Παρασκευή
26 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4968RSS FEED
Σκιαγραφώντας την (Θυμία) Σάνο Χάλο
20/05/2014

Γράφει ο Χρήστος Γαλανίδης*


Αέτς πα αναχάπαρα η Θυμία τεμέτερον εγέντον Σάνο, ας τερούμε ατώρα πώς έτον ατό.
(Έτσι λοιπόν ξαφνικά η δική μας η Ευθυμία έγινε Σάνο. Ας δούμε τώρα πώς έγινε αυτό)

Η Ευθυμία, το εύθυμο ίσως και ανέμελο παιδί, όπως και χιλιάδες άλλα παιδιά γεννήθηκε στον Πόντο το 1910 σ' ένα μικρό χωριό, τον Άγιο Αντώνιο και έζησε την παραδοσιακή αγροτική ζωή στα βουνά του Πόντου μέχρι τα 10 της χρόνια, όταν καταδιωγμένη από την τουρκική θηριωδία, όπως και 800.000 Έλληνες του Πόντου, εγκατέλειψε με τους συγγενείς της τη γενέτειρά της, χαϊδεύοντας τη Μάτα, το μικρό μοσχαράκι της και λέγοντάς του: “Θα γυρίσω, περίμενέ με”.

Είδε τ' αδέρφια της να πεθαίνουν από τις κακουχίες στις πορείες θανάτου. Οι γονείς της για να τη σώσουν, την άφησαν σ' ένα σπίτι Κούρδων στο Καράμπατσε, οι οποίοι δεν μπορούσαν να προφέρουν το όνομα Ευθυμία και παρά την άρνησή της, της έδωσαν το κουρδικό όνομα Σάνο. Το σκάει όμως για το Ντιαρμπακίρ, όπου τυχαία συναντά μια γνωστή της γυναίκα και εκεί την περιθάλπει μια οικογένεια Αρμενίων. Όλοι μαζί παίρνουν το δρόμο της εξορίας, καθώς ο Κεμάλ συνέχιζε τους διωγμούς των χριστιανικών πληθυσμών της Τουρκίας (Αρμενίων, Ελλήνων, Ασσυρίων κ.ά).

Φτάνει στην πόλη Χαλέπι της Συρίας έχοντας χάσει ό,τι αγαπούσε στη ζωή της, ακόμα και τ' όνομά της, γνωρίζει τον Ασσύριο σύζυγό της Αβραάμ που είχε τα τριπλάσια χρόνια της, παντρεύεται το 1925 και φεύγει με τον άντρα της στην Αμερική, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα.

Έτσι η αθώα παιδούλα που ζούσε μια παραδοσιακή ζωή σ' ένα απομακρυσμένο τόπο, μεταμορφώθηκε σε μια στοργική μητέρα και αποφασιστική γυναίκα που ασχολήθηκε με την ανατροφή των δέκα παιδιών της.

Το 1989 η Σάνο και η κόρη της Thea – ζωγράφος και συγγραφέας – αποφάσισαν να επισκεφθούν την Τουρκία και να αναζητήσουν το πατρικό της σπίτι στον Αϊντόν – όπως κατά παραφθορά αποκαλούσε τον Άγιο Αντώνιο. Το σπίτι της είχε εξαφανιστεί, είχε γκρεμιστεί από τους Τούκους, όπως και όλα τα σπίτια του χωριού. Η ιστορία της Sano Halo θα παρέμενε άγνωστη αν δεν αποφάσιζε η κόρη της Thea να τη γράψει και να πετύχει την έκδοσή της από τον εκδοτικό κολοσσό των Η.Π.Α. “Picador” με τίτλο “Ούτε καν τ' όνομά μου”.

Αυτό όμως το βιβλίο δεν θα είχε γραφτεί αν αυτός ο καταπληκτικός άνθρωπος – η Sano – δε θυμόταν με μεγάλη ακρίβεια τα μέρη που έζησε, τα ευτυχισμένα παιδικά της χρόνια στον Άγιο Αντώνιο, την εξορία, το ταξίδι στην Αμερική. Η ίδια αφηγείται “Από τότε που είμαι δέκα χρόνων αναλογίζομαι τη ζωή μου. Ήμουν μόνη και όταν είσαι μόνος και δεν έχεις κανέναν να μιλήσεις, σκέφτεσαι το παρελθόν. Ακόμη και τώρα κάνω με το μυαλό μου το ταξίδι στο σπίτι μου και ξαναγυρίζω. Κάθομαι και σκέφτομαι. Γι' αυτό δεν ξέχασα”.

Η Ελληνίδα που έχασε πρώτα την οικογένειά της και μετά το όνομά της στις αφιλόξενες ερήμους της Τουρκίας, το μόνο που ξέρει να λέει στα ελληνικά είναι το “Πάτερ Ημών” που της το έμαθε ο παππούς της, και να αισθάνεται τυχερή με πολλούς τρόπους και να πιστεύει ότι η τύχη της ήταν θεόσταλτη και όπου να πήγαινε είχε το Θεό μαζί της.

Όταν τη ρωτούσαν τι σας ώθησε να διηγηθείτε τη ζωή σας και πώς αισθάνεστε για τους Τούρκους απαντούσε: “Η ζωή μου είναι τραγική. Έχασα την οικογένειά μου, τη μητέρα μου και τον πατέρα μου, τον αδελφό μου, το θείο μου και τον παππού μου. Δε θα μπορούσα και δε θέλω ποτέ μου να ξεχάσω. Θέλω να θυμάμαι την οικογένειά μου. Αλλιώς θα ήταν σαν να ξεχνούσα τους ανθρώπους μου. Δε θα το κάνω ποτέ. Δεν αισθάνομαι εχθρικά απέναντι στους Τούρκους, οι Τούρκοι είναι καλοί άνθρωποι. Η τουρκική κυβέρνηση το έκανε και οφείλουν μια πολύ μεγάλη συγνώμη για ό,τι έκαναν. Αυτό που έκαναν ήταν θηριώδες”.

Όταν βρέθηκε στην Ελλάδα για πρώτη φορά, πριν 13 περίπου χρόνια με την ευκαιρία της μετάφρασης του βιβλίου στα ελληνικά, την ρώτησαν πώς αισθάνεται. “Νιώθω υπέροχα”, είπε. “Έχω μια καταπληκτική οικογένεια, τους αγαπώ και μ' αγαπούν. Τι άλλο μπορώ να ζητήσω. Και τώρα είμαι με τους ανθρώπους μου, τους Έλληνες. Το βιβλίο με βοήθησε να διεκδικήσω και το όνομά μου και τη ζωή μου. Για πρώτη φορά, από τότε που ήμουν δέκα χρονών και έχασα την οικογένειά μου, οι άνθρωποι πλέον με αναγνωρίζουν ως Θυμία (Ευθυμία) και μετά από 80 χρόνια οι Έλληνες με δέχονται ως Ελληνίδα και το βρίσκω υπέροχο. Όταν τους ακούω να μιλάνε, ελπίζω να θυμηθώ ορισμένες λέξεις. Απλά θέλω να είμαι ανάμεσα σε Έλληνες. Στις διαλέξεις και ομιλίες, όπου πηγαίνω με την κόρη μου, μου αρέσει πολύ να τους βλέπω, να τρώω ελληνικό φαγητό. Όταν με αγκαλιάζουν λέω πάντα “ευχαριστώ” και “χάρηκα πολύ που σας είδα και σας γνώρισα”. Συχνά με συνεπαίρνει όλη αυτή η αγάπη και ξεσπώ σε κλάματα”.

Και όλοι εμείς, Ευθυμία και Θέα Χάλο, που είμαστε προσφυγικής καταγωγής ξέρουμε ότι ο καθένας μας έχει μια τραγωδία στην οικογένειά του και το κλάμα μας το διαδέχεται η περηφάνια και το χειροκρότημα, γιατί και μόνο το γεγονός της επιβίωσης ήταν αξιοσημείωτο. Το ότι επιβίωσαν ως άνθρωποι βοηθά να κατανοήσουμε πώς τελικά επιβίωσε ο ελληνικός πολιτισμός για χιλιάδες χρόνια. Είναι η ραχοκοκαλιά του πολιτισμού μας. Είναι η δύναμη της ελληνικής ψυχής, της ασσυριακής ψυχής, της αρμένικης ψυχής. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν φτιαγμένοι μόνο από σάρκα και οστά, αλλά από όνειρα, οράματα και πίστη, ότι δεν έπρεπε να παραιτηθούν από τη ζωή, και αυτό έπραξαν.

Αέτς πα η Σάνο εγέντον ξαν Θυμία, η Θυμία τεμέτερον, η Θυμία όλεν τη κοσμί.
(Έτσι λοιπόν η Σάνο έγινε πάλι Ευθυμία, η Ευθυμία η δική μας, η Ευθυμία όλου του κόσμου)

Όσο ζούμε θα την θυμόμαστε και θα την μνημονεύουμε.


-Ο κ. Χρήστος Γαλανίδης είναι Πρόεδρος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών