Από το 1911 η Πατρίδα μας ξεκίνησε τις προσπάθειες για τη δημιουργία μιας αξιόμαχης Αεροπορίας. Για το σκοπό αυτό έξι Αξιωματικοί μετέβησαν στη Γαλλία να εκπαιδευθούν σαν χειριστές αεροπλάνων. Ταυτόχρονα παραγγέλθηκαν στο γαλλικό οίκο Farman τα πρώτα στρατιωτικά αεροπλάνα. Η πρώτη πτήση ελληνικού αεροπλάνου έγινε 8 Φεβρουαρίου 1912 από τον Εμμανουήλ Αργυρόπουλο, που είχε σπουδάσει στο εξωτερικό μηχανική, ηλεκτρολογία και αεροπλοΐα. Το ιδιόκτητο αεροπλάνο του με το όνομα ΑΛΚΥΩΝ ήταν ένα τύπου Nieuport 50 ίππων που το είχε συναρμολογήσει ο ίδιος με τη βοήθεια στρατιωτικών στο στρατόπεδο του Ρουφ. Λίγο καιρό αργότερα στις 13 Μαΐου του ιδίου έτους, πέταξε στους ελληνικούς ουρανούς το πρώτο στρατιωτικό αεροπλάνο τύπου Henry Farman με χειριστή τον Υπολοχαγό Δημήτριο Καμπέρο. Η επιτυχής συμμετοχή αυτού του χειριστή με το αεροπλάνο του σε στρατιωτικά γυμνάσια έπεισε τους ανωτέρους του για τη μεγάλη άξία του νέου όπλου και στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1912 δημιουργήθηκε στη Λάρισα ο «Λόχος Αεροπόρων». Τον αποτελούσαν τέσσερα αεροπλάνα ο ΔΑΙΔΑΛΟΣ, ο ΑΕΤΟΣ, ο ΓΥΨ, και ο ΙΕΡΑΞ με χειριστές τον Υπολοχαγό Πυροβολικού Δημήτριο Καμπέρο, τον Υπολοχαγό Μηχανικού Μιχαήλ Μουτούση, τον Υπίλαρχο Πανούτσο Νοταρά και τον Ανθυπίλαρχο Χρήστο Αδμίδη. Υπήρχε επίσης και το βοηθητικό τους προσωπικό. Τότε γεννήθηκε η Ελληνική Αεροπορία που έμελλε να γράψει σελίδες δόξας για το Έθνος μας.
Όλοι οι άνθρωποι έβλεπαν τα αεροπλάνα, τότε αλλά και αρκετά χρόνια μετά, σαν κάτι το πολύ παράξενο και τους αεροπόρους σαν κάτι πέρα από το ανθρώπινο. Όταν πετούσε αεροπλάνο όλοι το κοίταγαν με απορία και θαυμασμό, πολλές φορές χωρίς να πιστεύουν στα μάτια τους. Ο Αρχιπλοίαρχος (Ο) ε.α. Δημ. Μπατσιούλας εξιστορώντας ένα περιστατικό του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στο βιβλίο του «Ο Διστιχηζμένος Κομονιστής» (sic), μας διηγείται την πρώτη αεροπορική εμφάνιση στο υπό βουλγαρική κατοχή χωριό του. Ανήμερα του Σταυρού φάνηκε να κατευθύνεται προς το χωριό ένα συμμαχικό αεροπλάνο. Σε όλους τράβηξε την προσοχή ο θόρυβος. Βγήκαν όλοι έξω και μόλις το διέκριναν να πλησιάζει το νόμισαν για Σταυρό και πίστευσαν ότι έγινε ένα θαύμα. Ο ιερέας μάλιστα Παπαδημήτρης γονάτισε και άρχισε την προσευχή του, ενώ κοντά του έτρεξαν και άλλοι Έλληνες. Ο Βούλγαρος Αξιωματικός βλέποντας όλα αυτά έγινε έξαλλος και νομίζοντας ότι αυτό που πλησιάζει είναι πράγματι ο Τίμιος Σταυρός, θέλησε να απομακρύνει τους Έλληνες από την ευλογία του. Μόνο οι Βούλγαροι θα έπρεπε να έχουν αυτό το ιερό προνόμιο! Τρομαγμένος από τις φωνές και τις απειλές των Βουλγάρων ο παπάς και οι ομοεθνείς του σκόρπισαν. Έμεινε όμως ο Βούλγαρος Αξιωματικός με τους στρατιώτες του, που σε εμφανές σημείο γονατιστοί περίμεναν την ευλογία. Και η ευλογία ήρθε σ’ αυτούς ακέραιη με τη δεύτερη διέλευση του αεροπλάνου που τους είχε ήδη επισημάνει και άρχισε το βομβαρδισμό τους. Εικοσιοκτώ Βούλγαροι νεκροί!
Ο πρώτος ρόλος των στρατιωτικών αεροπλάνων ήταν αναγνωριστικός. Χρησιμοποιήθηκαν σαν εναέρια παρατηρητήρια. Οι χειριστές ήταν Αξιωματικοί του Στρατού Ξηράς που έδρασαν ακόμα και σε αποστολές του Ναυτικού. Σημαντική ήταν η συμβολή του Υπολοχαγού Αεροπόρου Δημητρίου Καμπέρου, ο οποίος μετέτρεψε ένα αεροπλάνο ξηράς το ΔΑΙΔΑΛΟ σε υδροπλάνο. Για να μπορέσει να πάρει την σχετική άδεια κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες και ανέλαβε ο ίδιος την πλήρη ευθύνη για τυχόν αποτυχία του. Η μετασκευή έγινε από τον ίδιο με την βοήθεια του Γάλλου μηχανικού Σοβώ και τη συνδρομή του Μηχανικού Όπλου του Στρατού Ξηράς. Ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού παρακολουθούσε από κοντά όλη την προσπάθεια. Ήταν βέβαιος ότι αυτό το νέο όπλο θα του ήταν πολύ χρήσιμο. Ο ΔΑΙΔΑΛΟΣ που με την προσθήκη δύο πλωτήρων μπόρεσε να μετατραπεί σε υδροπλάνο, δεν έχασε την ικανότητα του να προσγειώνεται στην ξηρά. Υπήρχε ένα ειδικό σύστημα με το οποίο μπορούσε να αφήσει τους πλωτήρες και να χρησιμοποιήσει το αρχικό του σύστημα προσγειώσεως.
Πρόβλημα όμως υπήρχε και στο νομικό καθεστώς των αεροπόρων. Σε ένα πόλεμο ήταν κανονικοί μαχητές; Για την εποχή τους τα πράγματα δεν είχαν αποσαφηνισθεί και υπήρχε κίνδυνος να θεωρηθούν κατάσκοποι, σε περίπτωση που θα προσγειώνονταν αναγκαστικά σε εχθρικό έδαφος, παρά το γεγονός ότι έφεραν την προβλεπόμενη στολή. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να θυμηθούμε ότι σήμερα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο δεν θεωρούνται κατάσκοποι οι στρατιωτικοί που θα συλληφθούν στο έδαφος του αντίπαλου φέροντες τη στολή τους, έστω και αν συλλέγουν ή αποπειρώνται να συλλέξουν πληροφορίες στρατιωτικής αξίας. (Σχετικό είναι και το άρθρο 46 του Συμπληρωματικού Πρωτοκόλλου Ι των Συμβάσεων της Γενεύης της 12ης Αυγούστου 1949, που υπογράφηκε επίσης στη Γενεύη στις 8 Ιουνίου του 1977 και κυρώθηκε με το Νόμο 1786/88, Φ.Ε.Κ. Α’ 125) Βέβαια όλα αυτά ήταν και εξακολουθούν να είναι μέχρι ένα σημείο τελείως θεωρητικά και πολύ μικρής σημασίας όταν ο αντίπαλος είναι ο Τούρκος, που ακόμα και σήμερα δεν φημίζεται για το σεβασμό του στο διεθνές δίκαιο. Όλοι μας ξέρουμε το πως φέρθηκε στους αιχμαλώτους στην Κύπρο και εμείς ψάχνουμε ακόμα μάταια για «αγνοούμενους»!
Τον Οκτώβριο του 1912 ξεκίνησε ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος. Η Ελλάδα πάντα σαν φιλειρηνική χώρα μέχρι και την τελευταία στιγμή δεν τον ήθελε. Αυτό όμως δεν σήμαινε ότι δεν ήταν έτοιμη. Η Ελληνική Κυβέρνηση και ο Αρχιστράτηγος Διάδοχος Κωνσταντίνος παρατηρούσαν σχολαστικά τα γεγονότα και παρασκεύαζαν μεθοδικά τις ενέργειες τους. Ο Στρατός μας όχι μόνο στη ξηρά και στη θάλασσα αλλά και στον αέρα ήταν σε πλήρη ετοιμότητα και με υψηλό ηθικό. Όπως είναι γνωστό η μικρή μας Χώρα πάντα στην Ιστορία της είχε να αντιμετωπίσει ισχυρότερους εχθρούς και πάντα υπερτερούσε με την ποιότητα των μαχητών της. Με την έκρηξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, τα αεροπλάνα βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του Καθήκοντος. Οι χειριστές είχαν συμπληρώσει την εκπαίδευση τους και ανέλαβαν αμέσως υπηρεσία. Τα αεροπλάνα τότε διέθεταν βόμβες για βομβαρδισμούς περιορισμένης εκτάσεως και μπορούσαν να πετούν μέχρι και χίλια πεντακόσια μέτρα πάνω από το έδαφος χωρίς να κινδυνεύουν από τα όπλα εκείνης της εποχής που δεν μπορούσαν να τα φθάσουν.
Οι χειριστές τους αρχικά ήταν ταυτόχρονα και παρατηρητές. Αν και εκτελούσαν παρατήρηση μόνο με «γυμνό» μάτι, οι πληροφορίες τους ήταν πολύτιμες. Στη διάρκεια της ημέρας, κάθε κίνηση του αντιπάλου στο πεδίο της μάχης αλλά και στα μετόπισθεν ήταν πλέον αντιληπτή. Επιπλέον μπορούσαν να είναι γνωστές οι θέσεις των οχυρών και η μορφολογία του εδάφους το οποίο κατείχε ο αντίπαλος. Με βάση αυτές τις πληροφορίες μπορούσε πια να εκτιμηθεί πολύ καλύτερα το πως θα έπρεπε να δράσουν οι δικές μας δυνάμεις.
Το μεσημέρι της πρώτης μέρας των στρατιωτικών επιχειρήσεων στις 5 Οκτωβρίου 1912, είχαμε και την πρώτη απογείωση στρατιωτικού αεροσκάφους από το αεροδρόμιο της Λάρισας. Ο χειριστής Υπολοχαγός Δ. Καμπέρος πετώντας πάνω από το εχθρικό έδαφος συνέλεξε πολύτιμες πληροφορίες και με αυτό τον τρόπο συνέβαλε αποτελεσματικά στις πρώτες μας επιτυχίες. Η Αεροπορία συνέχισε τη δράση της κανονικά με αναγνωρίσεις και με περιορισμένης εκτάσεως βομβαρδισμούς. Ο εχθρός όμως δεν έμενε με σταυρωμένα τα χέρια. Πυκνά πυρά υποδεχόντουσαν τα αεροπλάνα όταν αυτά πλησίαζαν στο έδαφος για καλύτερη παρατήρηση. Σε μία αποστολή του ο Υπολοχαγός Καμπέρος στις 11 Οκτωβρίου δέχθηκε πολλά πυρά και επέστρεψε στη βάση του με αεροπλάνο διάτρητο από τις εχθρικές σφαίρες. Ο Στρατός αξιοποιώντας τις πληροφορίες από τους αεροπόρους σημείωσε επιτυχίες κερδίζοντας τις μάχες και απελευθερώνοντας γρήγορα μεγάλα τμήματα των υπό Τουρκική κατοχή εδαφών μας. Το μέτωπο μετατοπίσθηκε και τα αεροπλάνα μας δεν μπορούσαν να χρησιμοποιούν πια το αεροδρόμιο της Λάρισσας. Γι’ αυτό το λόγο η Αεροπορία μας αποφάσισε να μετασταθμεύσει αρχικά στην Ελασσόνα, αλλά τελικά προτίμησε την Κοζάνη όπου είχε εγκατασταθεί και η έδρα του Γενικού Στρατηγείου. Εκεί σημειώθηκε και το πρώτο ατύχημα στις 15 Οκτωβρίου, ευτυχώς όχι θανατηφόρο. Ο Αεροπόρος Καμπέρος τελειώνοντας με επιτυχία την αποστολή του και επιστρέφοντας στο αεροδρόμιο εκτέλεσε αναγκαστική προσγείωση λόγο βλάβης του κινητήρα. Το αεροπλάνο του, ένα ολοκαίνουργο Maurce Farman ογδόντα ίππων, συνετρίβει και ο ίδιος τραυματίσθηκε σοβαρά στο κεφάλι. Στις 19 Οκτωβρίου του 1912 εμφανίσθηκε στη μάχη των Γιαννιτσών και το πρώτο Τουρκικό αεροπλάνο. Ήταν ένα τύπου Henriot με μηχανή πενήντα ίππων που δεν το πετούσε Τούρκος αλλά Γάλλος πιλότος μισθωμένος από τον Τουρκικό Στρατό. Το αεροπλάνο αυτό μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης έπεσε στα χέρια των Ελλήνων Αεροπόρων που αμέσως το χρησιμοποίησαν στις επιχειρήσεις τους. Συγκινητική ήταν και η ένταξη στην μικρή ομάδα των πρώτων στρατιωτικών αεροπόρων και ενός εθελοντή. Ήταν ο πρώτος Έλληνας που πέταξε, ο Εμμανουήλ Αργυρόπουλος ο γιος του Πρέσβη μας στην Πετρούπολη. Ο νεαρός ευπατρίδης με τις καταπληκτικές σπουδές του στο εξωτερικό βλέποντας ότι η Πατρίδα είχε ανάγκη από αεροπόρους έσπευσε να καταταγεί Ανθυπολοχαγός στην Αεροπορία μας, φέρνοντας μαζί του και το ιδιωτικό του αεροπλάνο με το οποίο έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις χρησιμοποιώντας το για τις στρατιωτικές ανάγκες. Δυστυχώς όμως ο χειριστής αυτός δεν ήταν μόνο ο πρώτος Έλληνας Αεροπόρος αλλά ήταν και ο πρώτος νεκρός της Στρατιωτικής μας Αεροπορίας. Στις 4 Απριλίου 1913 βρισκόμενος σε πολεμική αποστολή, πετώντας με το αεροπλάνο Henriot που ήταν λάφυρο από την Τουρκική Αεροπορία κατέπεσε από μηχανική βλάβη στην περιοχή του Λαγκαδά. Μαζί του σκοτώθηκε και ο λόγιος ποιητής καθώς και θερμός υποστηρικτής της Αεροπορικής Ιδέας Κωνσταντίνος Μάνος, που ήταν θείος του Βασιλέως Αλεξάνδρου από τη σύζυγο του Ασπασία. Ένας γενναίος οπλαρχηγός με ηρωική δράση που είχε σπουδάσει στη Λειψία, στη Χαϊδελβέργη καθώς και στην Οξφόρδη και ήταν γιος του Στρατηγού Θρασύβουλου Μάνου και της Ρωξάνης Μαυρομιχάλη από την ιστορική οικογένεια.
Μετά το πέρας των επιχειρήσεων στη Μακεδονία ολόκληρο το βάρος μετατοπίσθηκε στην Ήπειρο. Τότε η Ηγεσία έκρινε ότι η Αεροπορία θα έπρεπε να μετασταθμεύσει. Ο μικρός στόλος της μεταφέρθηκε στον Πειραιά σιδηροδρομικώς και από εκεί στα τέλη του Νοέμβριο του 1912 αφού ενισχύθηκε με άλλα τρία νεοπαραληφθέντα αεροπλάνα τύπου Maurce Farman, μεταφέρθηκε με πλοία στην Πρέβεζα. Η κύρια βάση της με το αεροδρόμιο εγκαταστάθηκε κοντά στη Νικόπολη ενώ δημιουργήθηκε και μια προωθημένη βάση κοντά στο Χάνι Εμίν Αγά. Οι πτήσεις συνεχίσθηκαν κανονικά από τους Αεροπόρους μας και για πρώτη φορά άρχισαν να επιβαίνουν επιτελείς σαν παρατηρητές στα νεοπαραληφθέντα αεροσκάφη που είχαν τέτοια δυνατότητα. Στο διάστημα των επιχειρήσεων στην Ήπειρο έσπευσε να καταταγεί στην Αεροπορία άλλος ένας εθελοντής. Ήταν ο Ελληνορρώσος αεροπόρος Σακώφ που εντάχθηκε στην Αεροπορία μας για να πολεμήσει για την Ελλάδα. Η συμβολή του στις επιχειρήσεις ήταν σημαντική. Ο ριψοκίνδυνος Υπολοχαγός Μουτούσης πετώντας προς τα Ιωάννινα στις 5 Δεκεμβρίου, παρατήρησε σχολαστικά τα Τουρκικά οχυρά, ειδικά μάλιστα το Μπιζάνι από το οποίο διήλθε πολλές φορές κατερχόμενος στο ύψος των εξακοσίων μέτρων για να έχει καλύτερη εικόνα. Δεν παρέλειψε όμως και να βομβαρδίσει τις εχθρικές θέσεις σπέρνοντας τον πανικό στους Τούρκους. Τα εχθρικά πυρά δεν μπόρεσαν να τον καταρρίψουν και όταν επέστρεψε με το διάτρητο από τις σφαίρες αεροπλάνο του στη βάση είχε μια πλούσια σε πληροφορίες αναφορά για το Στρατηγείο. Η Ηγεσία τότε έμαθε ότι ήθελε να ξέρει για την περιοχή και ειδικά για τα περίφημα οχυρά στο Μπιζάνι. Παρόμοιες επιχειρήσεις εκτέλεσαν και οι άλλοι αεροπόροι μέχρι το τέλος του πολέμου με βομβαρδισμούς και συλλογή πολυτίμων πληροφοριών. Αυτές οι πληροφορίες οδήγησαν την Ηγεσία στην ορθή εκτίμηση της καταστάσεως και στη λήψη των αποφάσεων που έστεψαν με αμάραντες δάφνες τα Ελληνικά Όπλα.
Ενώ όμως συνέβαιναν όλα αυτά πάνω από την ξηρά, είχε παρουσιασθεί ήδη η ανάγκη δημιουργίας της Αεροπορίας Ναυτικής Συνεργασίας. Πρωτοπόρος σε αυτή την προσπάθεια ήταν ο Υπολοχαγός Καμπέρος που όπως έχουμε αναφέρει είχε μετατρέψει το ΔΑΙΔΑΛΟ σε υδροπλάνο χωρίς όμως να του στερήσει τη δυνατότητα να πετά και από χερσαία αεροδρόμια. Στις 17 Νοεμβρίου του 1912 με επίσημη τελετή καθελκύστηκε στο Παλαιό Φάληρο ένα υδροπλάνο διθέσιο γαλλικής κατασκευής που το βάφτισαν ΝΑΥΤΙΛΟ. Το αεροσκάφος αυτό διέθετε μηχανή Renault ισχύος εκατό ίππων που μπορούσε να του δώσει ταχύτητα 150 χιλιομέτρων την ώρα, είχε ακτίνα δράσεως 500 χιλιόμετρα και το παρέλαβε ο Υπολοχαγός Μουτούσης. Μέσα στον επόμενο Δεκέμβριο ο ΝΑΥΤΙΛΟΣ είχε μεταφερθεί με το επίτακτο ΒΑΡΒΑΡΑ στον όρμο Μούδρου της Λήμνου όπου ήταν το ορμητήριο του Ελληνικού Στόλου. Αμέσως άρχισαν οι δοκιμές κάτω από το βλέμμα του Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, Αρχηγού του Στόλου μας. Στις 21 Ιανουαρίου 1913, ο ΝΑΥΤΙΛΟΣ με χειριστή το Μουτούση και παρατηρητή τον Σημαιοφόρο Αριστείδη Μωραϊτίνη έκανε την πρώτη του πτήση φθάνοντας μέχρι την Τένεδο. Η Ναυτική Αεροπορία ήταν πια γεγονός!
Ο Τουρκικός Στόλος μετά τις ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου, ντροπιασμένος από την ήττα του είχε εισέλθει καταδιωκόμενος από το δικό μας στα Στενά. Υπήρχε όμως η πληροφορία ότι σύντομα θα ξανάβγαινε με το νέο του Ναύαρχο αφού θα είχε επισκευάσει πλήρως τις ζημιές του. Γι’ αυτό ο Ναύαρχος Π. Κουντουριώτης που παρέμενε σε πλήρη ετοιμότητα στο Μούδρο, φρόντισε αμέσως να εκμεταλλευθεί πλήρως τις δυνατότητες του νέου όπλου. Στις 24 Ιανουαρίου του 1913, το υδροπλάνο μας με το ίδιο πλήρωμα ήταν έτοιμο για μια πολύ επικίνδυνη αποστολή. Οι επιβαίνοντες ήταν αποφασισμένοι ή να επιτύχουν στην αποστολή τους ή να πεθάνουν έστω και αυτοκτονώντας για να μην πέσουν στα χέρια των Αγαρηνών. Ο ΝΑΥΤΙΛΟΣ με πλήρη φόρτο καυσίμων 115 λίτρα και τέσσερις βόμβες ελληνικής κατασκευής αποθαλασσώθηκε εκείνη την ημέρα από το Μούδρο με προορισμό να πετάξει μέσα από τον Ελλήσποντο, στην κατεχόμενη από τους Τούρκους περιοχή. Το Αντιτορπιλικό ΒΕΛΟΣ ορίσθηκε πλοίο υποστηρίξεως στην επιχείρηση αυτή. Αποστολή του ήταν να πλεύσει προς την ίδια κατεύθυνση στο σημείο πέντε ναυτικά μίλια έξω από τα Στενά και να παραμείνει εκεί μέχρι την επανεμφάνιση του υδροπλάνου, για παροχή βοήθειας σε περίπτωση ανάγκης. Ο ΝΑΥΤΙΛΟΣ διατηρώντας το ύψος των εξακοσίων μέτρων πέταξε πάνω από τη Σαμοθράκη αλλά αναγκάσθηκε να στρέψει προς βορρά λόγω του ισχυρού πλευρικού ανέμου. Στη συνέχεια ανερχόμενος στα χίλια μέτρα πέταξε κυματοειδώς για να κάνει δύσκολη την σκόπευση των Τουρκικών πυροβόλων περνώντας την Ίμβρο και κατευθύνθηκε στο Κούμ Καλεσσί. Όταν έφθασε στο ακρωτήριο Σούβλα της Καλλιπόλεως, το σημερινό Μπουγιούκ Κεμικλί Μπουρνού, προχώρησε προς τη Μάδυτο, την αρχαία Ελληνική πόλη με το σημαντικό λιμένα της. Στη συνέχεια εξακολουθώντας την κυματοειδή του κίνηση έφθασε στην Άβυδο (Ναγαρά) στο σημερινό Μπουγάζ – Χισάρ πετώντας στα χίλια τριακόσια πενήντα μέτρα. Από εκεί μπορούσε να πλησιάσει και να παρατηρήσει τον Τουρκικό Ναύσταθμο κάνοντας κύκλους. Ο Σημαιοφόρος Α. Μωραϊτίνης άρχισε να κρατά σημειώσεις και να ετοιμάζει πρόχειρα σχεδιαγράμματα. Αναγνώρισε το Θωρηκτό ΒΑΡΒΑΡΟΣΑ, τρία Τορπιλοβόλα και επτά Αντιτορπιλικά. Διαπίστωσε επίσης ότι κάποια πλοία έλειπαν όπως το ΜΕΣΟΥΔΙΕ και το ΜΕΤΖΙΤΙΕ. Αφού ολοκληρώθηκε η παρατήρηση, ο ΝΑΥΤΙΛΟΣ κατέβηκε χαμηλότερα για να ρίξει τις βόμβες του. Οι βόμβες βρήκαν με επιτυχία τους στόχους τους και προκάλεσαν ζημιές στα εχθρικά πλοία και στις εγκαταστάσεις του Τουρκικού Ναυστάθμου. Μετά απ’ όλα αυτά, το υδροπλάνο ανέβηκε σε ύψος χιλίων διακοσίων μέτρων και κινούμενο πάλι κυματοειδώς πήρε το δρόμο της επιστροφής ενώ δεχόταν πυκνά πυρά από τους Τούρκους. Φθάνοντας έξω από τα Στενά το περίμενε το ΒΕΛΟΣ. Η εμφάνιση του υδροπλάνου χαιρετήθηκε με ζητωκραυγές από το πλήρωμα. Όμως σε λίγο το υδροπλάνο άρχισε να χάνει ύψος και σε λίγο αναγκάσθηκε να προσθαλασσωθεί. Ο κινητήρας του είχε υποστεί βλάβη. Ευτυχώς όμως που εκδηλώθηκε μακριά από τον εχθρό και κοντά στο φίλιο πλοίο που διέσωσε τους τολμηρούς αεροπόρους και ρυμούλκησε το αεροσκάφος για να επισκευασθεί!
Μελετώντας αυτή τη μικρή αναφορά στην ένδοξη Ιστορία της Αεροπορίας μας θα ήταν μεγάλη παράληψη να μην διαπιστώσουμε κάτι το πολύ σημαντικό. Η ικανότητα για αφομοίωση νέων εξελίξεων στην τεχνολογία και την επιστήμη είναι ένας σπουδαίος παράγοντας ισχύος. Και αυτή την ικανότητα την είχαν σε μεγάλο βαθμό οι ένοπλες δυνάμεις μας. Το Ναυτικό μας είναι το πρώτο στον Κόσμο που χρησιμοποίησε το αεροσκάφος στις 24 Ιανουαρίου 1913, σε πολεμική αποστολή ναυτικής συνεργασίας. Και δεν είναι αυτή η μόνη μας πρωτιά! Λίγες μέρες πριν στις 9 Δεκεμβρίου 1912 είχαμε την πρώτη στην παγκόσμια ιστορία τορπιλική επίθεση από υποβρύχιο. Ήταν από το Υποβρύχιο ΔΕΛΦΙΝ που εξαπέλυσε τορπίλη κατά του Τουρκικού Καταδρομικού MECIDIE. Πάντα πρωτοπόρο το Ναυτικό μας! Ακόμα και στην Ελληνική Επανάσταση όπου η Ατμοκορβέττα ΚΑΡΤΕΡΙΑ ήταν το πρώτο ατμοκίνητο πλοίο που έλαβε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις!
Ιωάννης Μ. Ασλανίδης, αντιστράτηγος ε.α
Η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία είναι λύση για την Κύπρο; 22/11/2021 |
Τάσος Παπαδόπουλος, δημοσιογράφος
Η μεγαλομανία και οι επεκτατικές ονειροπολήσεις του Ερντογάν 22/11/2021 |
Βενιαμίν Καρακωστάνογλου, διεθνολόγος, λέκτορας νομικής ΑΠΘ
Οι αμυντικές συμφωνίες και οι διπλωματικές συνεργασίες ανάχωμα στον τουρκικό επεκτατισμό 4/11/2021 |
Γιάννης Ξηντάρας, Ψυχολόγος - Σύμβουλος Γάμου
Ένας ψυχολόγος μας εξηγεί γιατί τα παιδιά δεν χρειάζονται ψυχολόγο αλλά γονείς 1/11/2021 |
Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος, δημοσιογράφος
Σπυρίδων Τρικούπης: Η πολυσχιδής φυσιογνωμία της Επανάστασης 18/10/2021 |
Γιάννης Ξηντάρας, Ψυχολόγος - Σύμβουλος Γάμου
«Σε βλέπει ο κόσμος»… Φράσεις που πρέπει να αποφεύγονται σε στιγμές έντασης με τα παιδιά 7/10/2021 |
Γεώργιος Εμ. Δημητράκης, πολιτικός επιστήμονας
Η αφύπνιση της εθνικής συνείδησης και η ανάκτηση της αξιοπρέπειας 7/10/2021 |