Η πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα που κυριαρχεί στην παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να δημιουργεί κινδύνους για την ευρωπαϊκή οικονομία, ενώ το βασικό σενάριο εξακολουθεί να υπόκειται σε «πτωτικούς κινδύνους», σύμφωνα με τον Μάριο Ντράγκι.
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε, με αφορμή την απόφαση για την επιτοκιακή πολιτική της Ευρωζώνης, δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στον αντίκτυπο της απόφασης της Βρετανίας να αποχωρήσει από την Ε.Ε. αλλά και την επιβράδυνση στον ρυθμό υλοποίησης των απαιτούμενων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Παρ’ όλα αυτά, η κεντρική τράπεζα αναμένει μέτριο αλλά σταθερό ρυθμό ανάπτυξης, καθώς η αύξηση του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 1,7% φέτος, στο 1,6% το 2017 και στο 1,6% το 2018.
Τον προηγούμενο Ιούνιο, οι εκτιμήσεις της ΕΚΤ ανέρχονταν σε 1,6%, 1,7% και 1,7% αντίστοιχα.
Παράλληλα, ο Ντράγκι απηύθυνε έκκληση για την επίσπευση του ρυθμού εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων αλλά και για την υιοθέτηση πιο φιλο-αναπτυξιακών πολιτικών από τις χώρες - μέλη της Ευρωζώνης.
«Ορισμένες χώρες διαθέτουν δημοσιονομικό περιθώριο, το οποίο πρέπει να χρησιμοποιήσουν» συνέχισε και τόνισε με νόημα, πως «η Γερμανία ανήκει σε αυτές τις χώρες».
Όσον αφορά τον πληθωρισμό, ο επικεφαλής της ΕΚΤ εκτίμησε ότι σταδιακά θα αυξηθεί και ειδικότερα, προέβλεψε ότι ο δείκτης τιμών θα διαμορφωθεί στο 0,2% φέτος, στο 1,2% το 2017 και στο 1,6% το 2018.
«Ο πληθωρισμός ακολουθεί το βασικό σενάριο, απλώς θα απαιτηθεί λίγος περισσότερος χρόνος προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του 2%» σημείωσε.
Ακόμη, έκανε ειδική μνεία στη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, εξήγησε ότι δεν αρκεί από μόνη της για να αντιμετωπιστούν τα δομικά προβλήματα της Ευρωζώνης. «Θα πρέπει να συνεισφέρουν και άλλες μορφές πολιτικής, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο» έσπευσε να προσθέσει.
«Συνεχίζουμε να επικεντρωνόμαστε στην εφαρμογή του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης» δήλωσε στη συνέχεια, ξεκαθαρίζοντας ότι προς το παρόν, η ΕΚΤ δεν «συζητάει την πιθανή επέκτασή του». «Το πρόγραμμά μας είναι αποτελεσματικό» συμπλήρωσε και διαβεβαίωσε ότι «διατηρεί την επιρροή που διαθέτει στις αγορές».
Πάντως, διευκρίνισε ότι «δεν τίθεται ζήτημα θέλησης ή ικανότητας της ΕΚΤ να πράξει», καθιστώντας πιθανό το ενδεχόμενο λήψης νέων νομισματικών μέτρων, μετά τον Μάρτιο του 2017, όταν και ολοκληρώνεται το τρέχον πρόγραμμα.
Άφησε μάλιστα, «ανοιχτό το σενάριο «επανασχεδιασμού» του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, αναφέροντας ότι η νομισματική επιτροπή αναμένεται να εξετάσει όλες τις επιλογές.
«Η νομισματική πολιτική έχει καταφέρει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τα σοκ της οικονομίας» συνέχισε, απορρίπτοντας την κριτική για την επιβολή των αρνητικών επιτοκίων. «Δημιουργούν ορισμένες προκλήσεις στην τραπεζική κερδοφορία, αλλά αυτή η κατάσταση δεν θα κρατήσει για πάντα» διαμήνυσε και σημείωσε ότι αυτή τη στιγμή, τα αρνητικά επιτόκια θεωρούνται απαραίτητα.
Άλλωστε, όπως πρόσθεσε, έχουν ευεργετικό αντίκτυπο στον εξορθολογισμό των τραπεζικών ισολογισμών. «Δεν πρέπει να κατηγορούμε την ΕΚΤ για ό,τι πάει στραβά στις τράπεζες» τόνισε παράλληλα, ο Ντράγκι.