (για όσους κάλυπταν πάγιες και διαρκείς θέσεις), αλλά απέρρεε και από το άρθρο 118 του Συντάγματος.
Συμπέρασμα: Το Επιτελικό Κράτος υπήρξε εθνικό αίτημα και η διαβούλευσή του έχει ξεκινήσει εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια!