Νικόλαος Πλαστήρας και σημερινή κατάσταση14/11/2011
Γράφει ο Σπύρος Μπρούμας*«Όποιος βλέπει την πατρίδα του να καταστρέφεται και κάθεται αδρανής, είναι το ίδιο σαν να την καταστρέφει ο ίδιος» Ο Νικόλαος Πλαστήρας γεννήθηκε στο Μορφοβούνι Καρδίτσας στις 4 Νοεμβρίου 1881(Μητρώα Αρρένων Καρδίτσας με αύξ. Αριθ.3937/1881). Ήταν ο πρωτότοκος γιoς του Χρήστου και της Στύλιανής και είχε τρία αδέλφια, τον Γιώργο, τον Βασίλη και την Αγγελική. Σε ηλικία μόλις 14 ετών αναγκάστηκαν οι γονείς του να τον φυγαδεύσουν κρυφά από την Καρδίτσα στην Αθήνα, γιατί είχε ξυλοκοπήσει το γιο ενός Τούρκου Πασά, που κακομεταχειριζόταν τα ελληνόπουλα της περιοχής. Στην Αθήνα, κάτω από αντίξοες συνθήκες, φοίτησε στη Βαρβάκειο Σχολή.
Στις 8 Δεκεμβρίου του 1903 κατατάχτηκε στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού Τρικάλων με το βαθμό του Δεκανέα. Το Μάιο του 1904, προάγεται σε Λοχία και το 1905 σε Επιλοχία. Έλαβε μέρος στο Μακεδονικό Αγώνα, στο σώμα του Καπετάν Αγραφιώτη στην περιοχή των Γιαννιτσών.
Το 1905 δεν έγινε δεκτός λόγω ηλικίας στις εισαγωγικές εξετάσεις στο «Στρατιωτικόν Σχολείον Υπαξιωματικών»». Επέστρεψε στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού, απογοητευμένος και βαθιά οργισμένος, και οργάνωσε μυστικό Σύνδεσμο Υπαξιωματικών. Τότε, με την απόφαση 157/3.5.1905 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Καρδίτσας έγινε διόρθωση του έτους γέννησής του και έκτοτε εμφανίζεται γεννημένος το 1883.
Η μεγάλη ώρα όμως έφθασε ανήμερα της Παναγίας, στις 15 Αυγούστου του 1909, με το Στρατιωτικό Κίνημα στο Γουδή, με επικεφαλής τον Συνταγματάρχη Νικόλαο Ζορμπά, όπου ο Πλαστήρας, είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Μάλιστα, την περίοδο αυτήν έδωσε εξετάσεις στο «Στρατιωτικόν Σχολείον Υπαξιωματικών», όπου εισήλθε και αποφοίτησε πρώτος τον Ιούλ. του 1912.
Το γεγονός αυτό ήταν το καθοριστικό εφαλτήριο της μετέπειτα σταδιοδρομίας του. Ονομάστηκε Ανθυπολοχαγός Πεζικού και κατατάχτηκε στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού, που είχε έδρα τη Λάρισα. Το 1913 προήχθη σε υπολοχαγό «επ’ ανδραγαθία», το 1915 σε λοχαγό ΙΙ, το 1916 σε λοχαγό Ι, το 1917 σε ταγματάρχη, το 1918 σε αντισυνταγματάρχη «επ’ ανδραγαθία» και το 1920 σε συνταγματάρχη, επίσης «επ’ ανδραγαθία». Στις 3 Ιανουαρίου 1924 αποστρατεύθηκε με αίτησή του και προήχθη σε αντιστράτηγο.
Τον Αύγουστο του 1916 ο Πλαστήρας μαζί με τέσσερις άλλους ομοϊδεάτες αξιωματικούς (Τότσικα, Τερτίνια, Αναγνώστου, Πρωτοσύγκελο), κατόρθωσαν να συναντήσουν τον Βενιζέλο στην Αθήνα και να αναφέρουν την απόφασή τους να ενταχθούν στον Γαλλικό Στρατό και να πολεμήσουν. Τότε ο Πλαστήρας είπε τα υπέροχα λόγια, που έμειναν σοφή υποθήκη: «Όποιος βλέπει την πατρίδα του να καταστρέφεται και κάθεται αδρανής, είναι το ίδιο σαν να την καταστρέφει ο ίδιος».
Ο Βενιζέλος ενθουσιάστηκε, τους καθησύχασε και τους συμβούλεψε να μη βιαστούν και να αναμένουν τις ενέργειές του. Ο Πλαστήρας θεωρείται ότι ήταν ικανότατος στρατιωτικός, τίμιος πολιτικός και υπόδειγμα ανθρώπου, και αγαπήθηκε πολύ από τον λαό. Γεγονότα που τον χαρακτήρισαν ήταν η διακριτική προσφορά του μισθού του σε φτωχούς, η άρνησή του να «βολέψει» από την θέση του τον άνεργο αδερφό του και το ότι πέθανε και ο ίδιος χωρίς ποτέ να αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία.
Πέθανε στις 26 Ιουλίου 1953, σε ηλικία 72 ετών. Το σμόκιν της κηδείας του ήταν προσφορά του φίλου του Διονύση Καρρέρ. Άφησε κληρονομιά 216 δραχμές, δέκα δολάρια , μια λακωνική προφορική διαθήκη «όλα για την Ελλάδα» και τηρώντας την υποθήκη «δεί τον αγαθόν άνδρα παυόμενον της αρχής, μη πλουσιώτερον, αλλ’ ενδοξότερον γεγονέναι».
Ο γέρος της Δημοκρατίας, Γεώργιος Παπανδρέου στον επικήδειο λόγο του μεταξύ των άλλων είπε: «Πλαστήρα, ως στρατιώτης ασκήτευσες εις τον βωμόν της Πατρίδος. Και ως πολίτης εις τον βωμόν του λαού».
*Αξιωματικός Ε.Δ. ε.α.